Στις βραδινές βρεγμένες στράτες
αχνίζει ένα φως θαλασσί
πλατύ χέρι στην καρδιά
βήματα ερειπωμένα
τρεις εραστές διαβαίνουν απ’ τα χέρια πιασμένοι.
Ο πρώτος…
Κρέμασε σ’ ένα δέντρο την αγάπη του
τα μεσάνυχτα προσεύχεται κάτω απ’ το δέντρο
να κατέβει η αγάπη πιασμένη απ’ τα φύλλα
να κοπάσει η πλημμύρα των φύλλων που λιώνουν
τα δάκρυά του στο χώμα τα πίνει ένας σκύλος
η αγάπη στα κλαδιά τον πετροβολάει
το δέντρο ουρλιάζει ο αγέρας ο σκύλος.
Ο δεύτερος…
Χάρισε την αγάπη του σ’ έναν τρελό βιολιστή
ο τρελός την επήρε τραγούδι
βρέχει ο ουρανός λουλούδια νομίσματα
αντηχούνε οι δρόμοι τ’ ολέθριο βιολί
της αγάπης το τραγούδι το’χουν μάθει τώρα όλοι
με χείλια σφιχτά μελανά το σφυρίζουν
μόνο αυτός δεν το ξέρει.
Ο τρίτος…
Έκανε την αγάπη του καράβι
την κατευόδωσε στις τρεις θάλασσες
τώρα έγινε πάλι παιδί
σιάχνει πύργους με άμμο
και μαζεύει χαλίκια κοχύλια
και προσμένει να γυρίσει ξανά
το καράβι η αγάπη.
Στην καρδιά τους έχουν κι οι τρεις χαράξει ένα δέντρο
ένα βιολί σιμά στ’ αυτί θα τους τρελάνει
κι ο καπετάνιος παίζει στο βυθό με τα κοράλλια.
Η Λησμονημένη, 1945
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου