ΑΤΘΙΔΑ
Σαν άνεμος μου τίναξε ο έρωτας τη σκέψη,
σαν άνεμος που σε βουνό βελανιδιές λυγάει.
Ήρθες, καλά που έκανες, που τόσο σε ζητούσα,
δρόσισες την ψυχούλα μου, που έκαιγε ο πόθος.
Κι από το γάλα πιο λευκή,
απ’ το νερό πιο δροσερή,
κι από το πέπλο το λεπτό πιο απαλή.
Από το ρόδο πιο αγνή,
απ’ το χρυσάφι πιο ακριβή,
κι από τη λύρα πιο γλυκειά, πιο μουσική.
Πάει καιρός που κάποτε σ’ αγάπησα, Ατθίδα,
μα τότε μου ‘μοιαζες μικρό κι αθώο κοριτσάκι.
Συ που μαγεύεις τους θνητούς, παιδί της Αφροδίτης,
απ’ όλα το καλύτερο εσύ ‘σαι το αστέρι.
*
ΑΝΑΚΤΟΡΙΑ
Εγώ νομίζω πως εδώ, σ’ αυτή τη γη τη μαύρη
εκείνο είν’ ομορφότερο, ό,τι ποθεί καθένας.
Ξέρω, δεν είναι δυνατό το τέλειο στον κόσμο
να γίνεται, μα μοναχά το λίγο κυνηγάμε.
Κι είναι απλό, πολύ απλό, όλοι να με εννοήσουν.
Εύκολη, πολύ εύκολη είν’ η καρδιά του ανθρώπου
και θέλει να ‘χει στη στιγμή ό,τι ο νους του βάζει.
Κι είναι απλό, πολύ απλό, όλοι να με εννοήσουν.
Την Ανακτόρια μου, λοιπόν, θυμήθηκα που λείπει,
το αγαπημένο βήμα της ‘πεθύμησα, κι ακόμα
τη λάμψη πάλι να ‘βλεπα που έχει το πρόσωπό της,
παρά τα όπλα των Λυδών, τ’ άρματα και τις μάχες.
Ξέρω, δεν είναι δυνατό το τέλειο στον κόσμο
να γίνεται, μα μοναχά το λίγο κυνηγάμε.
Κι είναι απλό, πολύ απλό, όλοι να με εννοήσουν.
*
Τ’ ΟΝΕΙΡΟ
Στη μαύρη νύχτα,
Όνειρο, έρχεσαι με τον ύπνο.
Θεός γλυκός, κι αληθινά
τις έννοιες πώς τις σβήνεις!
Δεν έχω πια τη δύναμη,
μα με κρατάει η ελπίδα
πως θα γλυτώσω.
Δεν ζητώ τίποτα, από κανέναν…
*
ΑΛΛΟΥ ΠΕΤΑΕΙ ΤΩΡΑ
Αν ήτανε το στήθος μου
πάλι να τρέξει γάλα
κι αν η κοιλιά μου τα παιδιά μπορούσε να βαστάξει
τότε άφοβα θα ερχόμουνα στο νυφικό κρεβάτι
Μα τώρα πια τα γηρατειά λύγισαν το κορμί μου
κι αμέτρητες το γέμισαν ρυτίδες
κι ο Έρως με τους γλυκούς του τους καημούς
αλλού πετάει τώρα
Μετάφραση: Σωτήρης Κακίσης
Πηγή: https://www.poiein.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου