Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2022

Τάσος Λειβαδίτης - Ποιήματα

 ΕΦΗΒΕΙΑ
 
Κολάρο που περιφρονεί το σχήμα
αρπαγμένα τα μαλλιά από μια θύελλα μυθική
το βλέμμα σπινθηρίζοντας από τις λάμψεις του Άσκοπου
περπατάει φτύνοντας τις φλούδες του πασατέμπου
σα να εκσπερματώνει πάνω στα πελώρια λαγόνια της πόλης.
 
ΜΑΘΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
 
Στο βάθος του χρόνου ήμουνα πίθηκος.
Ύστερα ανακάλυψα τα εργαλεία.
Πολέμησα σταυροφόρος στην Ιερουσαλήμ
βίασα γυναίκες, κήρυξα την ισότητα, με σταύρωσαν.
Τον Οχτώβρη του ’17 έκλαψα από ατέλειωτη ευτυχία.
 
Τώρα με τα κουρέλια που μου απόμειναν
προσπαθώ να φτιάξω ένα ομοίωμα ανθρώπου.
 
ΕΠΙΤΥΜΒΙΟ

 
Εδώ, σ’ αυτό το μνήμα κείται κάποιος
που ο φόβος οι άλλοι τι θα πουν, κι η ματαιοδοξία ν’ αρέσει
τόσο του κλέψανε ό,τι είχε πια δικό του
ώστε, σχεδόν, δεν κείται εδώ, κανείς.
 
ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΖΩΓΡΑΦΟΥ
 
Κι έζησα πάντα με τον εαυτό μου, σαν δυο ακροβάτες που μισούνται θανάσιμα
που όλη τη μέρα βρίζονται και ραδιουργούν κι ετοιμάζει το θάνατο ο ένας του άλλου
μα όταν έρθει η ώρα κι ανάψουν τα φώτα και το θέατρο ξεχειλίσει απ’ την πελώρια
αναμονή
ορθοί κι οι δυο πάνω στο απέραντο, μοιραίο σκοινί
να, που βρίσκονται κιόλας πάνω απ’ το μίσος και τον κίνδυνο και το θαυμασμό
και τον χρόνο – αδερφωμένοι ξαφνικά
μες στην παμμέγιστη αρετή της Τέχνης.
(ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1958-1964)
 
ΕΝΟΧΗ
Τι ζητούσαν, λοιπόν, σε τι είχα φταίξει, εμένα το μόνο μου έγκλημα ήταν ότι δεν μπόρεσα να μεγαλώσω, κυνηγημένος πάντα, πού να βρεις καιρό, έτσι έμεινα εύπιστος κι αγκάλιαζα το κρύο σίδερο της γέφυρας.
Ενώ στο βάθος, μακριά, με κοίταζε σαν ξένο η πιο δική μου ζωή.
 
ΜΕΤΑ ΧΡΙΣΤΟΝ
Να σε καρφώνουν στο σταυρό ή να σταυρωθείς πάνω σ’ αυτό το τίποτα που υπήρξες είναι ο ίδιος δρόμος, έρημος κι ακατανόητος, ανάμεσα στα λιγοστά δέντρα και τη νύχτα που κατεβαίνει.
 
ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ
Νύχτωσε. Ώρα που αναρωτιέται κανείς τι έπραξε στη ζωή του. Κι οι νεκροί πλάγιασαν και σταύρωσαν τα χέρια, σαν αυτό που ψάχναν
να το αγγίζουν, επιτέλους, μέσα τους.
(ΝΥΧΤΕΡΙΝΟΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΣ, 1972)
 
ΤΙ ΑΛΛΟ είναι λοιπόν, το μέλλον απ’ την αληθινή πατρίδα μας, αφού το όνειρο εκεί πηγαίνει, κι όταν πεθάνουμε, είμαστε πιο μπροστά από χτες, νεκροί στο μέγα αύριο, έτσι κι όταν οι μητέρες, στη μνηστεία ακόμα, κοίταζαν έκθαμβες, στο δάχτυλο τον αρραβώνα, εμείς, ερχόμαστε, κιόλας δακρυσμένοι προς το χρόνο.
 
ΚΑΤΩ απ’ το μανδύα ενός άλλου πηγαίνουμε, που προχωράει σιωπηλός, δίχως όνομα, ίσως γι’ αυτό και πιο αληθινός, κι όταν σηκώνουμε το κύπελλο, είναι κι εκείνο μες στο μυστικό, και δεν ξεδιψάμε, γιατί η πρόνοια μας θέλει βιαστικούς, ολομόναχους μες στην υπόσχεση, σαν τα χωράφια που πηγαίνουν σκεπασμένα το φθινόπωρο, και μόνον όποιος φεύγει ξαναβρήκε την πατρίδα, αφού κάθε μας λέξη εδώ, μια πόρτα σφαλά εκεί ή ένα παράθυρο, κι αυτό που έρχεται σα σκόνη ή σα σφάλμα κάθεται πάνω στο τραπέζι.
Όμως τα βράδια, ο οποιοσδήποτε είναι ένα πρόσωπο προορισμένο.
 
ΜΟΛΙΣ πέσαμε στην αιχμαλωσία, μάθαμε την πανουργία της σιωπής,
βρήκαμε λοιπόν ένα σημάδι, που χωρίς να μας προδίνει, μιλούσε καθαρά στους άλλους,
και το χαράζαμε στους τοίχους, στις πόρτες των στάβλων, ή πάνω στο ψωμί.
Εκείνος που τόβλεπε έπαιρνε, τότε, μιαν άγνωστη κατεύθυνση
και κανείς δεν τον ξανάβλεπε.
 
Γι’ αυτή την πατρίδα σας μιλώ.
 
ΑΙΩΝΙΑ σκοτεινή αποδημία, λαοί που πλανιώνται από όνειρο σε όνειρο,
πουλιά που διασταυρώνονται με το ποτέ ή το πουθενά.
Κι ίσως τα δέντρα στάθηκαν, μαντεύοντας το άσκοπο του δρόμου.
 
ΠΑΝΑΡΧΑΙΟ, σκοτεινό παιχνίδι, όπου ο ποιητής ξέρει να χάνει με μιαν απρόβλεπτη κίνηση.
(ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΠΡΑΞΗ, 1974)
 
ΠΡΟΝΟΗΤΙΚΟΤΗΤΑ
 
Λησμονημένοι κι άγνωστοι ζήσαμε, σπόνδυλοι από ναούς ερειπωμένους, μαύρες
στοές,
παλιά ρυτιδωμένη γη που μόνο έναν αιώνιο ύπνο υποσχόταν –
κι ω σοφή πραγματικότητα των παιδιών που πιάνουν από νωρίς φιλίες με το χώμα.
 
ΤΑ ΨΕΥΔΗ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ
 
Ποτέ δεν φανταζόμουν ότι τόσες πολλές μέρες κάνουν μια τόσο λίγη ζωή.
 
ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ
 

Η ζωή δεν έχει έλεος σαν τα παιδιά, ούτε φιλίες σαν την ποίηση. Κι ο κόσμος μοιάζει της μητέρας μου: αγαπημένος
και χαμένος για πάντα.
(Ο ΤΥΦΛΟΣ ΜΕ ΤΟ ΛΥΧΝΟ, 1983)
 
ΠΑΡΕΡΜΗΝΕΙΕΣ
 
Οι νύχτες του χειμώνα μεγαλώνουν κλέβοντας τις έγνοιες της μέρας
ο ποιητής χάνεται για μια λέξη, οι εραστές για μιαν απάντηση
οι αιχμάλωτοι απελευθερώνονται μ’ ένα μονάχα πυροβολισμό
το ουράνιο τόξο είναι η παράξενη αλληλογραφία ανάμεσα σε δυο καταφρονεμένους
 
ΕΠΟΧΗ
 
Σελίδες από μια χαμένη επανάσταση που στα περιθώρια γράψαμε κι εμείς τη ζωή μας – ω μεγάλη ακατανόητη εποχή, που άξαφνα ο ένας καταλαβαίνει τον άλλον…
 
ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ
 

«Δε μ’ άφησαν να κοιμηθώ» έλεγε κάθε πρωί η γριά που κοιμόταν στον κήπο. Και βέβαια θα εννοούσε τ’ άστρα
ή τα παιδιά που είχαν σκοτωθεί στον πόλεμο.
 
ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ
 
Όσο για κείνη την ιστορία υπάρχουν πολλές εκδοχές
Η καλύτερη όμως είναι πάντα αυτή που κλαις.
 
ΕΠΙΜΥΘΙΟ
 
Τότε χτύπησαν την πόρτα. Εγώ, αφελής όπως πάντα, πήγα κι άνοιξα. Κι έτσι μια καινούργια θλίψη μπήκε στον κόσμο.
(ΒΙΟΛΕΤΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΠΟΧΗ, 1985)
 
 
ΑΠΛΟΙ ΣΤΙΧΟΙ

 
Ένα σπίτι για να γεννηθείς
ένα δέντρο για ν’ ανασάνεις
ένας στίχος για να κρυφτείς
κι ένας κόσμος για να πεθάνεις.
(ΤΑ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ ΤΟΥ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟΥ, 1990)
Πηγή: https://www.oanagnostis.gr/%CF%80%CE%BF%CE%AF%CE%B7%CF%83%CE%B7-%CF%84%CE%BF%CE%BD-%CE%BF%CE%BA%CF%84%CF%8E%CE%B2%CF%81%CE%B9%CE%BF-%CF%84-%CE%BB%CE%B5%CE%B9%CE%B2%CE%B1%CE%B4%CE%AF%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CE%BD%CE%B8%CE%AE/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου