Να ’μαστε, συνάζοντας τα πρώτα βλαστάρια από τις φτέρες
Και λέγοντας: Πότε πια θα γυρίσουμε στον τόπο μας;
Εδώ βρισκόμαστε γιατί έχουμε τους Κεν-νιν για εχθρούς μας,
Δεν έχουμε ησυχία εξαιτίας των Μογγόλων αυτών.
Μασάμε τα μαλακά βλαστάρια από τις φτέρες.
Σαν πει κανένας «Γυρισμός», οι άλλοι γεμίζουν θλίψη.
Θλιμμένες ψυχές, η θλίψη βαριά, πεινάμε και διψάμε.
Δε σιγουρεύτηκε ακόμα η άμυνά μας, το φίλο του κανένας δεν αφήνει να γυρίσει.
Μασάμε τα ξερά κοτσάνια από τις φτέρες.
Λέμε: Θα μας αφήσουν τον Οχτώβρη να επιστρέψουμε;
Πού να ’βρεις τη βολή σου σ’ υποθέσεις βασιλιάδων, δεν έχουμε ησυχία.
Η θλίψη μας είναι πικρή, αλλά δε θα γυρνούσαμε στον τόπο μας.
Ποιο λουλούδι άνθισε;
Ποιανού το άρμα; Του Στρατηγού.
Τ’ άλογα, και τα δικά του ακόμα, απόκαμαν. Ήταν γερά.
Δεν έχουμε ξαποσταμό, το μήνα μάχες τρεις.
Για το Θεό, τ’ άλογά του απόκαμαν.
Καβάλα είναι οι στρατηγοί, πλάι τους οι στρατιώτες.
Καλογυμνασμένα τ’ άλογα, οι στρατηγοί με βέλη φιλντισένια και φαρέτρες στολισμένες με ψαρόδερμα.
O εχθρός είναι ταχύς, πρέπει να ’χουμε το νου μας.
Όταν κινούσαμε, η άνοιξη λυγούσε τις ιτιές,
Ξαναγυρνούμε με το χιόνι,
Προχωρούμε αργά, πεινάμε και διψάμε,
Θλίψη γεμάτη η ψυχή μας, την πίκρα μας ποιος θα τη μάθει;
Μπούννο
πιθανολογείται γύρω στα 1100 μ.Χ.
Μετάφραση: Κλείτος Κύρου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου