Ἂν δὲν μοῦ εἶχαν διδάξει τὸ χῶμα,
ἂν ἤτανε ἁπλῶς καὶ μόνο γιὰ νὰ τὸ πατάω,
ἂν ποτὲ δὲν εἶχα μπεῖ ἐκεῖ μὲ τὸ ἀλέτρι,
ἂν δὲν ζοῦσα μὲ τοὺς σβώλους του
κι ἂν δὲν κοιμόμουν πάνω στὰ κιθάρια,
μὲ βιολιὰ ἐγὼ δὲν θὰ μποροῦσα νὰ μιλήσω,
γιατὶ καὶ ἡ μουσικὴ χωμάτινη εἶναι.
Μὰ χωματένια εἶναι καὶ ἡ μέση ἡ λυγερὴ
τῆς πιὸ καλῆς μου ἀγαπημένης,
ἀφοῦ καὶ τὸ μέλλον ἔχει χῶμα, Χιλή μου,
καὶ ἀπὸ χῶμα εἶναι τὰ πράγματα ὅλα.
Ἀπὸ χῶμα εἶναι τὸ ψωμί, ἡ σιωπή,
ἡ φωτιὰ εἶναι σκόνη ποὺ καίει,
χῶμα εἶναι τὸ νερὸ ποὺ κυλάει,
καὶ ὅλα τὰ ὄνειρά μας τὰ νυχτερινὰ
ἀπὸ τῆς γῆς τὰ βάθη ἔρχονται ἐπάνω.
Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου