έχει λιγνά δυο δένδραμικρό ένα περιβόλι·και κάμνει εκεί της εξοχήςμια παρωδία το νερό —5μπαίνοντας σε κλωνάριαοπού δεν έχουν μυστικά·ποτίζοντας τες ρίζεςπου έχουν ασθενικό χυμό·τρέχοντας εις το φύλλωμα10που με κλωστές δεμένοπεζό και μελαγχολικόκρεμνά στα παραθύρια·και πλένοντας καχεκτικάφυτά που μες σε γλάστρες15τα ’στησ’ αράδα αράδαμια φρόνιμη νοικοκυρά. Βροχή, που τα μικρά παιδιάκοιτάζουνε χαρούμεναμέσ’ από κάμαρη ζεστή,20κι όσο πληθαίνει το νερόκαι πέφτει πιο μεγάλα,χτυπούν τα χέρια και πηδούν.Βροχή, που ακούν οι γέροιμε σκυθρωπήν υπομονή,25με βαρεμό κι ανία·γιατί εκείνοι από ένστικτονδεν αγαπούνε διόλουβρεμένο χώμα και σκιές. Βροχή, βροχή — εξακολουθεί30πάντα ραγδαία να βρέχει.Μα τώρα πια δεν βλέπω.Θόλωσ’ απ’ τα πολλά νεράτου παραθύρου το υαλί.Στην επιφάνειά του35τρέχουν, γλιστρούν, κι απλώνονταικι ανεβοκατεβαίνουνρανίδες σκορπισμένεςκαι κάθε μια λεκιάζεικαι κάθε μια θαμπώνει.40Και μόλις πλέον φαίνεταιθολά θολά ο δρόμοςκαι μες σε πάχνη νερουλήτα σπίτια και τ’ αμάξια. [1894] [Κρυμμένα Ποιήματα 1882–1923] |
Σάββατο 25 Νοεμβρίου 2023
Κ. Π. Καβάφης - Βροχή
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου