Θάταν το οινόπνευμα που ήπια το βράδυ,
θάταν που νύσταζα, είχα κουρασθεί όλη μέρα
Σβύσθηκεν απʼ εμπρός μου η μαύρη ξύλινη κολόνα
με την αρχαία κεφαλή κʼ η πόρτα της τραπεζαρίας,
κʼ η πολυθρόνα η κόκκινη και το καναπεδάκι.
Ήλθε στην θέσιν των της Μασσαλίας ένας δρόμος.
Κʼ ελευθέρα η ψυχή μου, χωρίς συστολή,
εκεί εφάνηκε πάλι κʼ εκίνειτο,
με την μορφήν αισθητικού κʼ ηδονικού εφήβου-
Του διεφθαρμένου εφήβου: ας λεχθεί κι αυτό.
Θάταν το οινόπνευμα που ήπια το βράδυ,
θάταν που νύσταζα, είχα κουρασθεί όλη μέρα
Ανακουφίσθηκε η ψυχή μου, που η καϋμένη
όλο συστέλλεται υπό το βάρος των ετών.
Ανακουφίσθηκε η ψυχή μου και μου εφάνη
στης Μασσαλίας έναν δρόμο συμπαθητικό,
με τη μορφή του ευτυχισμένου, διεφθαρμένου εφήβου
που τίποτε δεν ντρέπονταν εκείνος, ασφαλώς
1919
Πηγή: Κ. Π. Καβάφης, Ποιήματα Τα Ατελή, Εισαγωγή Βρασίδας Καραλής,Ιδεόγραμμα 2005 σελ. 68.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου