Δεν είναι απάντηση, κι ας μοιάζει έτσι, απέναντι απ’ το νυχτωμένο
πέλαγος
Η λάμπα που δεν άναψε, το τσέλο που δεν βγήκε απ’ τη θήκη του
Και το φεγγάρι που δεν κολύμπησε απόψε ανάμεσα στις μνήμες.
Ο φρέσκος αέρας τρίζει στις χορταριασμένες ζωές
Κι αν ο καθένας ήταν καθρέφτης, πάνω του θα έγραφε τώρα
Αφηρημένα σχέδια με το δάχτυλο, τα μονοπάτια στους γκρεμούς
που προέκυψαν.
Ο θάνατος επιστρέφει απ’ τις εκδρομές, η ερημιά αγκαλιάζει πιο
σφιχτά τον εαυτό της,
Τώρα η μουσική κοιμάται στο νερό, στα πρόσωπα, στα φτερά
του περιστεριού
Η γερτή ράχη της μοίρας πότε φαίνεται, πότε χάνεται
Κι ένα παλιό μολύβι γράφει ακόμα το βιβλίο που απέμεινε·
Είναι σαν να ’χουνε γενέθλια τα κύματα και να γιορτάζουνε μια
φώτιση
Και στο ψηλότερο σημείο της καρδιάς ο φάρος να μην σβήνει
Κι ένα τσέλο να καίγεται και μια φωνή να τρίβεται σαν
ψαροκάικο στον κάβο μιας υπόσχεσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου