«…Η ζωή είναι όλο σχήματα. Απ΄αυτή την άποψη των ξεκάθαρων σχημάτων, νομίζω ότι μ’ ενθουσιάζει και μ’ ευχαριστεί το γαλλικό θέατρο. Όπως άλλωστε και ο γαλλικός κήπος. Θυμούμαι ένα απόγευμα Κυριακής στις Βερσαλλίες. Τα αγάλματα και τα κτίρια ανάμεσα στη βλάστηση και τα νερά είναι μια ικανή απόδειξη ότι εκεί αντικρύσθηκαν , κατά κάποιο νέο τρόπο που τα ζωντάνεψε, τα αρχαία ελληνικά σχήματα που χρησίμεψαν στον Πλάτωνα, ως άλλη κλίμαξ του Ιακώβ, για την άνοδό του μέχρι το όντως όν. Γιατί λοιπόν ήμουν τόσο αφόρητα μελαγχολικός, διατρέχοντας την επιμήκη αίθουσα των καθρεπτών, νεαρός σπουδαστής σταλμένος από τους γονείς μου να μάθω, να πληροφορηθώ το καλύτερο; Γιατί έφθασα να κλείνω τα μάτια μου μη θέλοντας να βλέπω; Γιατί η καρδιά μου δε σκιρτούσε καθως περιδιάβαζα στο πάρκο με τις ευγενείς και όμορφες παλατιανές γυναίκες που μαρμάρωσαν, παρομοιάζοντας την Αφροδίτη και την Αρτεμη; Δεν είναι πολύς καιρός που ξεδιάλυνα το μυστικό της τοτινής μελαγχολικής εφηβείας που μ΄έκανε να κρυώνω και να κουμπώνομαι. Χρειάστηκε στο μεταξύ να περάσουν χρόνια. Χρόνια πάρα πολλά που με το κύλισμά τους, άδειασαν τα χέρια μου από κάθε υπόνοια σχήματος. Όλα γκρεμίστηκαν κάτω. Επεσαν και έγιναν θρύμματα, σαν κρυστάλλινα βάζα απ’ τα χέρια ενός παιδιού. Μη φανταστείτε ότι προτίθεμαι σαν τον τεχνίτη που γέμιζε τις παιδικες μας καρδιές μ’ ‘έκπληξη όταν τον ακούγαμε που περνώντας από το δρόμο διακήρυττε: «σπασμένα πιάτα, φκιάα..» Το σπασμένο μια φορά είναι σπασμένο.Θέλω μονάχα να με φανταστείτε να περπατώ στην ακρογιαλιά. «Παρά θιν αλός ατρυγέτοιο», κλαίγοντας. Πιστεύω ότι από τα δακρυα των ανθρώπων είναι η θάλασα αλμυρή. Θάλασσα ή ποτάμι, νερό που κυλά, είδα να με παρασέρνει η ανθρώπινη μοίρα. Μεσα στο νερό αυτό κολυμπώντας είπα ότι αγαπώ τον Πλάτωνα, τις ελληνικες ιδέες, πιστευοντας ότι έβλεπα και καταλάβαινα τα σχήματά τους. Ετσι εξηγειται και η διαφορετική στάση μου σαν συγγραφέα. Η αδυναμία μου δηλαδη να εξατμίσω την ύλη των αναμνήσεων εκ της ζωής μέσα στον καθορισμένο χώρο ενός σχήματος ή ομοιογενούς ομάδος σχημάτων. Ειμαι πλατωνικός όχι γιατι κρατάω και σηκώνω ψηλά στα χέρια μου ένα σχήμα του Αθηναίου φιλοσόφου, αλλά σαν εμβαπτισμένος στα αέναα νάματα, όπου κυλάν τα βότσαλα και όστρακα των ιδεών του.Την αλήθεια επομένως δεν μπορώ να την δώ σαν περιγραφή κρυστάλλου, αλλά μάλλον σα ρυθμό της ροής που συγκυλά τα θρύμματα του βάζου, του κρυστάλλινου μυροδοχείου, πού όντας στο Παρίσι, δίχως να το καταλάβω, έφηβος, « ανεπαισθήτως» άφησα και μούπεσε απ τα χέρια και τσάκισε. Υστερα απ' αυτη την εξήγηση, δικαιολογείται αρκετά μου φαίνεται ο τρόπος επεξεργασίας του υλικου που αντλώ από τον κόσμο..."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου