Α΄
Είδα τα πρόσωπά τους μάσκες καρφωμένες στους τοίχους•
τα κορμιά τους διαμελισμένα στους κήπους με τ’ αναρριχητικά•
οι ασβέστες έλαμπαν• το φως τους δεν αντανακλούσε χανόταν
στέρφο σε αμυχές οι τοίχοι το ρουφούσαν
Άγγελοι ιστορημένοι με φτερούγες λευκές πτίλωμα λεπτό
ακέφαλοι λυγίζαν στις γωνίες κυρτώναν στα ταβάνια τις ράχες
τους ανέβαιναν γενιές των σκουληκιών
Υδρορροές έρρεαν γαλατερές χοές• γλώσσα χαμένη• ποιος
λυγίζει ποιος γονατίζει ποιος ρουφά τις πληγές των λουλουδιών
τις οιμωγές της ρίζας
Άχραντο φως ανέγγιχτο• ουρανός το αίμα απ’ τη βαθειά σιγή
που ανοίγει λεμονανθούς κρινάκια μούχρωμα και μαύρες λάβες
Τα βλέμματά τους διασταυρώθηκαν• ο άγγελος σιωπούσε
τον προσπέρασαν τον κάρφωσαν με κέρματα στο ηχηρό παγκάρι•
τα κεριά δεν έλιωναν τα πτώματα δεν έλιωναν έσταζαν στέαρ
Κι από τα χνάρια της φωνής τώρα ένα ξέφτι να χτυπά
τα σήμαντρα από χαλκό• τώρα ένα χνάρι από χαλκό και πάλι•
αφουγκραστείτε.
Ποίηση ’81, Θανάσης Νιάρχος, Αντώνης Φωστιέρης, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1982
Πηγή: https://ifigeneiasiafaka.com/2014/08/23/%cf%86%cf%81%ce%b1%ce%b3%ce%ba%ce%af%cf%83%ce%ba%ce%b7-%ce%b1%ce%bc%cf%80%ce%b1%cf%84%ce%b6%cf%8c%ce%b3%ce%bb%ce%bf%cf%85-%ce%b5%cf%80%ce%b9%cf%83%cf%84%cf%81%ce%bf%cf%86%ce%ae/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου