Καλοσυνάτα αυτός σταμάτησε για μένα -
Η Άμαξα χωρούσε μόνο Εμάς
Και την Αθανασία.
Κι εγώ παράτησα
Δουλειά και τις ανάπαυλές μου.
Για την Αβρότητά Tου -
Περάσαμε απ’ το Σχολείο, όπου τα Παιδιά αγωνίζονταν
Την ώρα του διαλείμματος - σ’ έναν Κύκλο μέσα -
Περάσαμε τον Ήλιο που Έδυε -
Η μάλλον Εκείνος — Μας προσπέρασε —
Η Δροσιά προκάλεσε ρίγος και παγωνιά -
Διότι αραχνοΰφαντο το Φόρεμά μου -
Και το Μαντίλι - απλό Τούλι -
Κοντοσταθήκαμε εμπρός σε Σπίτι που έμοιαζε
Εξόγκωμα στο Χώμα -
Η Οροφή μόλις που φαινότανε -
Μαρκίζα - μες στο Χώμα -
Φαίνεται λιγότερο από μια Μέρα
Που πρωτο-υπέθεσα πως των Αλόγων τα Κεφάλια
Ήταν στραμμένα προς την Αιωνιότητα -
...................................................................................................................................................
Καθώς δεν μπόρεσα να σταματήσω για τον Θάνατο –
Σταμάτησε ιπποτικά Αυτός για μένα –
Η Άμαξα δεν είχε άλλον επιβάτη από Εμάς –
Και την Αθανασία.
Πηγαίναμε αργά – Αυτός δεν γνώριζε βιασύνη
Κι εγώ στην άκρη άφησα
Τον μόχθο, την ανάπαυλα,
Για τη Λεπτή Του Χάρη.
Περάσαμε απ’ το Σχολειό – και τα Παιδιά παλεύανε
Σε κάποιο Διάλειμμα – μες στον Περίβολο –
Περάσαμε απ’ τους Αγρούς, το Ατενές Βλέμμα του Σίτου –
Περάσαμε τη Δύση του Ηλίου –
Ή μάλλον – Αυτός προσπέρασε Εμάς –
Οι στάλες της δροσιάς μαζεύτηκαν με σύγκρυο και ρίγος –
Απλό Αραχνοΰφαντο, το Φόρεμά μου –
Το Σάλι μου – μονάχα από Δαντέλα –
Σταθήκαμε σε κάποιο Οίκημα που έμοιαζε
Σαν να ’ταν Οίδημα στο Χώμα –
Τη Στέγη μόλις που τη διέκρινες –
Και η Μαρκίζα – μες στο Χώμα.
Αιώνες – φύγαν από τότε – κι όμως
Σαν να ’ναι πιο κοντά παρά η Μέρα
Που μάντεψα πως τα Κεφάλια των Αλόγων
Έδειχναν την Αιωνιότητα.
Μετάφραση: Αντωνία Γουναροπούλου
α΄ δημοσίευση: περιοδικό The Book’s Journal, τεύχ. 41, Μάρτιος 2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου