Τίναξες στο σκοτάδι μου τ’ άσπρα σου κρίνα
Μου ’δωσες φως και υπόσταση, τόπο και χρόνο
Σου χρωστώ που αναδύθηκα μέσα στα πράγματα
Σήκωσες τη βαριά κουρτίνα, φωταγώγησες
Πρωτόφαντες του ασύλληπτου εκδοχές
Διαστάσεις, περιγράμματα, μορφές του αγνώστου
Ήμουν η προβληματική σκιά, έγινα ο πάσχων άνθρωπος
Ήμουν το ασώματο κορμί, έγινα πνεύμα ενσώματο
Σου χρωστώ που κατοίκησα τους γήινους χώρους
Σου χρωστώ την κατάκτηση των αισθήσεών μου
Τη φωνή των χωμάτων, τον ποδηγέτη μου ήλιο
Το πηγάδι, το φεγγάρι, το τραπεζομάντιλο
Το ψωμί, το κυπαρίσσι, το σπιτίσιο αστέρι
Σου χρωστώ που χάνεσαι στην απεραντοσύνη
Σαν το φτερό που στάζει φως, σαν το μαντίλι
Του χωρισμού, σαν το πικρό τραγούδι – και που
Επιστρέφεις την αυγή κομίζοντας ένα λαμπρό
Κοχύλι, ένα θαλασσινό πουλί, ένα ανθισμένο φύκι
Ένα κοράλλι από θαμπούς βυθούς, ένα πεφτάστρι
Σου χρωστώ τα θαύματα του καθ’ ημέραν βίου
Σου χρωστώ τα θαύματα με το υλικό τους βάρος
Σου χρωστώ την έξωθεν καλή μαρτυρία τού κόσμου
Σου χρωστώ την ενσάρκωση και τη διδασκαλία
Την προσευχή και τη φανέρωση
Της προδοσίας τ’ αργύρια, το λινό σεντόνι
Τη μαύρη βούλα του αίματος στο έναστρο στήθος
Σου χρωστώ που γεύτηκα το μέλι και το ξύδι
Σου χρωστώ που δέχτηκα τη ζωή χωρίς απόκριση
Σου χρωστώ που καθίδρυσα τη συντέλειά μου στ’ άστρα
Σου χρωστώ που καταθέτω ταπεινά τη γραφίδα μου
Σου χρωστώ που επιστρέφω με γαλήνη στον ίσκιο μου
Από τη συλλογή Η Περσεφόνη των γυρισμών (1974)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου