Χάρη στο ότι είσαι φωτεινή και στο ότι ποτίζεις τη δίψα
Όπως ανοίγουμε το χέρι να ελευθερώσουμε κάποιο φτερό
Χάρη στο ότι μερίζεσαι και επανενώνεσαι
Σαν στόμα που σουφρώνει και φρικιά
Σαν γλώσσα με νου και λόγο που εγκαταλείπεται
Δυο χέρια που ανοίγουν και κλείνουνε
Κάνοντας τη μέρα κάνοντας τη νύχτα και ξανανάβοντας
Μια φωτιά που κλωσάει χίλια παιδιά απελπισμένα
Χάρη στο ότι ενσαρκώνεις τη φύση την πιστή
Δυνατή σαν ώριμο καρπό αδύναμη σαν κάτι χαράματα
Που ξεχειλίζουν εποχές και θεραπεύουν ανθρώπους
Χάρη στο ότι είσαι σαν λιβάδι που ρουφάει το νερό
Που αρδεύει το έδαφός σου με την ουσία την ανώτερη
Έτσι αθώο όπως περιμένει κάποιο βήμα τραυλό
Σαν δουλειά και σαν παιχνίδι σαν πράξη αριθμητική
Λανθασμένη ίσαμε το κόκαλο σαν δώρο και σαν αρπαγή
Χάρη στο ότι είσαι τόσο υπομονετική και σβέλτη και δίκαιη
Χάρη στο ότι ανακατεύεις του φωτός το στάρι
Με θωπείες σαρκικές και γήινες τα μεσάνυχτα
Το μεσημέρι και χωρίς να ξέρεις αν η ζωή αξίζει καθόλου
Μου ανοίχτηκες μια μέρα μια μέρα που ήτανε ακόμα σήμερα
Μπορεί όμως και αύριο Μηδέν είναι το πάντοτε Το ποτέ δεν υπάρχει
Κι εσύ διακινδυνεύεις τη ζωή σου ιδίοις αναλώμασι
Λιγότερο από μένα που κατάγομαι από αλλού και από το τίποτα.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου