Σάββατο 23 Δεκεμβρίου 2023

Αργύρης Χιόνης - Οκτώ σύντομα πεζοποιήματα

ΕΙΝΑΙ ΘΛΙΜΜΕΝΟΣ Ο ΔΡΟΜΕΑΣ που τρέχει μόνος και διανύει μεγάλες αποστάσεις δίχως κοινό και δίχως αντιπάλους.

Είναι θλιμμένος ο δρομέας που δεν τρέχει για να φτάσει πρώτος, που δεν τρέχει για να φτάσει καν.

Είναι θλιμμένος ο μοναχικός δρομέας και σχεδόν ακίνητος. 

ΤΙ ΥΠΕΡΟΧΟΣ ΑΘΛΗΤΗΣ και πόσο εγγύς στο αρχαίο πνεύμα (που μάλλον την προσπάθεια ενεθάρρυνε παρά το αποτέλεσμα) ο φυτευτής κυπαρισσιών! Φυτεύει σήμερα δενδρύλλια, ξέροντας ότι ποτέ του δεν θα δει το πλήρες της προσπάθειάς του αποτέλεσμα, καθότι ως γνωστόν, η μεσογειακή κυπάρισσος ζει από πεντακόσια ως εφτακόσια χρόνια. Φυτεύει, απλώς, δίχως να επιδιώκει επιδόσεις εξαιρετικές, ρεκόρ και άλλα τέτοια και κάνει, έτσι, ένα άλμα υπέροχο, αν και μάταιο, μέσα στο χρόνο, σαν να'ταν άλτης που, ενώ βρίσκεται κατά πολύ πάνω από τον πήχη, εδώθε κι όχι εκείθε προσγειώνεται.

ΚΑΙ ΞΑΦΝΙΚΑ, ΈΝΑ ΠΡΩΙ (πως του'ρθε;), αποφάσισε να ξεπεράσει τον εαυτό του. Άρχισε, λοιπόν, να τρέχει, μέχρι εξαντλήσεως, δρόμους ταχύτητας, άλματα εις μήκος, και εις ύψος να πηδά. Επί ματαίω· πάντοτε, πίσω ή κάτω από τον εαυτό του ήτανε.

Αφού είδε και απόειδε, σκέφτηκε πως έπρεπε να αλλάξει άθλημα και έγινε ποιητής. Βέβαια, ούτε έτσι τα κατάφερε ( ο εαυτός του ήταν και σε τούτο αξεπέραστος), αλλά το άθλημα αυτό του άρεσε και συνεχίζει να'ναι ποιητής με μέτριες έστω επιδόσεις.

ΜΕ ΤΟ ΚΑΛΕΜΙ στο 'να χέρι και το βαρύ σφυρί στο άλλο, λυτρώνει λίγο λίγο, ο γλύπτης, από το μονοκόμματο όγκο του μαρμάρου, το ολοζώντανο κορμί ενός αθλητή, κι όπως φουσκώνουν οι δικές του φλέβες, οι δικοί του μύες, από την πνευματική χειροναξία, έτσι φουσκώνουν και στο μάρμαρο οι φλέβες και οι μύες του αθλητή. Συναθλητές, λοιπόν, γλυπτό και γλύπτης, με μια ωστόσο διαφορά· του γλύπτη, μοναχά, το μέτωπο είναι κάθιδρο. 

ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΤΟΥ, απαθής, βλέπει να πνίγονται· με τα χέρια στις τσέπες, παρακολουθεί τον καταποντισμό τους. Σκοινί δεν έχει να τους ρίξει, να πιαστούν, ούτε σωσίβιο, αλλ' ούτε καν σανίδα σωτηρίας. Στέκετ' εκεί, ακίνητος, και βλέπει σχεδόν ευτυχισμένος, τον πνιγμό τους. Στο βάθος βάθος, είναι ανακούφιση, είναι παρηγοριά να μένεις, επί τέλους, δίχως όνειρα, καθότι, ως γνωστόν, τα όνειρα έχουν την τάση αδιάκοπα να ναυαγούν και πρέπει εσύ αδιάκοπα να τα διασώζεις.

ΜΕ ΤΗΝ ΧΡΗΣΗ ΟΙΝΟΠΝΕΥΜΑΤΟΣ, πασχίζει να εξημερώσει τις ανήμερες ημέρες, καθότι το οινόπνευμα, ως γνωστόν, έχει την ιδιότητα να καταστέλλει την υπερβολική, σχεδόν μανιακή και, οπωσδήποτε, ανωφελή επιμονή του καθημερινού να καταστεί αιώνιο. 

ΧΕΙΜΩΝΑΣ, ΧΙΟΝΙ, ΠΑΓΩΝΙΑ, διπλές, τριπλές κουβέρτες, τζάκι και στόφα ανάβουνε και βράζει η χύτρα στη φωτιά. Όμως η μέσα στέπα...

ΚΑΙ ΚΑΠΟΤΕ, ΕΤΣΙ, ΞΑΦΝΙΚΑ, και αναπάντεχα, έρχονται κάτι μέρες σπάνιες, τόσο χαρούμενες και τόσο ρόδινες που δεν μπορεί ν' αντισταθεί, να μην τις ασπασθεί στο στόμα, που ώ του θαύματος, δεν είναι πια πικρό. Βέβαια, πρέπει να ανασηκωθεί στα ακροδάκτυλα, γιατί είναι αρκετά ψηλές αυτές οι μέρες.

Ο ακίνητος δρομέας, Νεφέλη, 1966.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου