Θέλω νά ’ρθει τώρα
Του έρωτα η ώρα.
Έκανα τόση υπομονή
Κι η λησμονιά παντοτινή.
Φόβοι, καημοί και θλίψη
Φεύγουν στα ουράνια ύψη.
Από μια δίψα νοσηρή
Το αίμα μου έγινε χολή.
Θέλω νά ’ρθει τώρα
Του έρωτα η ώρα.
Όπως και το λιβάδι
Παρατημένο στη λησμονιά
Φουντώνει και θάλλει
Στα νηρόχορτα και τη λιβανιά
Μέσα στο άγριο βουητό
Από βρομόμυγες σωρό.
Θέλω νά ’ρθει τώρα
Του έρωτα η ώρα.
Αγάπησα την ερημιά, τα φρυγμένα περιβόλια, τα εγκαταλειμμένα μαγαζιά, τα ζεστά ποτά. Σερνόμουν σε βρόμικα σοκάκια, και με κλειστά μάτια ξάπλωνα στον ήλιο, το θεό του φωτός.
«Στρατηγέ, αν απόμεινε κάνα παλιό κανόνι στους ρημαγμένους προμαχώνες σου, βομβάρδισέ μας με μπάλες ξερό χώμα. Τις βιτρίνες των ωραίων μαγαζιών! τα σαλόνια! Βάλε την πόλη να φάει τη σκόνη της. Οξείδωσε τις υδρορροές. Πλημμύρισε τα μπουντουάρ με πυρακτωμένη σκόνη ρουμπινιών…»
Α! Το μεθυσμένο μυγιαλούδι στο ουρητήριο του πανδοχείου, ερωτευμένο με τη μυοσωτίδα, που το διαλύει μια αχτίδα!
Μετάφραση από τα Γαλλικά: Χριστόφορος Λιοντάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου