Αλήθεια την είχα ξεχάσει
είχα ξεχάσει πια το πρόσωπο και τη φωνή της
και μήτε που θυμόμουν
το δρόμο το σπίτι και τη σκάλα
έτσι ξαφνικά με μαύρο φόρεμα
ξυπόλυτη όπως και τότε
μπήκε στο σκοτεινό μου όνειρο
έλα μου είπε
και κατεβήκαμε τη σκάλα στα τυφλά
καθίσαμε πάλι στα σκαλιά και την αγκάλιασα
και πού θα πας της είπα
και δε με νοιάζει μου είπε
και την ήθελα
κι εγώ σε θέλω της είπα
είναι ο Πόλεμος είπε
μην κάνεις έτσι αγάπη μου
ίσως μια μέρα ξαναβρεθούμε
μου ανακάτεψε τα μαλλιά
και είσαι μικρός ακόμα είπε
θα ’βρεις άλλες θα με ξεχάσεις
δε θα θυμάσαι πια ότι με ξέχασες
κι οι άλλοι απάνω χόρευαν ακόμα
και κάποιος έσκυψε μ’ ένα κερί στη σκάλα
φώναξε από ψηλά
είναι κανείς στη σκάλα
και δεν μιλήσαμε
και ήταν η ανάσα μου μέσα στην ανάσα της
όπως και τότε
μα τώρα ξέραμε πως παίζαμε απελπισμένα
παίζαμε τον έρωτα
την περασμένη μας ζωή
μέσα στο σκοτεινό μου όνειρο
σαν δυο ηθοποιοί αδέξιοι
που τρέμουνε το σκηνοθέτη.
Τα Αντικλείδια, 1989
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου