Μέσα σε μια συμπλεγματική ανθρωπότητα, κατάφορτη από τις αμαρτίες παλαιών και νέων δογμάτων, έχω στήσει τα πενήντα τετραγωνικά μου και περιμένω. Με δυό αόρατα για τους άλλους ακουστικά περασμένα στ’ αυτιά μου, αυτοδίδακτος ασυρματιστής που ξέρει ότι σ’ αυτά προπάντων τα “επιτόπου” ταξίδια είναι δυνατόν να παρουσιαστούν οι πιο απροσδόκητες, οι πιο συγκλονιστικές περιπέτειες.
Μια μέρα που ρωτούσα τον Πικάσσο πως έτυχε να μην κάνει ποτέ στη ζωή του μεγάλα ταξίδια, μου αποκρίθηκε: “Παρά να τρέχεις εσύ πίσω από τον κόσμο, δεν είναι καλύτερα να τον κάνεις να ‘ρχεται ‘κείνος κοντά σου;” Και πριν προλάβω ν’ ανοίξω το στόμα μου, συνέχισε: “Ξέρετε πώς; Είναι πολύ απλό. Εξαρτάται από τον τρόπο που ζείς, που εργάζεσαι, που ερωτεύεσαι. Bref, εγώ τις πέντε ηπείρους τις έχω μέσα στο ατελιέ μου”.
Παρά την κάποια οίηση, τα λόγια του μ’ άγγιζαν. Έδιναν βαρύτητα όχι τόσο στην κινητικότητα την ίδια όσο στην ικανότητα του μυαλού μας να υποκαθίσταται σ’ αυτήν. Κι έβαζαν τον τόνο στη σωστή συλλαβή όταν γύρω μου αφθονούσαν οι ανορθογραφίες. Αλήθεια. Παρακολουθούσα, χρόνια τώρα, με κατανόηση αλλά και αμηχανία, τις προσπάθειες που έκαναν μερικοί συνάδελφοί μου για να διαφοροποιηθούν από τους αστούς. Άλλος με το αναποδογύρισμα του εικοσιτετραώρου του. Άλλος με την αλλοίωση του παρουσιαστικού του. Πολλοί, πηδώντας από αεροπλάνο σε αεροπλάνο για να μη συναποκομίσουν επιστρέφοντας παρά μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα και λίγο συμπιεσμένο αέρα. Και τι να πείς για κάποιων άλλων τις καθιερωμένες από καιρό και μεγάλης κυκλοφορίας “αισθαντικές στιγμές”: ‘κείνα τα δειλινά πάνω από το λιμάνι. Το ζητιάνο που παίζει φυσαρμόνικα μες στο ψιλόβροχο. Το κουτσό παιδί στο καλντερίμι της φτωχογειτονιάς. Ο μακρύς διάδρομος ενός νοσοκομείου με τ’ αμαξίδια και τη λευκή μπέρτα που χάνεται στο βάθος. Όλα τους τσαλακωμένα και με καθυστερημένη άφιξη δελτάρια που άμα τα βλέπω να “βγάνουν δάκρυ” ακόμα, μου ‘ρχεται ν’ ανοίξω το παράθυρο και να καλέσω σε βοήθεια τον φίλο μου τον Βορρέα. Θέλει μελτέμι γερό, γεννημένο στην Τήνο, που να ‘ρθει με την ευχή της Παναγίας και να καθαρίσει τον τόπο απ΄όλων των λογιώ της Τουρκιάς και της γηραιάς Ευρώπης τ’ απομεινάρια.
Τότε λοιπόν το ζητούμενο; Η πραγματική ποιητική ζωή; Δεν υπάρχει απάντηση, δεν υπάρχει μάρτυς, κι ίσως αυτό να ‘ναι το ωραίο.Στο σημείο όπου το μόριον της ψυχής μεταβάλλεται πάλι σε μόριον ύλης, εκτός από τον εαυτό σου δεν γίνεται να παρίσταται άλλος κανείς. Κι είναι, αλήθεια, σ’ ένα τέτοιου είδους πείραμα που συνίσταται το μυστικό: να δημιουργείται και στον έξω κόσμο, από τις πράξεις σου ή τις ενέργειές σου, ένας πυρήνας ταυτόσημος μ’ αυτόν που διαμορφώνεται από τις συγκινήσεις σου και τα ιδανικά σου σε όσα γράφεις. Έχει σημασία η συνέπεια και όχι μόνον. Είναι η λειτουργία των συγκοινωνούντων δοχείων που ενδιαφέρει. Να κυκλοφορεί το μυστήριο και στους χώρους με την ίδια ευλογοφάνεια.
Όλα τα παράγωγα της μυστικής ήχησης που συντελείται σε μια γραφή να βρίσκουν την αναλογία τους στο επίπεδο των ανθρωπίνων σχέσεων. Με τέτοιον τρόπο που ακόμα και οι συζεύξεις των λέξεων, οι παραπλήσιες της μαντικής, να βρίσκουν κατ’ αντιστοιχίαν την εφαρμογή τους στις πέραν του ορθολογισμού τυχόν ενέργειες και διασυνδέσεις σου, εάν μπορεί να το πει αυτό κανένας. Το άγνωστο χέρι που σφίγγει το χέρι σου. Το σκοτάδι όπου του θέτεις άστρο. Τ΄αγόρια που ψέλνουν κι η εκκλησία που φανερώνεται. Όλα μαζί κι ένα ένα χωριστά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου