Ο Παλαμάς παγιώθηκε στη νέα ελληνική λογοτεχνία ως βάρδος του μεγαλοϊδεατισμού και υμνητής του αστικού εκσυγχρονισμού του Βενιζέλου . Μάλιστα επικρίθηκε (Γιάννης Αποστολάκης, Γιάννης Ψυχάρης, Νικόλας Κάλας, Λευτέρης Πούλιος κ.α. ) ως βερμπαλιστής, αρχαιολάτρης, φορέας άγονου πατριωτισμού και συνοδοιπόρος της εξουσίας.
Παραγνωρισμένη παραμένει όμως η κοινωνική διάσταση του έργου του (έχουμε ανθολογήσει αποσπάσματα από τα «Σατιρικά Γυμνάσματα » τα οποία στηλιτεύουν την πολιτική κατάσταση της χώρας και τα ήθη της εποχής (η σάτιρα έχει τρόπο να θίξει τα κακώς κείμενα και να κινητοποιήσει και όχι να τρέψει όπως η ευθυμογραφία) . Στο ίδιο κλίμα μπορούν να ενταχθούν και τα ακόλουθα ποιήματα τα οποία πιστοποιούν πως ο Παλαμάς συλλαμβάνει το νόημα των καιρών του (το ελληνικό εργατικό κίνημα ανδρώνεται κατά τη δεκαετία του ΄20) .
Το πρώτο τετράστιχο που αντανακλά τη διάσταση ξωμάχου και αποκατεστημένου, αστού πραγματικά με συγκλόνισε
..........................................................................................................
Στην αργατιά, στη χωρατιά το χιόνι, η γρίπη, η πείνα, οι λύκοι,
Ποτάμια, πέλαγα, στεριές, ξολοθρεμός και φρίκη.
Χειμώνας άγριος. Κι η φωτιά, καλοκαιριά στην κάμαρά μου.
Ντρέπομαι για την ζέστα μου και για την ανθρωπιά μου.
.......................................................................................................
Εργάτη, είδα το δίκιο σου κ' έλεα να ξεκινήσω
να σταθώ πλάι σου... Μια φωνή μου έκραζε πάντα: Πίσω!
Να είταν το αίμα μέσα μου που ρέει του νοικοκύρη;
Να είταν η Μούσα ρηγικό που μου 'δωκε ψαλτήρι;
από την Ποιητική συλλογή «Ο κύκλος των τετράστιχων»
.........................................................................................................
Στις 26 Φεβρουαρίου 1910 ιδρύεται το Εργατικό Κέντρο Αθήνας, τον Ύμνο του οποίου γράφει το 1913 ο Κωστής Παλαμάς. Ο Ύμνος μελοποιήθηκε από τον Μανόλη Καλομοίρη και το 1944 από τον Αλέκο Ξένο.
«Εμείς οι εργάτες»
Εμείς οι εργάτες είμαστε που με τον ιδρώτα μας
ποτίζουμε τη γη για να γεννά
καρπούς, λουλούδια, τ' αγαθά του κόσμου ολόγυρά μας
φτωχή αλουλούδιαστη, άκαρπη μονάχα η αργατιά.
Εμείς οι εργάτες είμαστε που με τον ιδρώτα μας
ζυμώνουμε του κόσμου το ψωμί.
πιο δυνατά κι απ’ τα σπαθιά τα χέρια τα δικά μας,
και με όλο τ' αλυσόδεμα, σκάφτουν, και η γη πλουτεί.
Στου κόσμου τους θησαυριστές το βιος σου, εργάτη, νόμοι
στο τρώνε αδικητές χωρίς ντροπή.
Αγκαλιαστήτε αδέλφια ορθοί! Με μια καρδιά, μια γνώμη.
Δικαιοσύνη, βρόντηξε και λάμψε, Προκοπή!
Παραγνωρισμένη παραμένει όμως η κοινωνική διάσταση του έργου του (έχουμε ανθολογήσει αποσπάσματα από τα «Σατιρικά Γυμνάσματα » τα οποία στηλιτεύουν την πολιτική κατάσταση της χώρας και τα ήθη της εποχής (η σάτιρα έχει τρόπο να θίξει τα κακώς κείμενα και να κινητοποιήσει και όχι να τρέψει όπως η ευθυμογραφία) . Στο ίδιο κλίμα μπορούν να ενταχθούν και τα ακόλουθα ποιήματα τα οποία πιστοποιούν πως ο Παλαμάς συλλαμβάνει το νόημα των καιρών του (το ελληνικό εργατικό κίνημα ανδρώνεται κατά τη δεκαετία του ΄20) .
Το πρώτο τετράστιχο που αντανακλά τη διάσταση ξωμάχου και αποκατεστημένου, αστού πραγματικά με συγκλόνισε
..........................................................................................................
Στην αργατιά, στη χωρατιά το χιόνι, η γρίπη, η πείνα, οι λύκοι,
Ποτάμια, πέλαγα, στεριές, ξολοθρεμός και φρίκη.
Χειμώνας άγριος. Κι η φωτιά, καλοκαιριά στην κάμαρά μου.
Ντρέπομαι για την ζέστα μου και για την ανθρωπιά μου.
.......................................................................................................
Εργάτη, είδα το δίκιο σου κ' έλεα να ξεκινήσω
να σταθώ πλάι σου... Μια φωνή μου έκραζε πάντα: Πίσω!
Να είταν το αίμα μέσα μου που ρέει του νοικοκύρη;
Να είταν η Μούσα ρηγικό που μου 'δωκε ψαλτήρι;
από την Ποιητική συλλογή «Ο κύκλος των τετράστιχων»
.........................................................................................................
Στις 26 Φεβρουαρίου 1910 ιδρύεται το Εργατικό Κέντρο Αθήνας, τον Ύμνο του οποίου γράφει το 1913 ο Κωστής Παλαμάς. Ο Ύμνος μελοποιήθηκε από τον Μανόλη Καλομοίρη και το 1944 από τον Αλέκο Ξένο.
«Εμείς οι εργάτες»
Εμείς οι εργάτες είμαστε που με τον ιδρώτα μας
ποτίζουμε τη γη για να γεννά
καρπούς, λουλούδια, τ' αγαθά του κόσμου ολόγυρά μας
φτωχή αλουλούδιαστη, άκαρπη μονάχα η αργατιά.
Εμείς οι εργάτες είμαστε που με τον ιδρώτα μας
ζυμώνουμε του κόσμου το ψωμί.
πιο δυνατά κι απ’ τα σπαθιά τα χέρια τα δικά μας,
και με όλο τ' αλυσόδεμα, σκάφτουν, και η γη πλουτεί.
Στου κόσμου τους θησαυριστές το βιος σου, εργάτη, νόμοι
στο τρώνε αδικητές χωρίς ντροπή.
Αγκαλιαστήτε αδέλφια ορθοί! Με μια καρδιά, μια γνώμη.
Δικαιοσύνη, βρόντηξε και λάμψε, Προκοπή!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου