Τετάρτη 5 Μαρτίου 2025

Luis Sepulveda - Tρία ποιήματα

 ΑΞΙΟΤΙΜΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ 89

Δεν ονειρεύεται την τάξη αφού την έχει
εγκαταλείψει στο σαλόνι του σπιτιού του.
Τα αντικείμενα της ευτυχίας περιλαμβάνουν
γραμματόσημα, ετικέτες, διάφορες μάρκες,
αλλά είναι συμβατά μεταξύ τους
όπως τα όνειρα.
Το θέμα είναι να ενδώσεις σε κάποια πράγματα,
η ανοχή είναι χάρισμα των καιρών.
Όταν γίνεται επίδειξη ευφυίας στην τηλεόραση,
ένας σωρός από διαφορετικές απόψεις παρελαύνουν.
Ξαπλωμένος στον καναπέ, ο σοφός άνθρωπος
παραδίδεται στις ηδονές της ανυπαρξίας ηδονών.
Εκπληρώνει τα καθήκοντά του ως πολίτης,
ψηφίζει, πληρώνει φόρους και μέχρι που αποφεύγει
να διαπληκτίζεται με τους γείτονες για το θόρυβο.
Κι έτσι κοιμάται ευτυχής αλλά δεν ονειρεύεται
την ελευθερία που άλλοι νοσταλγούν,
διότι ξέρει ότι την έχει έξω απ’ την πόρτα του
ντυμένη τη στολή
του έμμισθου φρουρού.
 

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΡΩΤΑΕΙ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ


(Εκδοχή 1η)
 
Αγγίζω το στήθος μου,
αυτή τη γνωστή ορεινή επιφάνεια,
ψηλαφώ τις πληγές του,
τη μακρινή μυρωδιά λουλουδιών, κήπων ποτισμένων
πριν λίγες ώρες.
Αγγίζω το στόμα μου,
αυτή την κοιλότητα που έχω γευτεί τόσες φορές,
όπου γεννιέται η λέξη δικαιοσύνη, η τελετή, ο μύθος, η κραυγή.
Γνωρίζω τη σχισμή του,
τις ροδαλές σάρκες που σμιλεύουν, που πλάθουν
τον ήχο, το τραγούδι, το στίχο.
Αγγίζω τα μάτια μου,
αυτά τα δυο αστέρια, πηγάδια με βαθύ φως
όπου ζει το ποτάμι, το πουλί, το παιδί.
Μαντεύω την ακλόνητη λάμψη τους.
Αγγίζω τα χέρια μου,
αυτές τις ωχρές αράχνες που βαδίζουν πάνω στη μέρα,
που φέρνουν το νερό, το ψωμί, το κρασί, το φιλί.
Αγαπώ τον τρεμάμενο παλμό τους, τη συγκίνηση των εραστών.
Όλο το σώμα μου είναι πάνω στο σώμα μου,
μπορώ να το νιώσω ολόκληρο,
είμαι ένας καθρέφτης στον οποίο βλέπω σε απόσταση
την ίδια μου την ύπαρξη ριγμένη στο μπουντρούμι.
Προσπαθώ να της φωνάξω, να τη ρωτήσω
για να μάθω αν είμαστε ακόμα όλοι εδώ
και μια φωνή που δεν είναι δική μου
μου απαντά: παρών.
Ένας άνθρωπος δίπλα μου βογκάει
και ξέρω ότι δεν είμαι μόνος.
Ο πόνος όλων είναι το μόνο ίχνος ζωής.


 


(Φυλακές Χιλής, 1974)

 


ΕΝΕΧΥΡΟΔΑΝΕΙΣΤΗΡΙΟ


 
Μπαίνω με αργά βήματα στα ενεχυροδανειστήρια,
αγνοημένος από χλομούς υπαλλήλους
που ανταλλάσσουν ένα χοντρό χειμωνιάτικο παντελόνι
μ’ ένα κομμάτι ψωμί για το χειμώνα της ζωής.
Ένα πριόνι που παλιά έκοβε σπίτια, καρέκλες,
χαρούμενα τραπέζια όπου τραγουδούσε η σούπα
σαν ένας ατέλειωτος κορυδαλλός, ή φέρετρα
όπου η ανθρωπότητα χαμογελούσε στα σκουλήκια.
Ένα κουτάλι, ένα σίδερο, ένα σεντόνι, ένα σάβανο,
μια Kodak με την κοιλιά γεμάτη χορευτές,
μια παλιά γκρίζα ομπρέλα, μια ξεβαμμένη σημαία
που ποτέ δεν κέρδισε καμία μάχη.
Και τώρα είναι η σειρά μου σε αυτή τη μακριά ουρά από ανάπηρους,
από εργάτες λιγομίλητους, από μουντές έφηβες.
Ο υπάλληλος με τα μαύρα επιμανίκια παίρνει την καρδιά μου.
την κοιτάζει κόντρα στο φως, τσεκάρει τον κουρδιστό μηχανισμό
και καταγράφει με την Underwood τα πολλαπλά τραύματα.
Ύστερα από ένα αγωνιώδες χρονικό διάστημα σιωπής
μου τείνει το κομμάτι μαύρου ψωμιού
το οποίο μασουλάω αργά
ανάμεσα στους τοίχους αυτού του δρόμου δίχως πόρτες.


Συγγνώμη να περάσω; Ποιήματα (1967 – 1999), εκδόσεις opera, 2024,

Πηγή: https://www.periou.gr/dimitris-baltas-louis-sepoulveda-syngnomi-na-peraso-poiimata-1967-1999-ekdoseis-opera-2024-s-264/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου