Ως να γυρέψαμε και δε βρήκαμε
Ψωμί να φάμε, νερό να πιούμε.
Το ψωμί της γης, το μάννα τ’ ουρανού.
Ήπιαμε
Και διψάσαμε.
Χορτάσαμε
Και δε χορτάσαμε.
Αγαπήσαμε, μείναμε
Ανέραστοι, κλειστοί.
Πείνα και δίψα
Ψυχών
Και σωμάτων
Ακόρεστη,
Αξεδίψαστη.
Πεινούν τ’ ακοίμητα κόκαλά μας.
Πώς να τα θρέψουμε,
Να τα κοιμίσουμε.
Γυρεύουμε τον άρτο και τον οίνο που δεν κοινωνήσαμε,
Την αγάπη που δεν αγαπήσαμε,
Τον καθρέφτη που δεν κοιταχτήκαμε.
Γυρεύουμε, σκάβουμε τη γη, κοιτάζουμε τον ουρανό,
Άγρυπνοι, ακαθρέφτιστοι και πεινασμένοι.
Από τη συλλογή Έξοδος (1968)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου