Τα Γράμματα σ’ έναν φίλο Γερμανό δεν είναι επιστολές που απευθύνονται σε κάποιον συγκεκριμένο Γερμανό φίλο του Καμύ, αλλά ενός τύπου δοκίμια που κυκλοφόρησαν παράνομα κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής της Γαλλίας, και ενώ ο Καμύ είχε πάρει μέρος στο κίνημα της Αντίστασης «Αγώνας». Δεδομένου λοιπόν πως είναι γραμμένα εν μέσω μιας εχθρικής διαμάχης, έχουν δικαιολογημένα επιθετικό τόνο. Όπως γράφει ο ίδιος όταν τα προλογίζει σε μια έκδοση του 1960 (Resistance, Rebellion and Death), αν έγραφε για την ηττημένη Γερμανία, «ένας αρκετά διαφορετικός τόνος θα ήταν ταιριαστός». Και θέλοντας να προλάβει μία παρανόηση, γράφει για τον εαυτό του: «όταν ο συγγραφέας αυτών των γραμμάτων λέει ‘εσείς’, δεν εννοεί ‘εσείς οι Γερμανοί’ αλλά ‘εσείς οι Ναζί’. Όταν λέει ‘εμείς’, αυτό δε σημαίνει πάντα ‘εμείς οι Γάλλοι’ άλλα μερικές φορές ‘εμείς οι ελεύθεροι Ευρωπαίοι’.»
Τα παρακάτω είναι αποσπάσματα από το πρώτο και το τέταρτο γράμμα, όπως περιλαμβάνονται στην έκδοση του Καστανιώτη Σκέψεις για την τρομοκρατία. Πρόκειται για μια συλλογή από το έργο του Καμύ, με κοινό θέμα την τρομοκρατία –μπορείτε να δείτε τα περιεχόμενα του βιβλίου στο τέλος.
ΓΡΑΜΜΑΤΑ Σ’ ΕΝΑ ΓΕΡΜΑΝΟ ΦΙΛΟ
(Αποσπάσματα)
«Είμαστε σε συνεχή πειρασμό να σας μοιάζουμε»
ΠΡΩΤΟ ΓΡΑΜΜΑ
[…]
Θέλω να σας πω αμέσως ποιο είδος μεγαλείου μάς βοηθά να προχωράμε, για να σας τονίσω ποιο είναι το κουράγιο που χειροκροτούμε και που σας λείπει. Γιατί είναι εύκολο να τρέχεις στη φωτιά όταν προετοιμάζεσαι γι’ αυτό από πάντα, κι όταν το τρέξιμο είναι για σένα πιο φυσικό κι απ’ τη σκέψη. Αντίθετα, είναι δύσκολο να προχωράς προς τα βασανιστήρια και το θάνατο όταν γνωρίζεις με βεβαιότητα πως το μίσος και η βία είναι από τη φύση τους μάταια πράγματα. Είναι σπουδαίο να πολεμάς περιφρονώντας τον πόλεμο, να δέχεσαι να χάσεις τα πάντα εκτός απ’ τη γεύση της ευτυχίας, να τρέχεις στην καταστροφή με την προσδοκία ενός ανώτερου πολιτισμού. Ως προς αυτό κάνουμε πολύ περισσότερα από σας, γιατί πρέπει να διατηρούμε τον έλεγχο των πράξεων και των αντιδράσεών μας. Εσείς δεν είχατε τίποτα να νικήσετε μέσα στην καρδιά σας, ούτε μέσα στο μυαλό σας. Εμείς είχαμε δυο εχθρούς και δεν μας αρκούσε να θριαμβεύσουμε με τα όπλα, όπως εσείς, που δεν είχατε τίποτα να δαμάσετε.
Είχαμε πολλά να δαμάσουμε, και πρώτα απ’ όλα τον συνεχή πειρασμό να σας μοιάζουμε. Γιατί πάντα υπάρχει μέσα μας κάτι που παρασύρεται από το ένστικτο, περιφρονεί το πνεύμα, θαυμάζει την αποτελεσματικότητα. Οι μεγάλες μας αρετές τελικά μας κουράζουν. Ντρεπόμαστε για το πνεύμα και φανταζόμαστε πού και πού κάποια καλόδεχτη βαρβαρότητα όπου η αλήθεια θα ήταν ακόπιαστη. Μα σ’ αυτό το σημείο η γιατρειά είναι εύκολη: είσαστε εδώ, μας δείχνετε τι σημαίνει φαντασία κι εμείς συνερχόμαστε.
[…]
Δεν πίστεψα ποτέ στη δύναμη της αλήθειας που βγαίνει απ’ την ίδια την αλήθεια. Μα είναι ήδη πολύ να ξέρουμε πως, με ίση ενέργεια, η αλήθεια νικά το ψέμα. Κι εμείς την πετύχαμε τούτη τη δύσκολη ισορροπία. Έτσι, στηριγμένοι σ’ αυτή τη λεπτή διαφορά, αγωνιζόμαστε σήμερα. Και θα επιχειρούσα να σας πω ότι πολεμάμε ακριβώς για διαφορές, αλλά για διαφορές σημαντικές όσο κι ο άνθρωπος. Αγωνιζόμαστε για τη λεπτή διαφορά ανάμεσα στη θυσία και το μυστικισμό, στη δράση και τη βία, στη δύναμη και την ωμότητα, για κείνη την ανεπαίσθητη διαφορά ανάμεσα στο ψεύτικο και το αληθινό, στον άνθρωπο που προσδοκούμε και τους δειλούς θεούς που λατρεύετε.
[…]
«να καταστρέφουμε τη δύναμή σας
δίχως ν’ ακρωτηριάσουμε την ψυχή σας»
ΤΕΤΑΡΤΟ ΓΡΑΜΜΑ
[…]
Διάλεξα, αντίθετα, τη δικαιοσύνη, για να παραμείνω πιστός στη γη. Εξακολουθώ να πιστεύω πως αυτός ο κόσμος δεν έχει ανώτερο νόημα. Γνωρίζω όμως πως κάτι σ’ αυτόν έχει νόημα, κι αυτό είναι ο άνθρωπος, γιατί είναι το μόνο πλάσμα που απαιτεί να έχει νόημα. Τούτος ο κόσμος κατέχει τουλάχιστον την αλήθεια του ανθρώπου, και καθήκον μας είναι να τον δικαιώσουμε ενάντια στο ίδιο του το πεπρωμένο. Κι η μοναδική αιτία δικαίωσής του είναι ο άνθρωπος, κι αυτόν πρέπει να σώσουμε αν θέλουμε να διασώσουμε την ιδέα που έχουμε διαμορφώσει για τη ζωή. Το μειδίαμα και η υπεροψία σας θα μου πουν: τι σημαίνει να σώσουμε τον άνθρωπο; Μα, σας το φωνάζω με όλο μου το είναι, σημαίνει να μην τον ακρωτηριάσουμε και να βοηθήσουμε τη δικαιοσύνη -που μόνο ο άνθρωπος είναι ικανός να συλλάβει- να επιτύχει τους σκοπούς της.
Να γιατί αγωνιζόμαστε. Να γιατί χρειάστηκε, αρχικά, να σας ακολουθήσουμε σ’ ένα δρόμο που δεν θέλαμε και που στο τέρμα του συναντήσαμε, τελικά, την ήττα. Διότι η δύναμή σας βρισκόταν στην απελπισία σας. Από τη στιγμή που είναι μόνη, πραγματική, σίγουρη για τον εαυτό της, αδυσώπητη στις συνέπειές της, η απελπισία έχει μια ανελέητη ισχύ. Εκείνη μάς συνέτριψε όσο διστάζαμε κι είχαμε ακόμα στα μάτια μας ευτυχισμένες εικόνες. Σκεφτόμασταν πως η ευτυχία είναι η μεγαλύτερη κατάκτηση που κερδίζουμε ενάντια στο πεπρωμένο που μας επιβλήθηκε. Ακόμα και στην ήττα, αυτή η νοσταλγία δεν μας εγκατέλειπε.
Αλλά κάνατε ό,τι χρειαζόταν, μπήκαμε στην ιστορία. Και για πέντε χρόνια ήταν αδύνατο ν’ απολαύσουμε το τιτίβισμα των πουλιών στη βραδινή δροσιά. Αναγκαστικά, γευτήκαμε την απελπισία. Αποκοπήκαμε απ’ τον κόσμο, γιατί κάθε στιγμή του κόσμου έσερνε μαζί της μια πληθώρα φονικών εικόνων. Εδώ και πέντε χρόνια δεν υπάρχει πια πάνω σ’ αυτή τη γη πρωινό δίχως ψυχορραγήματα, βράδυ χωρίς φυλακές, μεσημέρι χωρίς σφαγές. Μάλιστα, αναγκαστήκαμε να σας ακολουθήσουμε. Μα το δύσκολο κατόρθωμα για μας ήταν να σας ακολουθήσουμε στον πόλεμο, χωρίς να ξεχνάμε την ευτυχία. Και μέσα απ’ τα ουρλιαχτά και τη βία, πασχίζαμε να φυλάξουμε στην καρδιά μας τη θύμηση μιας ευτυχισμένης θάλασσας, ενός αξέχαστου για πάντα λόφου, το χαμόγελο ενός αγαπημένου προσώπου. Κι αυτό ήταν το καλύτερο όπλο μας, αυτό που δεν θα παραδώσουμε ποτέ. Γιατί, τη μέρα που θα το χάναμε, θα πεθαίναμε κι εμείς, όπως κι εσείς. Απλώς, τώρα ξέρουμε ότι τα όπλα της ευτυχίας απαιτούν, για να σφυρηλατηθούν, πολύ χρόνο και πολύ αίμα.
Χρειάστηκε να μπούμε στη φιλοσοφία σας, να δεχτούμε να σας μοιάσουμε λίγο. Διαλέξατε τον ηρωισμό δίχως συγκεκριμένο προορισμό, διότι είναι η μόνη αξία που απομένει σ’ έναν κόσμο που έχασε το νόημά του. Και, διαλέγοντάς τον για σας, τον διαλέξατε για όλους και για μας. Αναγκαστήκαμε να σας μιμηθούμε για να μην πεθάνουμε. Αντιληφθήκαμε όμως πως η υπεροχή μας απέναντί σας ήταν ότι είχαμε έναν προορισμό. Τώρα που τελειώνουν όλ’ αυτά, μπορούμε να σας πούμε κάτι που μάθαμε: ο ηρωισμός δεν είναι σπουδαίο πράγμα, η ευτυχία είναι πιο δύσκολη.
Τώρα όλα είναι ξεκάθαρα για σας, ξέρετε ότι είμαστε εχθροί. Αντιπροσωπεύετε τον άνθρωπο της αδικίας, και δεν υπάρχει τίποτα στον κόσμο που ν’ απεχθάνεται περισσότερο η καρδιά μου. Γνωρίζω πια τους λόγους που με κάνουν να νιώθω αυτό το παθιασμένο αίσθημα της απέχθειας. Σας πολεμώ επειδή η λογική σας είναι εγκληματική σαν την καρδιά σας. Κι από τη φρίκη που μας προσφέρατε αφειδώς για τέσσερα χρόνια, η λογική σας έχει το ίδιο μερτικό με το ένστικτό σας. Γι’ αυτό η καταδίκη μου θα είναι ολοκληρωτική: για μένα, είστε κιόλας νεκρός. Αλλά τη στιγμή που θα κρίνω την αποτρόπαια διαγωγή σας, θα θυμηθώ ότι εσείς κι εμείς ξεκινήσαμε από την ίδια μοναξιά, ότι εσείς κι εμείς βρισκόμαστε μαζί με όλη την Ευρώπη στην ίδια τραγωδία του πνεύματος. Και παρά το φέρσιμό σας, θα συνεχίσου να σας αποκαλώ ανθρώπους. Για να είμαστε εντάξει με τα πιστεύω μας, αναγκαζόμαστε να σεβαστούμε σ’ εσάς ό,τι εσείς δεν σέβεστε στους άλλους. Για πολύ καιρό, αυτό υπήρξε το τεράστιο πλεονέκτημά σας, εφόσον σκοτώνετε πιο εύκολα από μας. Κι αυτό θα είναι, για πάντα, το κέρδος όσων σας μοιάζουν. Αλλά για πάντα, εμείς, που δεν σας μοιάζουμε, θα πρέπει να δίνουμε μαρτυρία ώστε ο άνθρωπος, παρά τα χειρότερα λάθη του, να δικαιώνεται και ν’ αθωώνεται.
Να λοιπόν γιατί, στο τέλος αυτού του αγώνα, από την καρδιά αυτής της πόλης που απέκτησε πρόσωπο κόλασης, παρά τα βασανιστήρια που επιβάλλονται στους δικούς μας, παρά τους παραμορφωμένους νεκρούς μας και τα ορφανεμένα χωριά μας, μπορώ να σας πω ότι, την ίδια στιγμή που θα σας τσακίζουμε δίχως έλεος, δεν θα νιώθουμε, παραδόξως, κανένα μίσος για σας. Κι αν αύριο θα ’πρεπε να πεθάνουμε, όπως τόσοι άλλοι, πάλι δεν θα νιώθαμε μίσος. Είναι αδύνατο να σας βεβαιώσουμε πως δεν φοβόμαστε, θα προσπαθούσαμε μόνο να είμαστε λογικοί. Μπορούμε ωστόσο να βεβαιώσουμε ότι δεν μισούμε τίποτα. Κι όσο για το μόνο πράγμα που θα μπορούσα να μισήσω στον κόσμο σήμερα, σας επαναλαμβάνω πως είμαστε εντάξει απέναντί του κι ότι θέλουμε να καταστρέψουμε τη δύναμή σας δίχως ν’ ακρωτηριάσουμε την ψυχή σας.
Βλέπετε πως διατηρείτε πάντα το πλεονέκτημα που είχατε απέναντι μας. Αλλά αυτό το ίδιο συνιστά και τη δική μας υπεροχή. Και χάρη σ’ αυτήν, τώρα, η νύχτα μού είναι πιο ανάλαφρη. Να λοιπόν η δύναμή μας: να σκεφτόμαστε όπως κι εσείς πάνω στα άδυτα του κόσμου, να μην αρνιόμαστε τίποτα από το δράμα μας, μα έχοντας συνάμα περισώσει την ιδέα του ανθρώπου, μετά απ’ αυτή την πανωλεθρία της νοημοσύνης, ν’ αντλούμε το αστείρευτο κουράγιο για αναγέννηση. Βέβαια, η μομφή που απευθύνουμε ενάντια στον κόσμο είναι πάντα βαριά.
Πληρώσαμε πολύ ακριβά αυτή την καινούργια γνώση ώστε η μοίρα μας να πάψει να μας φαίνεται απελπιστική. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι δολοφονημένοι την αυγή, φρικτοί τοίχοι φυλακών, μια Ευρώπη που η γη της καπνίζει από τα εκατομμύρια πτώματα των παιδιών της, πληρώσαμε όλ’ αυτά για δυο τρεις διαφορές που ίσως να βοηθήσουν μερικούς από μας να πεθάνουν καλύτερα. Ναι, αυτό είναι απελπιστικό. Πρέπει ν’ αποδείξουμε πως δεν αξίζουμε τόση αδικία. Είναι το έργο που αναλάβαμε, αρχίζει αύριο. Σε τούτη τη νύχτα της Ευρώπης, γεμάτη καλοκαιριάτικες πνοές, εκατομμύρια άνθρωποι, οπλισμένοι ή άοπλοι, ετοιμάζονται για τον αγώνα. Θ’ ανατείλει η αυγή όπου επιτέλους θα νικηθείτε. Ξέρω πως ο ουρανός που στάθηκε αδιάφορος στις απαίσιες νίκες σας θα παραμείνει απαράλλαχτος και στη δίκαιη ήττα σας. Ακόμα και σήμερα, δεν περιμένω τίποτα απ’ αυτόν. Τουλάχιστον, όμως, θα έχουμε συμβάλει στη διάσωση της ανθρώπινης ύπαρξης από τη μοναξιά όπου θέλατε να τη ρίξετε. Επειδή περιφρονήσατε την πίστη στον άνθρωπο, ήρθε τώρα η σειρά σας να πεθάνετε σωρηδόν, μόνοι κι εγκαταλειμμένοι. Τώρα, μπορώ να σας πω αντίο.
Ιούλιος 1944
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου