Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΟ ΓΑΡΟΥΦΑΛΟ
Έχω απάνω στο τραπέζι μου
τη φωτογραφία του ανθρώπου
με το άσπρο γαρούφαλο –
που τον ντουφέκισαν
στο μισοσκόταδο
πριν απ’ την αυγή,
κάτω απ’ το φως των προβολέων.
Στο δεξί του χέρι
κρατάει ένα γαρούφαλο
πούναι σα μια φούχτα φως
απ’ την ελληνική θάλασσα.
Τα μάτια του τα τολμηρά,
τα παιδικά
κοιτάζουν άδολα
κάτω απ’ τα βαριά μαύρα τους φρύδια.
Έτσι άδολα –
όπως ανεβαίνει το τραγούδι
σα δίνουν τον όρκο τους
οι κουμμουνιστές.
Τα δόντια του είναι κάτασπρα –
ο Μπελογιάννης γελά.
Και το γαρούφαλο στο χέρι του
είναι σαν το λόγο πούπε στους ανθρώπους
τη μέρα της λεβεντιάς –
τη μέρα της ντροπής.
Αυτή η φωτογραφία
βγήκε στο δικαστήριο
ύστερ’ απ’ την καταδίκη σε θάνατο.
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “Σοβιετική Γυναίκα” τον Απρίλη του 1952
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΥ
Μονάκριβή μου!
Στο τελευταίο γράμμα σου:
“X ά ν ω τ ο ν ο υ,
ε μ α ύ ρ ι σ ε η ψ υ χ ή μ ο υ!”
μου λες,
“α ν σ ε κ ρ ε μ ά σ ο υ ν
κ α ι α ν σ ε χ ά σ ω”
μου λες,
“π ά ε ι η ζ ω ή μ ο υ”
Θα ζήσεις, γυναικούλα μου, καιρό
και σαν καπνός η θύμησή μου θα χαθεί,
θα ζήσεις της ψυχής μου αδελφή.
Πάνω από χρόνο δεν κρατεί
στον εικοστό αιώνα
η θλίψη γι’ άνθρωπο νεκρό.
– Να με κρεμάσουν, λέει,
και να κουνιέμαι στο σκοινί!
Ω, τέτοιο θάνατο
φριχτό
δε δέχεται η καρδιά μου!
Και όμως ναι,
να με πιστέψεις, συ, αγαπημένη,
αν είν’ ένας κατσίβελος
με χέρι τριχωτό
μαύρη θηλιά
στην τραχηλιά
να μου περάσει,
άδικα κει θα μένει,
τ’ αδίκου θα προσμένει,
στη γαλανή ματιά μου
να δει λιγοψυχιά.
Εγώ μες στα θολώματα
της ύστερης αυγής μου
θα δω μορφές συντρόφων μου
τα μάτια της καλής μου
και μόνο εν’ ατέλειωτο
τραγούδι μου θα είναι
η πίκρα της ζωής μου.
Καλή μου!
Καλόκαρδή μου μέλισσα
με μάτια πιο γλυκά
κι απ’ το μέλι
ρωτιέμαι πως το θέλησα
και στάγραψα αυτά:
πως ζήτησαν στη δίκη
μια τέτια καταδίκη.
Η δίκη μόλις άρχισε
– το ξέρεις –
κι είναι δύσκολο πολύ
να πάρουν τη ζωή μου.
Σα λάχανα – δεν το μπορούν –
να παίρνουνε κεφάλια.
Ξέχαστα όμως πια αυτά,
σαν πιθανότητα θολή,
κι αν έχεις τίποτε λεφτά
αγόρασέ μου ένα βρακί
από μαλί
γιατί το πόδι πάλι με πονάει
και μην ξεχνάς:
άντρα σαν έχεις φυλακή
κακό από τη σκέψη σου
δεν πρέπει να περνάει.
Φυλακές Προύσας
11 του Νοέμβρη 1933
~~~~~~~~~~~~~~~~~~
ΑΥΤΟ ΕΙΝ’ ΟΛΟ
Ζω στη φεγγοβολή
που προχωράει
ολόγιομα είν’ τα χέρια μου
με πόθους
κι ο κόσμος είναι όμορφος πολύ,
μοσκοβολάει.
Τα μάτια μου λιμπίστηκαν
τα δέντρα
τα δέντρα που γιομίσανε ελπίδες
και ντύθηκαν την πράσινη στολή
το λιόχαρο δρομάκι προχωράει
σ’ ολόδροσο χαλί
κι απ’ το φεγγίτη με καλεί
στις πράσινες νησίδες
Κι ούτε μυρίζομαι τα φάρμακα
τ’ αναρωτήριο πια δε μου βρωμάει
– θ’ ανοίξουν τα γαρύφαλα
– η ώρα η καλή! –
Τι τάχα αν είσαι φυλακή;
– Να μη λυγάς!
αυτό είν’ όλο.
Δεν είναι άλλη συμβουλή.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Η μετάφραση των ανωτέρω έργων έγινε από ομάδα Ελλήνων επιστημόνων των Σοσιαλιστικών χωρών και ανατυπώνονται από την έκδοση εξωτερικού του Εκδοτικού “ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ”.
Από την ποιητική συλλογή “ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ – ΠΟΙΗΜΑΤΑ”
(Εκλογή από το έργο του)
Εκδόσεις “ΑΥΤΟΜΟΡΦΩΣΗ”
ΣΤ.ΚΥΠΡΑΙΟΣ & ΣΙΑ Ε.Ε.
Πηγή: https://epi-logou.gr/%CE%BD%CE%B1%CE%B6%CE%B9%CE%BC-%CF%87%CE%B9%CE%BA%CE%BC%CE%B5%CF%84-4-%CF%80%CE%BF%CE%B9%CE%AE%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου