Πέμπτη 19 Μαΐου 2022

Μάρκος Μέσκος-Τέσσερα ποιήματα

 Tὸ τύμπανο

Πάλι τὸ ὑποχθόνιο τύμπανο
μήνυμα ρυθμὸς φωνὲς ἀπελπισμένες
– ποιοί δὲν κοιμοῦνται ἐκεῖ κάτω;

Tώρα τώρα τώρα
φιλιὰ κι ἀγκαλιὲς καὶ ἄνθη ξεγραμμένα
ἀπύθμενος λάκκος παρέα στὸν κάτω μαχαλὰ
σαρκάζει τ’ ἀλησμόνητα καθὼς
λιωμένοι στὸ φῶς καὶ στὸ σκοτάδι
τῆς λήθης καπηλειὸ ποδάρι τοῦ ἀόρατου χρόνου
λεηλατεῖ  ἀκατάπαυστα ζωές· μαχαίρι καὶ πληγὲς
μὴν ξεκολλώντας τὸ ἀρχαῖο φιλί.

Tώρα τώρα τώρα
– Σιωπή!

Αὐτογνωσία

Ἐννοοῦσε τὴν ματαιότητά του
χαϊδεύοντας τὴν εὐδία τῶν οὐρανῶν
στὸ χῶμα τὸ ἀπριλιάτικο λουλούδι τὴν εὐχὴ
τῆς μάνας καὶ τὸ καθημερινὸ νερὸ στὸ πρόσωπό του·
τὸ πολύβουο μελίσσι τὶς ἀμέριμνες πεταλοῦδες
τῶν εὐλογημένων καρπῶν τὴ γεύση στὰ χείλη
– καὶ τὰ ὄνειρα;

Στὰ βήματα τοῦ χοροῦ τῆς λάβας τῶν ἡφαιστείων θαρρεῖς
πατώντας πετώντας ψηλὰ μνῆμες ποὺ κόβουν στὰ δυὸ
τὴν ἀνάσα τῆς ζωῆς κάθε ταπεινωμένου.

Ἐκεῖ συχνὰ συλλογᾶται τὸ ἀνύπαρκτο θαῦμα
ρίζες ποὺ ὡστόσο ἐπιμένουν ὡσὰν
ξεφτίδια καὶ σκόνη αὔριον

(ὁ γκρεμὸς ποὺ χάσκει τρομερὸς
στὴ λησμοσύνη τῆς ἀγάπης
τὴν σκοτωμένη) – ρυάκι ἀπόμερο
σιγανὴ φωτιά.

Αετὸς

Τῆς Κατερίνας Κ. καὶ τοῦ Κώστα Θ. Ρ.

Κάποτε στὴ Xώρα
ρώτησαν πολλοὶ τί ἀπόμεινε ἀπὸ τὴν Ποίηση
ἂν ὑπάρχουν σήμερα ποιητές.

Κανεὶς δὲν ἔδινε ἀπάντηση·

μιὰ μέρα ἀπρόσμενη
φάνηκε ἕνα παιδὶ δεκάχρονο
(εἴπανε κάποιοι πὼς εἶναι γέροντας σοφὸς
πὼς ἄλλαξε τὴν ἡλικία του τὰ ροῦχα καὶ τὴν ὄψη του).

Μίλησε λοιπὸν τὸ παιδί :
οἱ ποιητὲς καὶ σήμερα ὑπάρχουν – τὰ πουλιὰ εἶναι !
Πουλιὰ τοῦ κάμπου καὶ τῆς ἀετόπετρας
ποὺ βλέπουν μακριὰ πέρα ἀπὸ τὸ ἀτλάζι καὶ τοὺς κε-
ραυνοὺς καταδικασμένα
ἀνάμεσα στὴ βαρβαρότητα νὰ ζοῦν
σκλάβοι ἀκούσιοι μὲ σίδερα στὰ πόδια
στὴ μιζέρια τὸ σκότος καὶ τὴν ντροπὴ μὲ τοὺς λωτοὺς
τῆς λήθης ἐκμαυλισμένοι·

οἱ ποιητὲς σήμερα χωρὶς ἀκρόνυχα
χωρὶς ἄλογα καὶ ἀγαπημένα
βάλτωσαν στὴ νοσταλγία τοῦ Ὕψους.

(Αὐτὰ εἶπε τὸ παιδὶ μὰ κανεὶς δὲν τὸ πίστεψε.)

Χειραψία

Οὔτε μπάτης μήτε ἄμμος ξανθὴ
φίλιο ἔρεβος μπροστὰ καὶ Τάρταρα μαῦρα τώρα·
πήραμε τὴ ζωή μας λάθος μὰ δὲν ἀλλάξαμε ζωὴ

τρελὴ ἀπόφαση μέχρι νὰ ξημερώσει σὰν
τελευταία μέρα γραφῆς καὶ Ποίημα στερνό.

Πλησίον ἡ ἀπόσταση

Κάποιο δειλινὸ πῆραν τὸν δρόμο τοῦ δάσους
καὶ χάθηκαν· φύλλα ἀγαπημένα κλωνιὰ κορμοὶ
νέοι φτερὰ πουλιῶν χαρτιὰ πεταμένα τοὺς σκέ-
πασαν.

Δὲν φάνηκε ξανὰ τὸ πρόσωπό τους –
ποιός ἄραγε τοὺς θυμᾶται ;

Ἄλφα Βῆτα, Κίχλη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου