Στα περιγιάλια τα λευκά που διάβηκα τα βράδια
και την ψυχή μου εβύθισα στου ονείρου τα φτερά.
Στα ολόπυκνα και τα σκιερά που πέρασα λαγκάδια,
θε να περάσω σήμερα για τελευταία φορά.
Στις λευκοκύμαντες οχτιές με τ'ασπρα τα πετράδια
που ερωτικά μουρμούριζαν τα γαλανά νερά
Μ' εκείνη πόσα αλλάξαμε φιλήματα και χάδια
Κάποιο ένα βράδυ ολότρελοι κι ολόγεμοι χαρά.
Κι απόψε, να, ολομόναχος! Τα αιθέρινα καντήλια,
Μελάγχολα σκορπίζουνε τριγύρω φως θλιμμένο,
Κι αντιφεγγίζουνε χλωμά τα κάτασπρα κοχύλια
Πέρα το πέλαγο θαμπό. Σα ματωμένα χείλια,
Κάποιο κομμάτι φεγγαριού στα νέφια διπλωμένο,
παρήγορα φωτίζει μου, το δρόμο που διαβαίνω.
Πυρσός, 1918
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου