Γιώργος Χριστιανάκης-Πείνα ( Μια Εποχή στην Κόλαση )
Το μόνο που μ' αρέσει ακόμα
Είναι οι πέτρες και το χώμα.
Κάρβουνα, σίδερα και αέρα
Και βράχια τρώγω κάθε μέρα.
Πείνα μου, γύρνα στο λιβάδι το βουερό
Να βοσκήσεις χορταράκι.
Να ρουφήξεις το ιλαρό
Του κισσού φαρμάκι.
Να τρως χαλίκια τσακισμένα
Πέτρες παλιές εκκλησιών
Λιθάρια αρχαίων κατακλυσμών
Ψωμιά στη καταχνιά σπαρμένα.
.....
Ούρλιαζε ο λύκος στις φυλλωσιές
Και με πουλερικά δειπνούσε
Ύστερα τα ωραία φτερά ξερνούσε:
Έτσι αναλώνομαι κι εγώ.
Οι καρποί και τα λαχανικά
Ένα χέρι περιμένουν να τα δρέψει
Μα στο φράχτη η αράχνη
Της βιολέτας προτιμάει τη γεύση.
Πάνω στου Σολομώντα τους βωμούς
Να κοιμηθώ και το κορμί να λιώσει.
Λιωμένο να κυλήσει στη σκουριά
Το χείμαρρο των κέδρων ν' ανταμώσει.
Επιτέλους, ω ευτυχία, ω λογική, παραμέρισα το σκοτεινό γαλάζιο του ουρανού,
κι έμεινα χρυσή λάμψη φέγγους καθαρού. Από χαρά έπαιρνα μια έκφραση
κωμική και εντελώς αλλοπρόσαλλη
....
Την ξαναβρήκα!
Ποια; την αιωνιότητα.
Είναι η θάλασσα που σμίγει
Με τον ήλιο.
Ψυχή μου εσύ αθάνατη,
Στον όρκο σου δοσμένη
Κι ας είναι η νύχτα αβάσταχτη
Κι η μέρα κολασμένη.
Από την κρίση των ανθρώπων
Από τα πάθη τα κοινά
Απαλλαγμένη!
Απογειώνεσαι...
- Καμιά ελπίδα πια.
Όχι άλλο γεννηθήτω.
Επιστήμη, καρτερία
Σίγουρη η τιμωρία.
Δεν υπάρχει αύριο
Θράκα που αχνοφέγγει
Χρέος σου
Το πάθος.
Την ξαναβρήκα!
- Ποια; - την Αιωνιότητα.
Είναι η θάλασσα που σμίγει
Με τον ήλιο.
....
Κατάντησα μια φαντασμαγορική όπερα: κατάλαβα πως το πεπρωμένο κάθε ύπαρξης
είναι η ευτυχία: η δράση δεν είναι ζωή, μα ένας τρόπος να σπαταλάς δυνάμεις, μια αποχαύνωση.
Η ηθική είναι η αναπηρία του εγκεφάλου.
Πίστευα ότι κάθε ύπαρξη δικαιούται να ζήσει πολλές άλλες ζωές: αυτός ο κύριος δεν ξέρει τι του γίνεται: είναι άγγελος. Αυτή η οικογένεια είναι ένα σκυλολόι. Μπροστά σε πολλούς ανθρώπους μίλησα δυνατά με στιγμές από μιαν άλλη τους ζωή. - Έτσι αγάπησα ένα γουρούνι.
Καμιά σοφιστεία της τρέλας - τρέλας για δέσιμο - δεν έχω λησμονήσει: μπορώ να τα επαναλάβω όλα, ξέρω το μηχανισμό.
Η υγεία μου κινδύνεψε. Μ' έπιανε τρόμος. Μέρες ολόκληρες έπεφτα σε λήθαργο και ξυπνώντας συνέχιζα να βλέπω τα πιο μαύρα όνειρα. Ήμουν ώριμος για τον θάνατο, και μέσα από μια επικίνδυνη πορεία, εξουθενωμένος, έφτανα στα πέρατα του κόσμου, στους Κιμμέριους, στη χώρα της δίνης και του σκότους.
Χρειάστηκα να ταξιδέψω, να ξορκίσω τα μάγια που με τρέλαιναν. Πάνω στη Θάλασσα, που την ποθούσα μήπως και με ξεπλύνει από το μίασμα, έβλεπα να υψώνεται ο σταυρός της παρηγορίας.
Το ουράνιο τόξο με καταδίκασε. Η Ευτυχία ήταν το πεπρωμένο μου, οι τύψεις, το σαράκι μου:
η ζωή μου δεν θα χωρούσε ποτέ σε καλούπι, για να την αφιερώσω στην ομορφιά και την δύναμη.
Η ευτυχία! Το κεντρί της, γλυκό έως θανάτου, με προειδοποιούσε με το λάλημα του πετεινού - όρθρου βαθέος, με το Χριστός γεννάται - στις ολοσκότεινες πολιτείες:
Τι καιροί, τι πύργοι!
Ποια ψυχή ακριμάτιστη έχει μείνει;
Μαγική έχω γράψει πραγματεία
Για την αναπόδραστη ευτυχία.
Καλώς τη, λέω κάθε φορά
Που το γαλατικό κοκόρι τραγουδά.
Αχ! τίποτα πια δε με τραβά:
Εκείνη τη ζωή μου κυβερνά.
Ψυχή και σώμα μου σκλαβώνει
Κάθε προσπάθειά μου τη σαρώνει.
Τι καιροί, τι πύργοι!
Αλίμονο! αν η ευτυχία μ' αφήσει
Η ώρα του θανάτου δεν θ' αργήσει.
Τι καιροί, τι πύργοι!
.....
Πάνε αυτά. Σήμερα μπορώ να χαιρετήσω την ομορφιά.
"Μιά Εποχή στην Κόλαση", 1873
Μουσική και Απαγγελία : Γιώργος Χριστιανάκης
Μετάφραση: Χριστόφορος Λιοντάκης
Απαγγελία εμμέτρων : Γιάννης Αγγελάκας
Δίσκος: Μια Εποχή στην Κόλαση (2014)
Το μόνο που μ' αρέσει ακόμα
Είναι οι πέτρες και το χώμα.
Κάρβουνα, σίδερα και αέρα
Και βράχια τρώγω κάθε μέρα.
Πείνα μου, γύρνα στο λιβάδι το βουερό
Να βοσκήσεις χορταράκι.
Να ρουφήξεις το ιλαρό
Του κισσού φαρμάκι.
Να τρως χαλίκια τσακισμένα
Πέτρες παλιές εκκλησιών
Λιθάρια αρχαίων κατακλυσμών
Ψωμιά στη καταχνιά σπαρμένα.
.....
Ούρλιαζε ο λύκος στις φυλλωσιές
Και με πουλερικά δειπνούσε
Ύστερα τα ωραία φτερά ξερνούσε:
Έτσι αναλώνομαι κι εγώ.
Οι καρποί και τα λαχανικά
Ένα χέρι περιμένουν να τα δρέψει
Μα στο φράχτη η αράχνη
Της βιολέτας προτιμάει τη γεύση.
Πάνω στου Σολομώντα τους βωμούς
Να κοιμηθώ και το κορμί να λιώσει.
Λιωμένο να κυλήσει στη σκουριά
Το χείμαρρο των κέδρων ν' ανταμώσει.
Επιτέλους, ω ευτυχία, ω λογική, παραμέρισα το σκοτεινό γαλάζιο του ουρανού,
κι έμεινα χρυσή λάμψη φέγγους καθαρού. Από χαρά έπαιρνα μια έκφραση
κωμική και εντελώς αλλοπρόσαλλη
....
Την ξαναβρήκα!
Ποια; την αιωνιότητα.
Είναι η θάλασσα που σμίγει
Με τον ήλιο.
Ψυχή μου εσύ αθάνατη,
Στον όρκο σου δοσμένη
Κι ας είναι η νύχτα αβάσταχτη
Κι η μέρα κολασμένη.
Από την κρίση των ανθρώπων
Από τα πάθη τα κοινά
Απαλλαγμένη!
Απογειώνεσαι...
- Καμιά ελπίδα πια.
Όχι άλλο γεννηθήτω.
Επιστήμη, καρτερία
Σίγουρη η τιμωρία.
Δεν υπάρχει αύριο
Θράκα που αχνοφέγγει
Χρέος σου
Το πάθος.
Την ξαναβρήκα!
- Ποια; - την Αιωνιότητα.
Είναι η θάλασσα που σμίγει
Με τον ήλιο.
....
Κατάντησα μια φαντασμαγορική όπερα: κατάλαβα πως το πεπρωμένο κάθε ύπαρξης
είναι η ευτυχία: η δράση δεν είναι ζωή, μα ένας τρόπος να σπαταλάς δυνάμεις, μια αποχαύνωση.
Η ηθική είναι η αναπηρία του εγκεφάλου.
Πίστευα ότι κάθε ύπαρξη δικαιούται να ζήσει πολλές άλλες ζωές: αυτός ο κύριος δεν ξέρει τι του γίνεται: είναι άγγελος. Αυτή η οικογένεια είναι ένα σκυλολόι. Μπροστά σε πολλούς ανθρώπους μίλησα δυνατά με στιγμές από μιαν άλλη τους ζωή. - Έτσι αγάπησα ένα γουρούνι.
Καμιά σοφιστεία της τρέλας - τρέλας για δέσιμο - δεν έχω λησμονήσει: μπορώ να τα επαναλάβω όλα, ξέρω το μηχανισμό.
Η υγεία μου κινδύνεψε. Μ' έπιανε τρόμος. Μέρες ολόκληρες έπεφτα σε λήθαργο και ξυπνώντας συνέχιζα να βλέπω τα πιο μαύρα όνειρα. Ήμουν ώριμος για τον θάνατο, και μέσα από μια επικίνδυνη πορεία, εξουθενωμένος, έφτανα στα πέρατα του κόσμου, στους Κιμμέριους, στη χώρα της δίνης και του σκότους.
Χρειάστηκα να ταξιδέψω, να ξορκίσω τα μάγια που με τρέλαιναν. Πάνω στη Θάλασσα, που την ποθούσα μήπως και με ξεπλύνει από το μίασμα, έβλεπα να υψώνεται ο σταυρός της παρηγορίας.
Το ουράνιο τόξο με καταδίκασε. Η Ευτυχία ήταν το πεπρωμένο μου, οι τύψεις, το σαράκι μου:
η ζωή μου δεν θα χωρούσε ποτέ σε καλούπι, για να την αφιερώσω στην ομορφιά και την δύναμη.
Η ευτυχία! Το κεντρί της, γλυκό έως θανάτου, με προειδοποιούσε με το λάλημα του πετεινού - όρθρου βαθέος, με το Χριστός γεννάται - στις ολοσκότεινες πολιτείες:
Τι καιροί, τι πύργοι!
Ποια ψυχή ακριμάτιστη έχει μείνει;
Μαγική έχω γράψει πραγματεία
Για την αναπόδραστη ευτυχία.
Καλώς τη, λέω κάθε φορά
Που το γαλατικό κοκόρι τραγουδά.
Αχ! τίποτα πια δε με τραβά:
Εκείνη τη ζωή μου κυβερνά.
Ψυχή και σώμα μου σκλαβώνει
Κάθε προσπάθειά μου τη σαρώνει.
Τι καιροί, τι πύργοι!
Αλίμονο! αν η ευτυχία μ' αφήσει
Η ώρα του θανάτου δεν θ' αργήσει.
Τι καιροί, τι πύργοι!
.....
Πάνε αυτά. Σήμερα μπορώ να χαιρετήσω την ομορφιά.
"Μιά Εποχή στην Κόλαση", 1873
Μουσική και Απαγγελία : Γιώργος Χριστιανάκης
Μετάφραση: Χριστόφορος Λιοντάκης
Απαγγελία εμμέτρων : Γιάννης Αγγελάκας
Δίσκος: Μια Εποχή στην Κόλαση (2014)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου