Τετάρτη 12 Απριλίου 2023

Περικλής Κοροβέσης - Ανθρωποφύλακες (αποσπάσματα)



"Ο Ρ. ήτανε στις φυλακές της Κεφαλλονιάς. Το μέρος που πέρασα τα πρώτα παιδικά μου χρόνια. Μια εποχή είχανε μόνο θανατοκατάδικους και κάθε πρωί τους εκτελούσαν στο Φανάρι. Την εποχή εκείνη εγώ είμουνα 7-8 χρονών και κάθε πρωί, λιγάκι πριν ξεκινήσουμε να πάμε σχολείο, ακούγαμε πυροβολισμούς. Μας λέγανε τότε, πως κάνει γυμνάσια ο Στρατός. Ο Ρ. μου είπε πως κάθε πρωί όταν ακούγαμε τους πυροβολισμούς, εκτελούσανε τους αντιστασιακούς. Μέχρι το πρώτο διάλειμμα που κάναμε στις εννιά τους είχανε θάψει κιόλας."
***
"Θυμήθηκα ένα φιλαράκο, ανάπηρο της Αντίστασης. Είχαμε γνωριστεί σ' ένα συλαλλητήριο και είχαμε κρυφτεί στην ίδια πόρτα, για να αποφύγουμε τα αέρια. Τον ρώτησα, γιατί κατεβαίνει μ' ένα πόδι τη στιγμή που εμείς έχουμε δυο και πάλι δεν την γλυτώνουμε. Έχω υποχρέωση στους νεκρούς, μου είπε. Οι καλύτεροι από μας, φίλε, χαθήκανε, γιατί ήταν ο μόνος τρόπος να μας πείσουνε. Διαφορετικά όλοι θα κοιμόμαστε με τα τσαρούχια."
***
"Όταν βαρεθήκανε αυτό το παιχνίδι, τους ήρθε μια καλύτερη ιδέα. Πήρανε μια λεκάνη που είχε μέσα TIDE, κάποιος έπλενε ένα πουκάμισο και το είχε ξεχάσει στην ταράτσα, προσθέσανε χλωρίνη και μου το ρίξανε στο στόμα. Ο Γκραβαρίτης με το ξύλο κράταγε το στόμα ανοιχτό. Μήνες και μήνες δε μπορούσα να αντέξω τη μυρουδιά της χλωρίνης και που την έβλεπα μου προκαλούσε εμετό. Τελικά βαρεθήκανε και μ' αφήσανε. Είχε περάσει και η ώρα και θέλανε να γυρίσουνε στα σπίτια τους. Το μεροκάματο βγήκε για σήμερα. Ο Γκραβαρίτης πήγε στη βρύση, πλύθηκε και πήγε στο τζάμι του παραθύρου και χτενιζότανε, περιποιήθηκε το μουστάκι, κοιτάχτηκε μια δυο φορές λοξά και έφυγε σφυρίζοντας. Βγαίνοντας με φτύνει λέγοντας «Φτου σου ρε άτιμε άνθρωπε»."
***
"Το μεσημέρι είναι η στιγμή που μαζεύεται όλη η οικογένεια. Είναι μια ιερή στιγμή, είναι η ώρα που μαθαίνεις την ιστορία σου, τις ρίζες σου, γιατί υπάρχεις. Ακούς κάποιον να λέει «πώς στην πρώτη μου εξορία» και ρωτάς πότε; και σου λέει το 37 επί Μεταξά. Καλά, κι η δεύτερη; Το 46 και τώρα η τρίτη. Τα παραθέτει σαν να ήταν μικρές λεπτομέρειες που είναι πολύ φυσικές. Όταν δει πως σου κάνει εντύπωση θα πει: «έτσι είναι, την πρώτη φορά σου κάνει εντύπωση, όταν όμως σε πιάσουνε για δεύτερη φορά, θα δεις τελικά πως έτσι είναι η ζωή, μια πάνω, μια κάτω»."
***
"Υπάρχει ιδιαίτερη ορολογία, γεμάτη λεπτότητα όταν θέλουνε να σε ρωτήσουν κάτι. Αντί να πούνε τί έκανες; σε ρωτάνε γιατί σε κατηγορούνε. Δε λένε: σε βασάνισαν; σε ρωτάνε πώς σε υποδέχθηκαν. Και καμιά φορά ακούς την εκπληχτική απάντηση. Σχετικά καλά, μόνο μια φορά. Και σημαίνει πως σε βασανίσανε μόνο μια μέρα ή μια νύχτα. Αυτό χαρακτηρίζεται σχετικά καλά."
***
"Μια νοσοκόμα αξιωματικίνα, όταν τύχαινε να είναι μόνη της στο δωμάτιο, μου μίλαγε μ 'ενα τέτοιο τρόπο, που ένας μη φανατικός θα μπορούσε να το ονομάσει ακόμα και συμπάθεια. Μου έσιαχνε το μαξιλάρι, τα σκεπάσματα, με φώναζε δε ξέρω για ποιό λόγο Νικολάκη, επέμενε να τρώω όλο το φαγητό και πραγματικά θύμωνε όταν έπαιρνε το δίσκο απείραχτο. Μου έλεγε πως μου χρειάζεται ένα γερό ξύλο για να βάλω μυαλό, αλλά το έλεγε με τέτοιο αθώο τρόπο, που σίγουρα αγνοούσε τι σήμαινε πραγματικά ένα γερό ξύλο και μου ερχόταν κάτι σαν διάθεση γέλιου."
***
"Κάποιος από μας είχε καρφιτσώσει το απολυτήριο στον κόρφο του και φώναζε μέσα στο πλοίο που μας πήγαινε από την Αίγινα στον Πειραιά: «Τώρα είμαι και γω λεύτερος σαν και εσάς, έχω και χαρτί μάλιστα, που λέει πως είμαι ελεύθερος. Εσείς έχετε χαρτί; Τώρα για τις χειροπέδες θα μου πείτε, ψιλά γράμματα, και σεις έχετε, αλλά δεν τις βλέπετε» Η συνοδεία δεν του είπε τίποτα."
***
"Αυτό το βιβλίο δε θα γραφόταν ποτέ αν οι φιλήσυχοι και αντικειμενικοί άνθρωποι όλης της γης δε βοηθούσαν με την αδιαφορία τους και τη σιωπή τους την επέκταση και τη συνέχιση των βασανιστηρίων.."
*****************************************************
Αντλήθηκε απ' το προφίλ της ποιήτριας Καλλιόπης Μπαγουλή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου