Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2020

Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου-Μες στ' αυτοκίνητα



Ἔτσι καθώς κατηφορίζει ἡ φάλαγγα

λικνίζοντας στόν ἴλιγγο τούς προβολεῖς της

καί σβήνεις τά φῶτα σου στά φῶτα τῶν ἄλλων κι ἐκστασιάζεσαι

μές στό γλυκό σου χαμό -ἔτσι καί τώρα

βαραίνω ἀργά ἐντός σου κι ἀπομένω

μοναχικό πουλί στήν ἄσφαλτο κι ἔντρομος βλέπω

τό φῶς νά σπιθίζει τά δικά μου

χαμηλωμένα φῶτα.


                                       Ὅπως ὅταν

μές σέ κρυστάλλινο ποτήρι πίνεις

τό πιό ἀκριβό ποτό κι ἡ μουσική κι ὅλα τά φῶτα

σέ μηδενίζουν φέγγοντας τήν ἀκριβή σου ἀγάπη

σ' ἔκπαγλη ὀμορφιά κι ἀναβοσβήνεις

στή φρίκη μιᾶς ἀποτρόπαιης στιγμῆς, ἔτσι καί πάλι

θά σέ δεχθῶ μές στή γλυκιά σου πόλη καίγοντας

μιά χαμηλή, λαχανιασμένη φλόγα.


                                                                  ΚΙ ὅταν

μακραίνουν οἱ στρατιῶτες στό προχωρημένο βράδι

πιάνοντας ἐπαφή μέ ἀκραίους σταθμούς, ξάφνου ἐγγίζουν

συντρίμμια ἀναλυμένης μουσικῆς -ἔτσι καί τώρα

μές στ᾿ αὐτοκίνητα καί στή βουή τῶν δρόμων

ἀκούω τήν ἀπόκοσμη φωνή σου νά σπαράζει

πληθαἰνοντας ἐντός μου τήν ἀπόγνωση καί βλέπω

τήν πιό παράφορη ὀμορφιά νά πνίγεται

μές στίς φωνές τῆς ἄνοιξης καί νά πεθαίνει.


Νίκος-Ἀλέξης Ἀσλάνογλου, «Ὁ θάνατος τοῦ Μύρωνα», Διαγώνος, Θεσσαλονίκη 1960, σ. 7.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου