Αιφνιδιαστικά εμφανίστηκε
το εκτόπλασμα της μεγάλης μας τάξης,
το κτίριο κι ο χαμηλός ουρανός πριν τη βροχή.
Έξυνα περίτεχνα ένα μολύβι
έμπλεος στο βοημικό του άρωμα.
Ο δάσκαλος (μπεζ αγγλική καμπαρντίνα
ως τα παπούτσια) κοίταζε το παράθυρο.
«Έρχεται καταιγίδα!» είπε.
Nοέμβριος του ’56, για να είμαστε συγκεκριμένοι.
Στο σπίτι είχαν εισβάλει πρωτοσέλιδα
τανκς απ’ τη Βουδαπέστη
(οδομαχίες κάτω από μεγάλους τίτλους).
Στο ανατολικό δωμάτιο να προσθέσω
η αρρώστια επώαζε την απειλή της
(αεικίνητες θείες
ψίθυροι
η χοντρή νοσοκόμα με το βραστήρα),
οι ίδιοι πάντα επισκέπτες
λίγο πριν απ’ το βράδυ
κοίταζαν τα παπούτσια τους
(ηθοποιοί που έχουν ξεχάσει το ρόλο).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου