Άγγελε της χιονοθύελλας και των μπλακάουτ, τα βατόμουρα τα
ξέρεις
εκείνα τα ρουμπίνια που από τον πράσινο κήπο του παππού μου
μπορούσες να φέρεις;
Εσύ, στα λάστιχα του χιονιού, εσύ, στα φτερά τα ζαχαρένια,
με παγώνεις. Άσε με να συρθώ στην κουρελού. Άσε να είμαι
δέκα χρονών παιδάκι χωρίς έννοια.
Κλέφτης αλλοτινός, άσε με, να μαζεύω τα παλιά γλυκά φιλιά,
την ώρα που το χειροκρότημα της θάλασσας μας ράπιζε από τ’
αριστερά.
Μόνο στον παππού μου επιτρεπόταν να μπει. Ή στην υπηρέτρια
που ήρθε μ’ ένα δίσκο, να διαλέξει για το πρωινό.
Σ’ αυτήν, με τα πλέοντα στον αέρα ρολά, σ’ αυτήν, με τα σκαλιστά
έπιπλα, γυαλισμένα με άρωμα λεμονιού, σ’ αυτήν, με τη σκόνη
και το φτερό,
κι όχι σ’ εμένα. Ωστόσο, ήρθα κρυφά περνώντας τη χλόη την αρμυρή
ξυπόλυτη, με φόρμα γυμναστικής, μέσα στη δαιδαλώδη αυγή.
Ω, αγγέλισσα της χιονοθύελλας και του μπλακάουτ, εσύ, λευκο-
πρόσωπη Κυρία,
πήγαινέ με στο κόκκινο το στόμα ξανά, εκείνο τον Ιούλιο, στις
είκοσι μία.
Μετάφραση : Κλεοπάτρα Λυμπέρη
Πηγή: https://www.poeticanet.gr/exi-dyo-poiimata-a-259.html?category_id=348
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου