Τότε:
Εσύ: με νεκρή την καρδιά και τα μάτια κλεισμένα
στης ζωής μας μπροστά την ασκήμια
κι εγώ: με σφαγμένη καρδιά και με σπλάχνα σκισμένα
με του πόνου ντυμένος τη γύμνια.
Εσύ: δίχως βάσανα πια και με χέρια σφιχτά σταυρωμένα,
στα που πόνους δε νιώθουνε στήθια
κι εγώ: με τα χέρια παντού της ψυχής απλωμένα,
ζητιανεύοντας κάποια βοήθεια
Εσύ: μέσ’ στην πρώτη χαρά τρισμακάριος μιας χώρας,
μια ψυχή που πετά μαγεμένη
κι εγώ: του γκρεμού το δεντρί μιας ακράτητης μπόρας
η μανία, φριχτά που το δέρνει.
Και τώρα:
Εσύ: Μια ψυχή το κορμί της που λιώνει στον τάφο
προσφορά στη γιγάντια φρίκη
Κι εγώ: του καημού βασιλιάς, μοιρολόγια που γράφω
της ψευτιάς διαλαλώντας τη νίκη.
Ηρακλής Κακαβάνης, Φώτης Αγγουλές ο προλετάριος ποιητής, ατέχνως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου