Τετάρτη 1 Ιουνίου 2022

Τσαρλς Μπουκόφσκι-Τέσσερα ποιήματα


Η ΣΥΝΕΧΟΜΕΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

Πάνω και κάτω στις λεωφόρους
οι άνθρωποι πονάνε.
κοιμούνται και πονάνε,
ξυπνάνε και πονάνε.
ακόμα και τα κτίρια πονάνε,
οι γέφυρες,
τα λουλούδια πονάνε
και δε θα υπάρξει τίποτα
που να μπορέσει να τον
απαλλάξει,
να μας απαλλάξει.
ο πόνος μένει, ο πόνος επιπλέει,
ο πόνος περιμένει.
ο πόνος είναι.

η μουσική είναι χάλια
και η αγάπη
και τα γραπτά

τώρα, εδώ σ' αυτό το μέρος
καθώς τα γράφω όλα αυτά

ή καθώς τα διαβάζεις όλα αυτά
τώρα, εκεί στο δικό σου μέρος.

ΑΥΤΟ ΤΟ ΕΙΔΟΣ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ

Κάποιες φορές πιστεύω
πως οι θεοί
επίτηδες επιμένουν να με σπρώχνουν
μέσα στη φωτιά
μόνο και μόνο
για να με ακούσουν
να ουρλιάζω
κάποιες καλές αράδες.

δεν έχουν κανένα σκοπό
να με αφήσουν να συνταξιοδοτηθώ
με το μεταξωτό κασκόλ μου στον λαιμό
να δίνω διαλέξεις στο Γιέιλ.

οι θεοί με χρειάζονται
για να τους διασκεδάζω.

πρέπει να βαριούνται τρομερά
με όλους τους υπόλοιπους

όπως κι εγώ.

και τώρα ο καπνός απ' το τσιγάρο μου
στέγνωσε.
κάθομαι εδώ
και το τινάζω
απελπισμένα.

αυτού του είδους τη φωτιά
δεν μπορούν
να μου την δώσουν.




Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

Προβάλλοντας μέσα από την πίσσα
και την κατήφεια και τα ανείπωτα εμπόδια,
ανασταίνεσαι ξανά ως ένας άλλος φρικιαστικός
Λάζαρος,
έκθαμβος από τη δύναμη
της τύχης σου.
κάπου, με κάποιον τρόπο απέκτησες μια
πρόσθετη δόση αντοχής.
διάολε, δέξου τη.
την έχεις. την έχεις.
κοιτάς στον καθρέφτη του μπάνιου
ένα χαμόγελο ηλίθιου.
την γνωρίζεις την τύχη.
κάποιοι πέφτουν και ποτέ ξανά
δεν σηκώνονται.
κάτι σου φέρεται με καλοσύνη.
φεύγεις απ' τον καθρέφτη και περπατάς
ξανά μέσα στον κόσμο.
βρίσκεις μια καρέκλα, κάθεσαι, ανάβεις
ένα τσιγάρο.
επιστρέφεις ύστερα από χιλιάδες πολέμους
κοιτάζεις έξω από μια ανοιχτή πόρτα
τη νύχτα.
Ο Σιμπέλιους ακούγεται στο ράδιο.
τίποτα δεν έχει καταστραφεί.
φυσάς καπνό μέσα στη μαύρη νύχτα,
τρίβεις το δάχτυλό σου πίσω από
το αριστερό σου αυτί.
μωρό μου, τώρα, τα έχεις όλα.

ΠΕΘΑΝΕ ΣΤΙΣ 9 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1553

Στο κρεβάτι με γρίπη διαβάζοντας Ραμπελαί
καθώς η γάτα ροχαλίζει
η τουαλέτα του μπάνιου τσιτσιρίζει
και τα μάτια μου καίνε.

αφήνω τον Ραμπελαί κάτω
και ανοιγοκλείνω τα βλέφαρά μου.
αυτό κάνουν οι συγγραφείς
ο ένας στον άλλο.

εκείνον, τον αντικαθιστώ
με μια ταμπλέτα βιταμίνης C.

αν μπορούσαμε μόνο να καταπιούμε
τον θάνατο έτσι (νομίζω ότι μπορούμε)
ή ο θάνατος να μας κατάπινε έτσι (νομίζω
ότι μπορεί).

η ζωή δεν είναι αυτό που πιστεύουμε
ότι είναι,
είναι μόνο αυτό που φανταζόμαστε
ότι είναι.
και για εμάς, αυτό που φανταζόμαστε
είναι αυτό που γίνεται.

Φαντάζομαι τον εαυτό μου απαλλαγμένο
απ' αυτή τη γρίπη.

Βλέπω τον εαυτό μου
να παρελαύνει στα πεζοδρόμια πάλι
ανάμεσα στους καρχαρίες
αυτού του κόσμου...

εν τω μεταξύ, η γάτα, όπως
και τα περισσότερα πράγματα,
στριμώχνεται πολύ κοντά μου.
Την σπρώχνω απαλά μακριά μου,
καθώς σκέφτομαι, Ραμπελαί
ήσουν ένας πραγματικά
πολύ ενδιαφέρων άνθρωπος.

μετά τεντώνομαι
καθώς το ταβάνι με παρακολουθεί
και περιμένει.

Mετάφραση: Κατερίνα Καντσού

Πηγή: https://www.vakxikon.gr/%CF%84%CF%83%CE%B1%CF%81%CE%BB%CF%82-%CE%BC%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%BA%CF%8C%CF%86%CF%83%CE%BA%CE%B9-%CF%84%CE%AD%CF%83%CF%83%CE%B5%CF%81%CE%B1-%CF%80%CE%BF%CE%B9%CE%AE%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου