Συγχώρεσέ με, φίλε μου,
που ενώ είχαμε μαζί,
σαν από κάποια συμφωνία μας μυστική,
κινήσει για τη νευροπάθεια
κ’ είχαμε προχωρήσει κι’ αρκετά
στα σκοτεινά της μονοπάτια θαρρετά,
έδειξα τόσην εγώ αστάθεια
που την αποφύγα και σ’ άφησα μονάχο
να γίνω οικογενειάρχης νουνεχής,
ενώ να εσύ τι συνεπής
έγινες πρώτης τάξεως
νευροπαθής.
Ντράπηκα που σ’ αντίκρυσα
προχτές στον δρόμο
με τον σταυρό της μοίρας της γενιάς μας
στον κοκκαλιάρικο ώμο,
σ´ όλη τη φόρμα σου,
στο πλέριο φτάξιμό σου.
Είχε το βλέμμα σου που μούρριξες
μεγάλη δόση, βέβαια, θρίαμβο
μα ωστόσο διάβασα με πόνο στη γωνιά του
κάποιου κρυφού παράπονου τον ίαμβο,
γι’ αυτό σου λέω πως ντράπηκα.
Σε γέλασα, καλέ μου φίλε, και συγχώρεσέ με,
αν και, για να με ειλικρινής,
-μην υποθέσης που στο λέω για παρηγόρια-
δεν ξέρω, αλήθεια, κι ορισμένως,
ποιος απ’ τους δυο είν’ ο γελασμένος.
που ενώ είχαμε μαζί,
σαν από κάποια συμφωνία μας μυστική,
κινήσει για τη νευροπάθεια
κ’ είχαμε προχωρήσει κι’ αρκετά
στα σκοτεινά της μονοπάτια θαρρετά,
έδειξα τόσην εγώ αστάθεια
που την αποφύγα και σ’ άφησα μονάχο
να γίνω οικογενειάρχης νουνεχής,
ενώ να εσύ τι συνεπής
έγινες πρώτης τάξεως
νευροπαθής.
Ντράπηκα που σ’ αντίκρυσα
προχτές στον δρόμο
με τον σταυρό της μοίρας της γενιάς μας
στον κοκκαλιάρικο ώμο,
σ´ όλη τη φόρμα σου,
στο πλέριο φτάξιμό σου.
Είχε το βλέμμα σου που μούρριξες
μεγάλη δόση, βέβαια, θρίαμβο
μα ωστόσο διάβασα με πόνο στη γωνιά του
κάποιου κρυφού παράπονου τον ίαμβο,
γι’ αυτό σου λέω πως ντράπηκα.
Σε γέλασα, καλέ μου φίλε, και συγχώρεσέ με,
αν και, για να με ειλικρινής,
-μην υποθέσης που στο λέω για παρηγόρια-
δεν ξέρω, αλήθεια, κι ορισμένως,
ποιος απ’ τους δυο είν’ ο γελασμένος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου