(Ι)
ΘΑΝΑΤΟΣ
Κάποτε λέγαμε πως θάνατος είναι
οι γυναίκες που αγαπιούνται
καθώς να καθαρίζουνε κρεμμύδια -και τα παρόμοια.
Μετά ήρθανε χρόνια βαριά‧ είπαμε:
ο θάνατος είναι ένας Meister από τη Γερμανία-
είπαμε: ο θάνατος είναι ένας Αμερικανός πιλότος-
είπαμε: ο θάνατος είναι ένας άντρας που φτιάχνει
τη βόμβα
κι έπειτα απαγγέλλει στίχους του Μπαγκαβάντ Γκίτα
μπροστά στην κάμερα.
Ή ακόμη, το αγοράκι (πες το και κοριτσάκι,
αν θες -το ίδιο είναι)
που κουνά το σημαιάκι στην παρέλαση.
Μα ποτέ δεν είπαμε πως θάνατος είναι
το ενισχυμένο γάλα που δίνουμε στο μωρό μας
κλεμμένο από το στόμα ενός άλλου μωρού,
ενισχυμένο από τη φυσιολογική πείνα του.
(ΙΙ)
ΕΘΕΛΟΝΤΗΣ ΣΤΟΝ ΚΑΤΑΥΛΙΣΜΟ ΤΩΝ ΤΣΙΓΓΑΝΩΝ, 1999
Έγινε μεγάλος ντόρος με την είδηση
που βγάλανε οι εθελοντές από τον τσιγγάνικο μαχαλά
στην κοίτη του Γαλλικού ποταμού:
τα ποντίκια έφαγαν δυο δάχτυλα ενός μωρού,
του αβάφτιστου παιδιού των Τσαβαλαίων.
Και να τηλεοράσεις και κοντινά πλάνα
στο ακρωτηριασμένο χέρι,
και να τσιγγάνοι να μιλούν
πως το ποτάμι θα φουσκώσει και θα τους πάρει,
και να δηλώσεις των εθελοντών,
πως οι τσιγγάνοι είναι εγκλωβισμένοι
στην κοίτη ενός ποταμού,
με τους δημάρχους να τους διώχνουν από παντού
σαν να ‘τανε σκουπίδια,
με την αστυνομία να τους κυνηγά και τις
αρρώστιες να τους θερίζουν…
Την άλλη μέρα σκέφτηκε πως όλη ετούτη
η δημοσιότητα
ήτανε πολύ χρήσιμη για το σκοπό τους.
Το ζήτημα είναι να βλέπεις τις τηλεοράσεις ως εργαλείο:
τόσα χρόνια μιλούσανε για τα δικαιώματα
των τσιγγάνων,
για το σχολείο των παιδιών τους, για την
ανάγκη των εμβολιασμών,
και δεν τους άκουγε κανείς.
Τώρα, εξαιτίας του κοντινού πλάνου με τα
ακρωτηριασμένα δάχτυλα,
βούιξε ο τόπος.
Κι έτσι, το απόγευμα που πήγε στο μαχαλά
του Γαλλικού,
γύρισε όλες τις παράγκες μία-μία
κι άφησε χαρτάκι με το κινητό του τηλέφωνο,
αν τυχόν ποντίκια φάνε δάχτυλα παιδιού,
να τον ενημερώσουν αμέσως, να τηλεφωνήσει
στα κανάλια.
Μονάχα από την παράγκα των Τσαβαλαίων
δεν πέρασε,
εκεί τα ποντίκια είχανε κάνει ήδη τη δουλειά.
(III)
ΘΑ ΣΑΣ ΠΕΡΙΜΕΝΩ
Όταν πεθάνω
οι φίλοι που θέλετε να με θυμάστε
να ξυπνάτε τις νύχτες
και να ψάχνετε στα κινητά σας αν βρέχει
στην Αντίς Αμπέμπα,
αν κατεβάζει λάσπη ο χείμαρρος στο Ορφανοτροφείο
της Τέσφα,
αν το κροτάλισμα της μπόρας στη λαμαρίνα
φοβίζει τον ύπνο των παιδιών.
Σ’ αυτήν την αναζήτηση
(και όχι σε βιβλία ή κείμενα ή λέξεις)
θα φωλιάζει η μνήμη μου.
Εκεί θα είμαι,
στο άγγιγμα του δαχτύλου σας στην οθόνη
αφής σας,
και θα σας περιμένω να ξημερώσει
για να μου πείτε πως η λαμαρίνα
άντεξε, πως τα παιδιά ξυπνήσανε καλά.
(IV)
ΥΠΝΟΣ
Όταν σου τραγουδούν «Κοιμήσου, αγγελούδι
μου»,
εννοούν «Κοιμήσου, αγγελούδι μου,
να βάλω μια στολή
να βγω στους δρόμους, να κάψω τους
φτωχούς».
Κι εσύ κοιμάσαι, πάντοτε κοιμάσαι,
απ’ όταν ήσουνα μικρό παιδί,
γλυκοκοιμάσαι.
ΠΗΓΗ: «Θα σας περιμένω, ποιήματα 2013-2018», Θανάσης Τριαρίδης | Εκδόσεις: Gutenberg, 2018
Αναδημοσίευση από: https://exitirion.wordpress.com/2021/05/05/thanasis-triaridis-4poems/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου