Καθώς ο νους μου στήνει τη βροχή στα πόδια της
αναπνέω καπνίζοντας κι αναστοχάζοντας
τα θεόρατα λείψανα των άστρων επισείοντας -:
ο γούργουλας του κόκορα ειν’ αριθμός
και έχει μέτρηση μα η κόλαση δεν ιδρύει παπαρούνες.
Τώρα να ιδούμε τι είναι τα ποιήματα. Ο θάνατος τα βόσκει
κι αυτά τα μαύρα μηρυκάζουν ένα χόρτο απόρθητο
που ειπώθηκε στήθος.
Ένα πλήθος καθάρματα στη σκοτεινή βιβλιοθήκη
τα ποιήματα.
Μαβιά προς το σούρουπο κι απόμερα κούτσουρα.
Συνάντησα σήμερα στην όραση περπατώντας βουναλάκια
μιαν εκκλησούλα μεινεσμένη χούφταλο.
Η αλήθεια προκύπτει στο δρόμο, ειν’ ολάξαφνη -:
τάφος δεν υπάρχει που ν’ αληθεύει
στις αλώβητες εξισώσεις.
Το μέλλον είναι μια μορφή ταλαιπωρίας του παρόντος.
(Ας με μισήσουν τα πεθερικά του τα Ιδεώδη.)
Αγνός που αγνοήθηκα κι απόμεινα
στης νύχτας το μοναχικό σκοτάδι που ξεγράφει...
Παμβώ Πενήτων η Πληθύς Παυσίλυπος και Παπυρίνος
προβλέποντας όπως ο εν τω φρέατι νυχθημερόν το χώμα.
Θυμηθήκαμε μαζί με την Πάλλευκη
τα κυρτώματα της αγάπης θυμηθήκαμε
την έρημη ξερολιθιά οπού σωρεύει μονορούφι τη σαύρα
στην ακόλαστη του πανικού χαραμίδα.
Πρόλαβα τ’ άνθη κι απ’ τους ανέλπιδους όπως τ’ άνθη
μαθαίνω τη βαθειά ζωή και δικαιώνω του Οιδίποδα
τη γενετήσια τυφλότητα.
Ο ουρανός τανύθηκε λιγάκι κι ο ήλιος
με έδειξε να πορεύομαι μόνος προς την άγρια σκέψη.
ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΧΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου