Ο ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ
Ο δημιουργός είναι
ο δασοφύλακας της ουσίας
ο ερριμμένος σε ποντισμένο πεδίο
σε χάος αιχμηρό
πότε ανοίγει τη θυρίδα
της αποκάλυψης
πότε αποκρύπτει
το ικάριο τοπίο
σε εκτυφλωτικό φως
Πρέπει να έχεις
άγρια στέγη
ζήλο φλογερό
για να δεις και μόνο
τη μαγική κιβωτό
*
ΟΠΩΣ Ο ΥΕΤΙΟΣ
ΑΝΤΡΕΪ ΤΑΡΚΟΦΣΚΙ
Ταραγμένα νήματα αστραπής
ανέμου στάχτη
Παράξενο
μερικοί δέχονται το νυγμό
από κ ά τ ι ασύλληπτο
φέρουν το ίχνος
σύμπαντος πορφυρού
ανάμεσά μας ζουν
Εμείς παράλυτοι και
άφωνοι αμνοί
με οστά σκοτεινά
τρυπημένα
τείνουμε αργά το κεφάλι
στους αστρόφωτους αυτούς
μα η ανύψωσή μας
δεν είναι πάντα δυνατή
*
Ο ΗΘΟΠΟΙΟΣ
Ελαφρές υποκλίσεις. Μόλις προφταίνω να φυγαδεύσω
από τον τελευταίο φεγγίτη τον δαίμονά μου . . .
Ζω μέσα σε ένοπλο χρόνο ενδεής, ακατάβλητος
πρέπει να θάβω κάθε νύχτα άγνωστα κρανία
λυπημένες φωνές . . .
Είμαι η σορός η διώρυγα η διήθηση φαντασμάτων,
είμαι η ακραία υπεκφυγή . . .
Η ευρεσιτεχνία μου αλόη εκούσιας τρέλας
ρίγος χαχανητό
Παρατείνω το πρόθυμο ψέμα των κατακτητών
Είμαι η αργία του θεού και η υπερωρία του διαβόλου
Είμαι το τοπίο ά ν θ ρ ω π ο ς
Καταυγάζω κατάφαση οδυνηρή
Βροχές θα περιρρέουν την απτή απουσία μου ή βάμμα
σιωπής, πολλοί θα μου προτείνουν ίαση αλλά θα είναι
αδύνατη αφού η ανατομία του ονείρου ποτέ δεν θα
μας γίνει γνωστή . . .
*
ΜΕΣ ΣΤΟΝ ΚΑΘΕΔΡΙΚΟ
Μες στον καθεδρικό
της λύπης σου θα κατοικήσω
ανασηκώνοντας πράσινα φύλλα
κάποιων απρόσεκτων προσκυνητών
Στις στοές
τα βήματά μου θα ηχούν
Θα ζω από γενναιοδωρίες
αγγέλων
από φευγαλέα σχήματα
ουρανών
Θα οικήσω τη νύχτα σου
έναστρο κύμα θα γίνω
φλεγόμενος αναβάτης
σε σύμπαν σκοτεινό
Κολυμβητή των μαύρων
θαλασσών
στους λευκούς θόλους σου
η ερημία των ασκητών
κι εγώ
που είμαι αναθυμίαση
από όραμα μελλοντικό
*
ΑΙΩΝΟΣ ΕΓΚΩΜΙΟΝ
Δεν είναι ο αιώνας μας ο μόνος που χλοερή μωρία
μορφάζει, αδιάσειστη έρημο, επιδέξιο φόνο, στεντόρεια
έριδα, τεφρό μεσημέρι, δεν είναι ο αιώνας μας ο μόνος
λίκνο της σφαγμένης γουρούνας, της σκελετών ο εξώ-
στης, ρόγχος κόκκινου μολοσσού, σαθρή αρτηρία.
Τρίβονται τα κουρέλια της ποίησης σε χάρτη βάναυσων
χόρτων, η ιστορία, βλέπετε, είναι ένα τρυφερό μουσείο
ασφυξίας μια μεταρρύθμιση στη συλλογική πλήξη
*
ΨΥΧΟΣΤΑΣΙΑ
Όταν η γραφή μου
εξάπτεται από το έλκος
της τέφρας
κυκλώνας έρχεται
σηκώνει άμουσες στέγες
λυγίζει άνθη σ' αιμόφυρτο
χάος
κάθε ποιητής λέω τότε
έχει την πάτμο του
την αποικία του
τη δυσαναλογία του
την εξορία του
ακόμη λέω
αν δεν υπάρχεις παράκτιος
θρόιζε κραυγάζοντας
σαρκάζοντας ή μειδιώντας
της ζωής μόνο
τον πολυάκανθο κόμπο
μη χαμηλώνεις
ΜΑΤΙΝΑ ΜΟΣΧΟΒΗ
ΥΟΣΚΥΑΜΟΣ / ΝΟΥΜΗΝΙΑ
ΑΓΡΑ 1991
Αντλήθηκαν απ' το προφίλ του Γιώργου Αλπογιάννη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου