Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2020

Κώστας Αρκουδέας-Το χαμένο νόμπελ (απόσπασμα)

 


Τον Αύγουστο του 1952, έπειτα από πολυετή κράτηση στα ξερονήσια και υπό την πίεση διεθνών προσωπικοτήτων, όπως ο Πάμπλο Νερούδα, ο Πωλ Ελυάρ και ο Πάμπλο Πικάσο, ο Γιάννης Ρίτσος απελευθερώθηκε και επέστρεψε στην Αθήνα.

Επιτέλους, λίγη γαλήνη.

Παντρεύτηκε την «αρραβωνιαστικιά» του στα χρόνια της εξορίας, μετακόμισαν στη Σάμο και έκαναν μια κόρη. Ήταν ίσως η ευτυχέστερη περίοδος της ζωής του. Βρήκε μόνιμη εκδοτική στέγη στον Κέδρο της Νανάς Καλλιανέση, όπου εξέδωσε το σύνολο σχεδόν του ποιητικού του έργου. Η Σάμος στάθηκε για αυτόν μια δεύτερη πηγή έμπνευσης, μετά τη Μονεμβασιά. Άρχισε να γράφει τα ωριμότερα, τα πιο βαθυστόχαστα αλλά και πιο προσωπικά του έργα.

Θα πίστευε κανείς ότι τα βάσανά του είχαν τελειώσει. Αμ δε! Οι απριλιανοί δικτάτορες χτύπησαν μια νύχτα την πόρτα του και τον συνέλαβαν. Ο ποιητής τούς περίμενε σαν έτοιμος από καιρό, με το «βαλιτσάκι της εξορίας» στα πόδια του. Μέσα είχε όλα τα χρειαζούμενα: ένα καμινέτο, ένα μπρίκι, δυο φλιτζάνια, δυο αλλαξιές ρούχα και τα ξυριστικά του. Ήταν καλοντυμένος όπως πάντα, με λευκό κουστούμι και φρεσκογυαλισμένα παπούτσια.


Το χαμένο Νόμπελ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου