Λες ν’ αυτοκτόνησε ο Θεός, μητέρα,
σαν έφτιαξε τον κόσμο
δεν άντεξε την παραδείσια ομορφιά·
ή, δεν του φτάσανε όλα τα νερά
για να πλύνει τα χέρια του· ο δημιουργός τους.
Λες να πορευόμαστε μονάχοι πια, μητέρα,
όταν ο Μέγας Σχιζοφρενής
κατάλυσε τον εαυτό του
φυσώντας την πνοή του στον Αδάμ
μ’ ένα «Χαίρε»;
Πέντε αισθήσεις, λοιπόν.
Κι’ άντε να βυζάξεις το Μυστήριο
με νεκρούς πριν και μετά από σένα
«ων ουκ έστι αριθμός».
Ο εργάτης με το compresseur
χαμογελά στο πέρασμά μου, ρίχνει λόγια.
Να, κάποιος που ανοίγει δρόμους.
– Μάνα!
Ταυτότητα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου