Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2020

Δημήτρης Νικηφόρου-Η μπαλάντα του πείσμονος φωτός

Όμως εγώ που τόσο σε αγάπησα φως
γιατί πάντα έβρισκες χαραμάδες
να τρυπώνεις στον ερμητικό μου θάλαμο
καίγοντας τα κρατούμενα του χρόνου
προτού απ' τις σκιές και τις λευκές κηλίδες
ξεπεταχτούν φιλιά και πρόσωπα και ματαιώσεις
για να γεμίσουν κούτες και συρτάρια
με αναθέματα με βόγκους και λυγμούς

Ώσπου μια μέρα αξιώθηκα το θαύμα
που αποτύπωσε την ψυχή μου
έπειτα την τσάκισε και τη δίπλωσε ξανά και πάλι
φτιάχνοντας ένα χάρτινο καραβάκι
ένα καράβι θαυμαστό αφημένο στην τύχη του
που παράδερνε μπρος πίσω ακυβέρνητο
απ' τον αχέροντα στο πράσινο ακρωτήρι
με αναθέματα με βόγκους και λυγμούς

Όμως εγώ που τίποτα δεν μου έλαχε να μισήσω
που χώρισα το φως να μη σε αρνηθώ
και ζω με το πικρό το κίτρο στο αίμα
και στην πλάτη μου ένα νεκρό παιδί
του ψιθυρίζω ησύχασε δεν έχεις φόβο πια
είναι ο θάνατος γλυκός και ανονείρευτος
κι αν δεν μου σάλεψε ο νους ακούω τη φωνή του
με αναθέματα με βόγκους και λυγμούς

Πως είν' εκείνο που με κουβαλά στη ράχη
κι όσο μου λείπεται η ψυχή το βάρος το λυγάει
πως στα σβηστά μου μάτια έχει βουλιάξει
το χάρτινο το θαυμαστό καράβι
με αναθέματα με βόγκους και λυγμούς.

Πηγή:https://www.facebook.com/dimitris.houndimi/posts/1478748672283481

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου