Τα χέρια τ’ ακριβά, δικά μου που έγιναν,
ωραία ωραία, μικρά μικρά,
κι ύστερ’ απ’ όλα τα θανάσιμα γλιστρήματα
κι απ’ όλα αυτά τ’ ανίερα κοσμικά.
ωραία ωραία, μικρά μικρά,
κι ύστερ’ απ’ όλα τα θανάσιμα γλιστρήματα
κι απ’ όλα αυτά τ’ ανίερα κοσμικά.
Ύστερ’ από τ’ αραξοβόλια και τις αμμουδιές
κι από τους τόπους κι από τα λημέρια,
ρηγικά χέρια πιο πολύ κι απ’ των παραμυθιών,
μου ανοίγουν τα όνειρα τ’ αγαπημένα χέρια.
Ονειρευτά χέρια απλωμένα απάνου απ’ την ψυχή μου,
τάχα το ξέρω εγώ τι θά ‘χετε καταδεχτεί
να ειπείτε της ψυχής μου που μαράζωσε
μέσα σ’ αυτού του κόσμου την κακούργα βοή;
Τάχα είναι ψέμα το όραμα σεμνό που το ξανοίγω,
συμπάθειας όραμα πνευματικής,
μιάς επιστήθιας, μιάς απέραντης αγάπης,
στοργής που όλα μου απάνου της τα παίρνει μητρικής;
συμπάθειας όραμα πνευματικής,
μιάς επιστήθιας, μιάς απέραντης αγάπης,
στοργής που όλα μου απάνου της τα παίρνει μητρικής;
Αγαπημένα μου όνειρα, χεράκια μου αγιασμένα,
πόνε πανώριε, ποθητέ δερμέ μου εσύ,
τα χέρια αυτά, τα χέρια αυτά, σεπτά μου χέρια,
κάμετε τη χειρονομία που συγχωρεί.
Πολ–Μαρί Βερλέν (Paul-Marie Verlaine 1844-1896)
Από την ποιητική συλλογή «Sagesse» («Φρόνηση»)
Παρίσι και Βρυξέλλες 1881
Μετάφραση: Κωστής Παλαμάς (1859-1943)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου