[…] Γυρίζει στον καφετζή, του σφυρίζει και του κάνει ένα νόημα δυσερμήνευτο. Εκείνος έρχεται και ακουμπάει πάνω στο ποδοσφαιράκι ένα μεγάλο μπλοκ ζωγραφικής, με ένα από εκείνα τα παλιά μεταλλικά στιλό, με τα τέσσερα διαφορετικά μελάνια. Ο Τζίμης άρχισε να σχεδιάζει πάνω στο χαρτί, με σκυμμένο κεφάλι, μιλώντας ασταμάτητα.
«Μου περνιέσαι και για διαβασμένος… πώς βλέπεις, ρε αγροίκε, ένα έργο γλυπτικής και ψάχνεις τον κάθετο άξονα στο έργο; Έτσι έπρεπε να βλέπεις και τον Κούδα στο γήπεδο».
[…] Μιλούσε και ζωγράφιζε με παροξυσμό στό χαρτί τις γραμμές για δεκάδες παιχνίδια, εκατοντάδες φάσεις… ζωγράφιζε πυρετωδώς χιλιάδες επινοήσεις και πάνω στο χαρτί του βγαίνανε σχήματα γεωμετρικά, όλων των ειδών, σχήματα αλλόκοτα, παράξενα… έβγαιναν αστέρια, πουλιά, χαμόγελα, μέχρι και τρεχαντήρια, πράγματα που ποτέ δεν είχα φανταστεί.
«Και θες να καταλάβεις, ρε χαμουτζή, από Κούδα… δεν τα χωράει κάτι τέτοια το κουκούτσι σου… […] Λέγε, ρε χαμουτζή, το χωράει το κουκούτσι σου; Το χωράει ότι το ποδόσφαιρο είναι τέχνη και γεωμετρία; Ότι ένα γλυπτό σε φυσικό μέγεθος μπορεί να κινείται στο γήπεδο; Ότι στο γήπεδο ο κύκλος τετραγωνίζεται; Το χωράει ρε; Σε ρωτάω… […] Έπρεπε τα γήπεδα απ΄ έξω να ΄χουνε την ίδια επιγραφή που είχε και η ακαδημία του Πλάτωνα –μηδείς αγεωμέτρητος εισίτω– και τότε να δούμε πού θα βλέπατε μπάλα…»
[…] Βάζει τα χέρια του πάνω στις ρόδες κι αρχίζει να σπρώχνει το καροτσάκι προς την έξοδο. […]
«Ρε Τζίμη, δεν μου είπες… τι ήτανε, τελικά, για σένανε ο Κούδας;»
Ο Τζίμης σταμάτησε το καροτσάκι, γύρισε, με κοίταξε με εκείνα τα λαμπερά πράσινα μάτια που είχαν βουρκώσει και μου είπε με καθαρή φωνή:
«Τα πόδια μου, ρε χαμουτζή… τα πόδια μου…»
Ύστερα έβαλε τα χέρια του σταθερά στις ρόδες, έγειρε ελαφρά προς τα εμπρός, κατέβηκε σιγά σιγά την μπάρα και χάθηκε στον μισοσκότεινο δρόμο. Μέσα στο καφενείο άρχισε να ψιχαλίζει…
Χρίστος Χαραλαμπόπουλος (1962-06/09/2020)
από τη συλλογή: Το ημίχρονο του θανάτου, Ελληνικά Γράμματα 2005.
Πηγή:https://sarantakos.wordpress.com/2010/07/27/podosfairo/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου