Βρέχει… Κι όμως λυπούμαι να σας το πω: Ήταν, να, ένα σπίτι, ένα μεγάλο θεόρατο σπίτι.
Ήτανε έρημο. Δεν είχε κανένα παράθυρο κι είχε όλο μπαλκόνια και μια μεγάλη καπνοδόχο.
Εκεί καθόταν μια κοπέλα δίχως μάτια, που αντίς για φωνή είχε ένα λουλούδι. Με ρώτησε:
-Μα τι είχατε και καρφώνατε, έτσι, σήμερις από το πρωί;
-Α, τίποτες… τίποτες. Μιλούσα με τον Όμηρο.
-Με τον Όμηρο τον ποιητή;
-Ναι, με τον Όμηρο τον ποιητή, και μ’ έναν άλλο όμηρο, απ’ τη Μοσχόπολη αυτός,
που έζησε όλη του τη ζωή πάνου στα δέντρα σαν πουλί κι όμως ήτανε γνωστός
σαν “άνθρωπος του γιοφυριού” στις γειτονιές κοντά στη λίμνη.
Πηγή: Νέα Εστία, τ.1804, σ. 619.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου