Μεγάλωσα βαφτισμένος σε νερά φυσικά
όπως τα μαλάκια στον θαλάσσιο φωσφόρο:
μέσα μου αντηχούσε το τσακισμένο αλάτι
χτίζοντας τον σκελετό μου. Πώς να εξηγήσω
ότι, σχεδόν με ακίνητη, με ασάλευτη
τη γαλανή τους και ολόπικρη ανάσα,
ένα-ένα τους επαναλάμβαναν τα κύματα
ό,τι ένιωθα εγώ με δονούμενη αίσθηση,
ίσαμε να με φτιάξουν να έχω χυμούς και άλατα:
την περιφρόνηση και την επιθυμία των κυμάτων,
τον πράσινο ρυθμό που έπιασε και ύψωσε
στο πιο κρυφό σημείο του ένα διάφανο κτίριο –
φυλάγοντας μάλιστα το μυστικό του· κι έπειτα μεμιάς
ένιωσα να πάλλομαι κι εγώ όπως κι εκείνο:
το τραγούδι μου ένιωσα με το νερό να μεγαλώνει.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου