Σάββατο 18 Σεπτεμβρίου 2021

Ελένη Βακαλό-"Γενεαλογία"


Γενεαλογία


Η γιαγιά μου ήταν ένα κοριτσάκι γριά



Το καπέλο της γιαγιάς μου


Την ρώτησα πώς είχε ερωτευτεί για πρώτη πρώτη φορά,


Φορούσα ένα καπέλο
Στο γύρο του λουλούδια
Και πάνω στην κορφή του ένα πουλί
Απ’ το πουλί κρεμόντανε άλλο κλαδί
Και στο κλαδί λουλούδια
Στην άκρη του φωλιά
Καθόνταν στο λαιμό μου
Κι είχε πουλιά και κει


Πετούσαν τα πουλιά




*  *  *



Η άλλη η γιαγιά η μεγάλη που ήταν απ’ το νησί
Είχε πέντε παιδιά αγόρια
Κάθε χρονιά που γύριζαν τα καράβια κι ένα παιδί


Λένε πως είχε ορκιστεί για να ζήσουνε όλα να χάσει όποιο θα ήταν στερνό
Ξέρω πως γίναν οι άλλοι ογδόντα χρονώ
Κι αυτή η παλιά γιαγιά μου κράτησε το ταγμένο σαν πέθανε αγκαλιά
Πως δεν το έκλαψε είπαν, μα δεν ξανακατέβηκε για τα καράβια πια


Μονάχα μια φορά, κι ήταν που αποχαιρέτησε ένα της γιο
Κι αυτός ήτανε ο πατέρας μου
Μικρότερος πριν από το νεκρό


     Κι η γιαγιά μου ακόμη έχω να πω, στο τραπέζι κάθισε εκείνη τη μέρα και δε μίλησε για κείνο που το ήξερε πεθαμένο ως να τελειώσουν το φαγητό




*  *  *



     Ξόρκι των γυναικών


     Το λες από μέσα σου όταν θα νιώσεις, κοιτάζοντας κάτι, αγάπη πολλή,


     Ανάβοντας το καντήλι αψήλωσα
     Χαμήλωσα φυτεύοντας κεριά




*  *  *



Ευχή στην κοπέλα


Αγκαλιασμένη στον ύπνο να είναι


Έλεγα,


Το φεγγάρι ανεβαίνει τη νύχτα
Μα πίσω απ’ τα βλέφαρα πιο σκοτεινή
Ανεβαίνει ακόμη μια νύχτα




*  *  *



     Όταν η μητέρα μου έφτασε στην ηλικία εκείνη που το δέρμα της χωριστά ζούσε ρίγη κι άλλαζε κάθε μέρα −
     Τότε ήταν πιο συγκινητική να τη βλέπεις μόλις ωραία
     Τότε είναι πιο συγκινητικά και τα τριαντάφυλλα που ο Μάιος τους κήπους γεμίζει−
Ο πατέρας μου περισσότερο δεν μπορούσε πια ν’ αγαπήσει κι έτσι άρχισε να υποφέρει



     Το τριαντάφυλλο


     Ένα μόνο τριαντάφυλλο
     Στολίζει όλο το σπίτι
     Και το τριαντάφυλλο αυτό
     Το έκοψε εκείνη



*  *  *



Τα ποδήλατα


     Τα παιδιά που περνούσανε και τον κόσμο κατέβαιναν με ποδήλατα γέμισαν τον αέρα φωνές. Και στο δρόμο μας σύρριζα από όλους ο ένας λίγη σκόνη που άφηνε, από κάτω του το ποδήλατο σταματώντας, εκείνος και αποδήλατος έφευγε απ’ τις κορφές των δέντρων ψηλά, και οι άλλοι τρέχοντας προλαβαίνανε πιο κάτω το ίδιο, στη γειτονιά του καθένας, ώσπου ο αέρας γέμιζε από όλους τους δρόμους εκείνη την ώρα αγόρια που ανέβαιναν αντί για πουλιά




Από τη συλλογή «Γενεαλογία» (1971).
Πηγή: «Ελένη Βακαλό, Το άλλο του πράγματος [Ποίηση 1954-1994]», Νεφέλη 1995.

Αναδημοσίευση από: https://ppirinas.blogspot.com/2021/09/blog-post_18.html?fbclid=IwAR03XcqeAl2-mH7-5rNm5Sg9g9Mf-HtCH1Jx1IcnV_0yz9Xt9A_Nyo6tbss
995.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου