ΕΧΩ λογοκρισίαν καί ἡμπορῶ νά σᾶς ὑποχρεώσω νά γράψετε μόνον ὅ,τι θέλω. Αὑτήν τήν ὥρα ὅμως δέν θέλω μόνο τήν πέννα σας. Θέλω καί τήν ψυχήν σας. Γι’ αὐτό σάς ἐκάλεσα σήμερα, γιά νά σᾶς μιλήσω μέ χαρτιᾶ ἀνοιχτά. Θά σάς εἰπῶ τά πάντα. Θά σᾶς εἰπῶ ἀκόμη καί τα μεγάλα μου πολιτικά μυστικά. Θέλω νά ξέρετε καί σεῖς ὅλα τά σχετικά μέ τήν ἐθνικήν μας περιπέτειαν ὥστε νά γράφετε, ὅχι συμμορφούμενοι πρός τάς ὁδηγίας μου, ἀλλά ἐμπνεόμενοι, εἰς τήν προσωπικήν σας πίστιν, ἀπό τήν γνῶσιν τῶν πραγμάτων.
Σᾶς ἀπαγορεύω νά ἀνακοινώσετε σχετικά τό παραμικρόν σ’ ὁποιονδήποτε ἀπολύτως καί γιά οἱονδήποτε λόγον. Κάθε παράβασις αὐτῆς τῆς ἐντολῆς μου θά ἔχη διά τόν ὑπεύθυνον -καί νά εἶσθε βέβαιοι ὅτι θά εὐρεθῆ ὁ ὑπεύθυνος- τάς συνεπείας τάς ὁποίας πρέπει νά ἕχη σέ πόλεμο ζωῆς ἤ θανάτου τοῦ Ἔθνους, ἡ προδοσία ἑνός μεγάλου μυστικοῦ, ἔστω καί αὐτό ἄν ἔγινεν ἀπό ἀφέλεια, χωρίς τήν παραμικρή κακή πρόθεση. Φυσικά ἔχω τόν λόγο σας...
ΜΗ νομίσετε ὅτι ἡ ἀπόφασις τοῦ ΟΧΙ πάρθηκε ἔτσι, σέ μιά στιγμή. Μή φαντασθῆτε ὅτι ἐμπήκαμε στόν πόλεμο αἰφνιδιαστικά. Ἤ ὅτι δέν ἔγινε πᾶν ὅ,τι ἐπετρέπετο καί μποροῦσε νά γίνει διά νά τόν ἀποφύγωμε. Ἀπό τήν ἐποχή τῆς καταλήψεως τῆς Ἀλβανίας, τό Πάσχα πέρυσι, τό πρᾶγμα ἄρχισε νά φαίνεται. Ἀπό τόν περασμένο Μάιο εἶπα καθαρά στόν κ. Γκράτσι ὅτι ἄν προσεβαλλόμεθα εἰς τά ἐθνικά κυριαρχικά μας δικαιώματα, θά ἀνθιστάμεθα ἀντί πάσης θυσίας καί δι’ ὅλων τῶν μέσων. Συγχρόνως ὅμως μοῦ ἤρχοντο ἀπό τή Ρώμη, ἀπό τή Βουδαπέστη, ἀπό τά Τίρανα, ἀπό παντοῦ πληροφορίαι ἀντίθετοι.
Εἰς τᾶς 15 Αὐγούστου ἔγινεν ὁ τορπιλλισμός τῆς “ΕΛΛΗΣ”. Γνωρίζετε ὅτι ἀπό τήν πρώτην στιγμήν διεπιστώθη ὅτι τό ἔγκλημα ἦτο ἰταλικό. Ἐν τούτοις, δέν ἐπετρέψαμεν νά γνωσθῆ ὄτι εἴχομεν καί τάς ὑλικάς πλέον ἀποδείξεις περί τῆς ἐθνικότητος τοῦ ἐγκληματίου. Συγχρόνως ὅμως διέταξα τά ἄντιτορπιλλικά τά ὁποῖα συνώδευον τά πλοῖα πού μετέφερον τούς προσκυνητάς ἀπό τήν Τήνον μετά τό ἔγκλημα, ἄν προσβληθοῦν ἀπό ἄεροπλάνα ἤ ὁπωσδήποτε ἄλλως, νά κάμουν ἀμέσως χρῆσις τῶν ὅπλων των.
ΘΑ ΣΑΣ ἀποκαλύψω τώρα ὅτι τότε διέταξα νά βολιδοσκοπηθῆ καταλλήλως τό Βερολίνο. Μοῦ διεμηνύθη ἐκ μέρους τοῦ Χίτλερ, ἡ σύστασις νά ἀποφύγω οἱονδήποτε μέτρον δυνάμενον νά θεωρηθῆ ἀπό τήν Ἰταλίαν πρόκλησις. Ἔκαμα τό πᾶν διά νά μήν μποροῦν οἱ Ἰταλοί νά ἐμφανισθοῦν ὡς δυνάμενοι νά ἔχουν ὄχι ἀφορμάς εὐλόγους, ἀλλ’ οὔτε εὐλογοφανές παράπονον ἐκ μέρους μας, ἄν καί ἀπό τήν πρώτην στιγμήν ἀντελήφθην τί πράγματι ἐσήμαινεν ἡ ὅλως ἀόριστος σύστασις τοῦ Βερολίνου. Σεῖς καλύτερον παντός ἄλλου γνωρίζετε ὅτι ἕκαμα τό πᾶν διά να μην δώσωμεν ἀφορμήν ἐμφανίσεως τῆς Ἰταλίας ὡς δυνάμενης νά ἔχη εὐλογοφανεῖς κἄν ἀφορμάς αἰτιάσεων. Λόγῳ τοῦ ἐπαγγέλματός σας ἔχετε παρακολουθήσει εἰς ὅλες τίς λεπτομέρειες τήν ἱστορίαν τῶν ἀτελειώτων ἰταλικῶν προκλήσεων, δημοσιογραφικῶν καί ἄλλων, ἀλλά καί τήν χριστιανικήν ὑπομονή, τήν ὁποίαν ἐτηρήσαμεν προσποιούμενοι ὅτι δέν τίς καταλαβαίνουμε, περιοριζόμενοι μόνον σέ δημοσιογραφικάς ἀνασκευάς τῶν ἰταλικῶν ἐναντίον μας κατηγοριῶν.
ΟΜΟΛΟΓΩ ὅτι ἐμπρός εἰς τήν φοβεράν εὐθύνην τῆς ἀναμίξεως τῆς Ἑλλάδος εἰς τέτοιον μάλιστα πόλεμον, ἔκρινα πώς καθῆκον μου ἦτο νά δῶ ἐάν θά ἦτο δυνατόν νά προφυλάξω τόν τόπον ἀπό αὐτόν, ἔστω καί διά παντός τρόπου, ὁ ὁποῖος ὅμως θά συμβιβάζετο μέ τά γενικώτερα συμφέροντα τοῦ Ἕθνους. Εἰς σχετικάς βολιδοσκοπήσεις προς τήν κατεύθυνσιν τοῦ Ἄξονος μοῦ ἐδόθη νά ἐννοήσω σαφῶς ὅτι μόνη λύσις θά μποροῦσε νά εἶναι μία ἑκούσια προσχώρησις τῆς Ἑλλάδος εἰς τήν “Νέαν Τάξιν”. Προσχώρησις πού θά ἐγένετο λίαν εὐχαρίστως δεκτή ἀπό τόν Χίτλερ ὥς “ἐραστήν τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος”. Συγχρόνως ὅμως μοῦ ἐδόθη νά ἐννοήσω ὅτι ἡ ἔνταξις εἰς τήν Νέαν Τάξιν προϋποθέτει προκαταρκτική ἄρσιν ὅλων τῶν παλαιῶν διαφορῶν μέ τούς γείτονάς μας. Καί ναί μέν αὐτό θά συνεπήγετο φυσικά θυσίας τινάς διά τήν Ἑλλάδα, ἀλλά θά ἔπρεπε νά θεωρηθοῦν ἀπολύτως “ἀσήμαντοι” ἐμπρός εἰς τά “οἰκονομικά καί ἄλλα πλεονεκτήματα” τά ὁποῖα θά εἶχε διά τήν Ἑλλάδα ἡ Νέα Τάξις εἰς τήν Εὑρώπην καί εἰς τήν Βαλκανικήν. Φυσικά, μέ πᾶσαν περίσκεψιν καί ἀνεπισήπως ἑπεδίωξα δί’ ὅλων τῶν μέσων νά κατατοπισθῶ συγκεκριμένως ποῖαι θά ἦσαν αἱ θυσίαι αὐταί, μέ τάς ὁποίας ἡ Ἑλλάς θά ἔπρεπε νά πληρώση τήν ἀτίμωσιν τῆς ἐξ ἰδίας θελήσεως προσφορᾶς της, νά ὑπαχθῆ ὑπό τήν Νέαν Τάξιν. Μέ καταφανῆ προσπάθειαν ἀποφυγῆς σαφοῦς καθορισμοῦ μοῦ ἐδόθη νά καταλάβω ὅτι ἡ πρός Ἕλληνας στοργῆ τοῦ Χίτλερ ἦτο ἐγγύησις ὅτι αἱ θυσίαι αὐταί θά περιωρίζοντο εἰς τό ἐλάχιστον δυνατόν.
ΟΤΑΝ ἐπέμεινα νά κατατοπισθῶ πόσον ἐπί τέλους θά μποροῦσε νά εἶναι αὐτό τό “ἐλάχιστον”, τελικῶς μᾶς ἐδόθη νά καταλάβωμεν ὅτι τοῦτο συνίστατο εἰς μερικάς ἱκανοποιήσεις πρός τήν Ἰταλίαν δυτικῶς μέχρι Πρεβέζης, ἵσως καί καί πρός Βουλγαρίαν ἀνατολικῶς μέχρι Δεδεαγάτς (Ἀλεξανδρουπόλεως).
Δηλαδή, θά ἔπρεπε διά νά ἀποφύγωμεν τόν πόλεμον, νά γίνωμεν ἐθελονταί δοῦλοι καί νά πληρώσωμεν αύτήν τήν “τιμήν” μέ τό ἅπλωμα τοῦ δεξιοῦ χεριοῦ τῆς Ἑλλάδος πρός ἀκρωτηριασμόν ἀπό τήν Ἰταλίαν καί τοῦ ἀριστεροῦ πρός ἀκρωτηριασμόν ἀπό τήν Βουλγαρία. Φυσικά δέν ἦτο δύσκολον νά προβλέψη κανείς ὅτι εἰς μίαν τοιαύτην περίπτωσιν οἱ Ἄγγλοι θά ἔκοβαν καί αὐτοί τά πόδια τῆς Ἑλλάδος. Καί μέ τόν δίκαιόν των. Κυρίαρχοι πάντοτε τῆς θαλάσσης δέν θά παρέλοιπον ὑπερασπίζοντες πλέον τόν ἑαυτόν των, ἔπειτα ἀπό μίαν τοιαύτην αὐτοδούλωσις τῆς Ἑλλάδος εἰς τούς ἐχθρούς των, νά καταλάβουν τήν Κρήτην καί τάς ἄλλας νήσους μας τουλάχιστον. Τό συμπέρασμα αὐτό δέν προέκυπτεν μόνον ἀπό τήν πλέον ἁπλῆν λογικήν, ἀλλά καί ἀπό ἀσφαλεῖς καί βεβαίας πληροφοριάς ἐξ Αἰγύπτου, καθ’ ἄς εἶχεν ἤδη προμελετηθῆ καί ἀντιμετωπισθῆ ἡ ἐνέργεια πού θά ἔπρεπε νά γίνη ὡς φυσικόν επακόλουθον πάσης τυχόν ἑκουσίας ἤ ἀκουσίας συνεργασίας τῆς Ἑλλάδος μέ τόν Ἄξονα εἰς τάς ἑλληνικάς νήσους καί πρός παρεμπόδισιν ἐν περιπτώσει τῆς δυνατότητας διά τόν Ἄξονα νά τάς χρησιμοποιήση.
Δέν δύναμαι, ἀφ’ ἐτέρου, νά μή παραδεχθῶ ὅτι εἰς μίαν τοιαύτην περίπτωσιν τό δίκαιο δέν θά ευρίσκετο μέ τό μέρος τῆς Κυβερνήσεως, ἡ ὁποίαν διά νά προφυλάξη τόν λαόν ἀπό τόν πόλεμον θά τόν κατεδίκαζεν εἰς ἐθελουσία ὑποδούλωσις μετ’ ἐθνικοῦ ἀκρωτηριασμοῦ.
Αὐτή ἡ δῆθεν προφύλαξις θά ἦτο διά τήν τύχην τῆς εἰς τό μέλλον ἑλληνικῆς φυλῆς πλέον ὀλέθρια καί ἀπό τάς χειροτέρας ἔστω συνεπείας ὁποιουδήποτε πολέμου. Τό δίκαιον, λοιπόν, δέν θά ἦτο μέ τό μέρος τῆς Κυβερνήσεως τῶν Ἀθηνῶν, ἐάν ἡ τελευταία ἐνήργει κατά τάς ὑποδείξεις τοῦ Βερολίνου πού ἀνέφερα. Τό δίκαιον θά ἦτο μέ τό μέρος τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος θά κατεδίκαζεν αὐτήν, καί τῶν Ἄγγλων οἱ ὁποῖοι ὑπερασπίζοντες τήν ὕπαρξιν των, ἐπίσης δικαίως, θά ἐλάμβανον τά μέτρα πού ἐφέροντο ἔχοντες μελετήσει εἰσακούοντες ἄλλωστε τάς δικαίας αἰτιάσεις τῶν Ἑλλήνων, οἷαι θά προέκυπτον ἐν καιρῶ ἄν ἐδίδετο ἡ εὔλογος αὐτή ἀφορμή.
ΘΑ ΕΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΝΤΟ ἔτσι ὄχι δύο ὅπως τό 1916, ἀλλά τρεῖς αὐτήν τήν φοράν Ἑλλάδες. Πρώτη θά ἦτο ἡ ἐπίσημος τῶν Ἀθηνῶν, ἡ ὁποία θά εἶχε φθάσει εἰς τήν πώρωσιν καί τό κατάντημα διά νά ἀποφύγη τόν πόλεμον, νά δεχθῆ νά γίνει ἐθελοντής δοῦλος, πληρώνουσα μάλιστα τήν τιμήν αὐτήν καί μέ τήν συγκατάθεσίν της νά αὐτοακρωτηριασθῆ τραγικώτατα παραδίνουσα εἰς τήν δουλείαν πληθυσμούς ἀμιγῶς ἑλληνικούς καί μάλιστα δύναμαι νά εἰπῶ τούς ἑλληνικώτερους τῶν ἑλληνικῶν τοιούτους. Δευτέρα θά ἦτο ἡ πραγματική Ἑλλάς. Δηλαδή ἡ παμψηφία τῆς κοινῆς γνώμης τοῦ Ἔθνους, τό ὁποῖον ποτέ δέν θά ἀπεδέχετο τήν ἐκουσίαν του ὑποδούλωσιν πληρωνομένην μάλιστα μέ ἐθνικόν ἀκρωτηριασμόν ἀφορήτον καί ἰσοδυναμοῦσαν μέ ὁριστικήν ἀτίμωσιν καί μελλοντικήν βεβαίαν ἐκμηδένισιν τοῦ Ἑλληνισμοῦ ὡς ἐννοίας καί ὀντότητος, ἐκμηδένισιν πρῶτον ἠθικήν, καί δεύτερον ἐν συνεχείᾳ τῆς ἠθικῆς καί ὑλικῆν. Τό Ἔθνος οὐδέποτε θά συνεχώρει εἰς τόν Βασιλέα καί τήν Ἐθνικήν Κυβέρνησιν τῆς 4ης Αὐγούστου τοιαύτην πολιτικήν. Τρίτη, τέλος, θά προέκυπτε μία ἀκόμη Ἑλλάς, ἡ Ἑλλάς τήν ὁποίαν δέν θά παρέλειπον νά δημιουργήσουν, φυσικά μέ τήν ἐπίκλησιν τοῦ δημοκρατισμοῦ, οἱ δημοκρατικοί Ἕλληνες ὑπό τήν κάλυψιν του βρετανικοῦ στόλου εἰς τάς νήσους Κρήτην καί εἰς τάς ἄλλας. Ἡ τρίτη αὐτή Ἐλλάς, ἡ “Δημοκρατική”, θά εἶχε μέ τό μέρος της ὄχι μόνον τήν πρόθυμον ὑποστήριξιν τῆς Ἀγγλίας εἰς τήν ὁποίαν θά ἔδιδε τό δικαίωμα νά καλύψη τάς νήσους μας, καλυπτόμενη καί ἡ ἰδια εἰς τήν βόρειον Ἀφρικήν, ἀλλά θά εἶχε μέ τό μέρος της καί τό ἐθνικό δίκαιον. Ἡ ἠθική της δύναμις, λοιπόν, θά ἀπερρόφα μοιραίως τήν ἐπίσημον Ἑλλάδα, διότι θά διέθετεν ἡ τρίτη αὐτή Ἑλλάς τήν ἀνεπιφύλακτον ἔγκρισιν καί ἔνίσχυσιν τῆς ἀνεπισήμου τῆς “δευτέρας” Ἑλλάδος, τῆς ἐθνικῆς δημοσίας γνώμης ἐν τῆ παμψηφίᾳ της.
ΕΖΗΣΑ, κύριοι, τήν περίοδον τοῦ ἐθνικοῦ διχασμοῦ, πού ἐδημιουργήθη το 1916 ὅταν ἀπό τήν κατάστασιν ἐκείνην προέκυψαν δύο Ἑλλάδες, ἡ τῶν Ἀθηνῶν καί τῆς Θεσσαλονίκης. Τόν κίνδυνον ἀπό μίαν νέαν διαίρεσιν τῆς Ἑλλάδος, προκύπτουσαν συνεπείᾳ τοῦ Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ὅπως ἡ διαίρεσις τοῦ 1916 προέκυψε συνεπείᾳ τοῦ Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, μίαν νέαν διαίρεσιν μάλιστα πολύ τραγικωτέραν, διότι ὅπως τήν ἐσκιαγράφησα δέν θά εἶναι κἄν διχασμός, ἀλλά τριχοτομισμός, τόν κίνδυνον αὐτόν τόν θεωρῶ, κύριοι, διά τό Ἔθνος καί τό μέλλον του ἀσυγκρίτως χειρότερον ἀπό τόν πόλεμον, ἔστω καί αὐτόν τόν πόλεμον ἀπό τόν ὁποῖον εἶναι δυνατόν και δουλωμένη ἀκόμη νά βγῆ προσωρινῶς ἡ Ἑλλάς. Λέγω προσωρινῶς, διότι πιστεύω ἀκράδαντα ὅτι τελικῶς ἡ νίκη θά εἶναι μέ τό μέρος μας. Γιατί οι Γερμανοί δέν θά νικήσουν. Δέν μπορεῖ νά νικήσουν. Ὑπάρχουν πολλά ἐμπόδια.
Ἡ Ἑλλάς εἶναι ἀποφασισμένη νά μήν προκαλέση μεν, μέ κανένα τρόπον κανένα, ἀλλά καί μέ κανένα τρόπον νά μήν υποκύψη. Πρό παντός εἶναι ἀποφασισμένη νά ὑπερασπίση τά ἐδάφη της, ἔστω καί ἄν πρόκειται νά πέση. Ἥδη, δέ, ἡ ἀπόφασίς της αὐτή καί ἡ πολιτική της αὐτή, χάρις εἰς τήν ὁποίαν ἀπρόκλητα προσεβλήθη, ἐχάρισαν εἰς τόν τόπον καί εἰς τόν λαόν μας τό πλέον ἀνεκτίμητον τῶν ἀγαθῶν καί τό μεγαλύτερον στοιχεῖον τῆς δυνάμεώς του: Αὐτή ἡ πολιτική ἔδωσεν εἰς τόν λαόν τήν ἀπόλυτη ψυχικήν καί πανεθνικήν ἕνωσίν του.
ΣΗΜΕΡΑ ὅμως ἐπί πλέον ὑπάρχουν καί μερικοί ἄλλοι παράγοντες πού προδικάζουν τήν τελική μας νίκην. Η Τουρκία δέν εἶναι ὅπως το 1916 σύμμαχος τῶν Γερμανῶν. Εἶναι σύμμαχος τῶν Ἄγγλων. Ἡ Βουλγαρία βέβαια ἐνεδρεύει καί τώρα ὅπως καί τότε, ἀλλ’ ἐν πάσῃ περιπτώσει αὐτήν τήν ἐποχήν τουλάχιστον πρός τό παρόν δέν τολμᾶ. Ὁ καιρός ὅμως δέν δουλεύει διά τόν Ἄξονα. Δουλεύει διά τους ἀντιπάλους του. Τέλος, διά τήν Γερμανίαν κατέστη ὁριστικά ἀδύνατος εἰς τήν Δουγκέρκην. Ὀ πόλεμος διά τον Ἄξονα ἔχει χαθῆ, ἀπό τήν στιγμήν πού ἡ Ἀγγλία διεκήρυξε: “Θά πολεμήσωμεν ἔστω καί μόνοι εἰς τό νησί μας καί πέραν τῶν θαλασσῶν. Θά πολεμήσωμεν μέχρι τῆς νίκης”.
Ἀλλά ἐπί πλέον καί ἡμεῖς οἱ Ἕλληνες πρέπει νά γνωρίζωμεν ὅτι δέν πολεμοῦμεν μόνον διά τήν νίκην, ἀλλά καί διά τήν δόξαν.
ΛΟΙΠΟΝ, ἀκοῦτε διά νά συνεννοηθοῦμε. Ἐγώ, κύριοι, ὅπως έπαρκῶς σᾶς ἐξήγησα, ἑτήρησα μέχρι σήμερον τήν πολιτικήν τοῦ ἁειμνήστου Βασιλέως Κωνσταντίνου, δηλαδή τήν πολιτικήν τῆς αὐστηρᾶς οὐδετερότητος. Ἔκαμα τό πᾶν διά νά κρατήσω τήν Ἑλλάδα μακράν τῆς συγκρούσεως τῶν μεγάλων κολοσσῶν. Ἤδη, μετά τήν ἄδικον ἐπίθεσιν τῆς Ἰταλίας, ἡ πολιτική τήν ὁποίαν ἀκολουθῶ εἶναι ἡ πολιτική τοῦ ἀειμνήστου Βενιζέλου. Διότι εἶναι ἡ πολιτική τοῦ συνταυτισμοῦ τῆς Ἑλλάδος μέ τήν τύχην τῆς δυνάμεως, διά τήν ὁποίαν ἡ θάλασσα εἶναι ἀνέκαθεν ὅπως εἶναι καί διά τήν Ἑλλάδα, ὄχι τό ἔμπόδιον πού χωρίζει, ἀλλά ἡ ὑγρά λεωφόρος πού συνδέει. Βέβαια εἰς τήν ἱστορίαν μας τήν νεωτέραν δέν εἴχομεν μόνον ευγνωμοσύνης λόγους καί ἀφορμάς διά τήν Ἀγγλίαν, τῆς ὁποίας ἄλλως τε ἡ μεταπολεμική πολιτική, τῶν τελευταίων ἰδίως ἐτῶν, εἶναι πολιτική μεγίστων καί ἱστορικῶν ἀγγλικῶν εὐθυνῶν. Ἀλλά τάς εὐθύνας της αὐτάς ἡ Ἀγγλία τάς ἀποδίδεί σήμερον μέ τήν ὑπερήφανον ἀποφασιστικότητα λαοῦ μεγάλου, σώζοντος τήν ἐλευθερίαν τοῦ κόσμου καί τοῦ πολιτισμοῦ. Διά τήν Ἑλλάδα ἡ Ἀγγλία εἶναι ἡ φυσική φίλη καί ἐπανειλημμένως ἐδείχθη προστάτρια, ἐνίοτε δέ ἡ μόνη προστάτρια. Ἡ νίκη θά εἶναι καί δέν ἠμπορεῖ παρά νά εἶναι δική μας. Θά εἶναι νίκη τοῦ Ἀγγλοσαξοννικοῦ κόσμου, ἀπέναντι τοῦ ὁποίου ἡ Γερμανία, ἡ ὁποία ἀφοῦ ἕως τώρα δέν ἠδυνήθη νά ἐπιτύχη ὁριστικόν ἀποτέλεσμα, εἶναι καταδικασμένη νά συντριβῆ. Διότι ἀπό τώρα καί πέρα ὁ ὁρίζων δέν πρέπει να θεωρῆται διά τόν Ἄξονα ἀνέφελος οὔτε πρός ἀνατολάς καί ἡ Ἀνατολή εἶναι πάντοτε μυστηριώδης. Πάντοτε ἦτο, ἀλλά σήμερον ὑπέρποτε εἶναι γεμάτη ἀπρόοπτα καί μυστήριο. Τελικῶς, λοιπόν, θά νικήσωμεν. Καί θέλω, φεύγοντες ἀπό τήν αἴθουσαν αὐτήν, νά πάρετε μαζί σας ὅλην τήν δική μου ἀπόλυτη βεβαιότητα ὅτι θά νικήσωμεν. Ἐν τούτοις, πρέπει νά σᾶς ἐπαναλάβω ὅ,τι ἐπισημότερον διεκήρυξα ἀπό τήν πρώτην στιγμήν. Ἡ Ἑλλάς δέν πολεμά διά τήν νίκην. Πολεμᾶ διά τήν Δόξαν. Καί διά τήν τιμήν της. Ἔχει ὑποχρέωσιν πρός τόν ἑαυτόν της νά μείνη ἄξια τῆς ἱστορίας της.
Η ΙΤΑΛΙΑ εἶναι μεγάλη δύναμις, ὅταν δέ προχθές ἔγινεν ἡ πρώτη ἀεροπορική ἐπιδρομή, ὁμολογῶ ὅτι μέ ἔκπληξιν ἤκουσα εἰς σχετικήν ἐρώτησίν μου τήν ἀπάντησιν ὅτι τά ἐπιδραμόντα άεροπλάνα ἦσαν μόνον ἰταλικά. Αὐτό φθάνει νά σᾶς δώση νά καταλάβετε μέ ποιές ἰδέες μπῆκα στόν πόλεμο. Ἀλλά ὑπάρχουν στιγμές κατά τίς ὁποῖες ἕνας λαός ὀφείλει, ἄν θέλη νά μείνη μεγάλος, νά εἶναι ἱκανός νά πολεμήση, ἔστω καί χωρίς καμμίαν ἐλπίδα νίκης. Μόνον διότι πρέπει. Γνωρίζω ὅτι ὁ ἑλληνικός λαός θά ἦτο ἀδύνατον νά δεχθῆ ἄλλο τι αὐτήν στιγμήν. Διότι εἶναι ἐλεὐθερος καί ἀπερίσπαστος εἰς τήν φυσικήν εὐθυκρισίαν καί ὑπερηφάνειαν, ἐφ ὅσον δέν ἐδόθη εὐκαιρία νά θολωθῆ ἡ κρίσις του δι’ ἀγοραίων θορύβων καί παραπλανητικῶν ἐκστρατειῶν. Ἐκάμαμεν ὅ,τι ἦτο δυνατόν διά νά μήν ἔχωμεν τό παραμικρόν ἄδικον. Καί θά ἐξακολουθήσωμεν τήν ἰδιαν τακτικήν μέχρι τέλους. Σᾶς ἔχω στό τραπέζι μερικά ἔγγραφα. Εἶναι ὅλαι αἱ ἀποδείξεις τῆς ἰταλικῆς ἐνέδρας ἐκ προμελέτης. Ὅταν τελειώσω, μπορεῖτε νά τά δῆτε. Περιττόν νά πάρετε σημειώσεις. Συντομώτατα θά δημοσιευθοῦν εἰς τήν Λευκήν Βίβλον, ἡ ὁποία διέταξα νά ἐκδοθῆ τό ταχύτερον.
ΔΕΝ σᾶς κρύβω, κύριοι, ὅτι ἡ κατάστασις εἶναι ἐξαιρετικά δύσκολη. Μᾶς περιμένουν μάλιστα δοκιμασίαι μεγάλαι. Διά νά μή δώσω εὐκαιρίαν πρός τήν ἐπιζητουμένην διά παντός τρόπου ἀφορμήν κατασυκοφαντήσεώς μας, εὑρέθην ὑποχρεωμένος νά πάρω μίαν ἀπόφασιν ἐξόχως σοβαράν. Νά μή κάμω τήν ἐπιστράτευσιν ὅταν ἀπό καιροῦ τήν ἐζήτησε καί ἐξηκολούθησεν ἐπανειλημμένως νά μοῦ τήν ζητᾶ τό Ἐπιτελεῖον. Ὁ ἰταλικός ὄγκος, λοιπόν, εὑρῆκεν ἀπέναντί του δυνάμεις πάρα πολύ ἀσθενεῖς, τουλάχιστον διά τήν κροῦσιν τῶν πρώτων ἡμερῶν. Ὁ ρόλος σας εἶναι σήμερον μεγάλος καί ἐπισημότατος. Μή χάνετε τό θάρρος σας ὁ,τιδήποτε καί ἄν γίνη, διότι ἄλλως ἀδύνατον νά φανῆτε ἄξιοι τοῦ λαοῦ σας καί τοῦ καθήκοντός σας, τό ὁποῖον εἶναι νά συντηρήσητε τήν ἱερή φλόγα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, νά βοηθήσητε τόν μαχόμενον στρατόν, νά ὑπάρξητε συνεργάται τῆς Κυβερνήσεως, ὅ,τι καί ἄν αισθάνεσθε δι’ αὐτήν. Πρέπει νά πιστεύσητε σεῖς γιά νά μπορέσετε νά μεταδώσετε τήν πίστιν εἰς τό κοινόν σας, μολονότι αὐτήν τήν φοράν ἔχομεν ὅλοι μας νά πάρομεν ἀπο τόν ἑλληνικόν λαόν καί ἀπό τό ἀπερίγραπτον θάρρος του καί ὄχι νά τοῦ δώσωμεν.
ΘΕΛΩ ἀκόμη νά σᾶς εἴπω κάτι. Ξέρω μέ βεβαιότητα ὅτι ἀπό τήν φοβεράν αὐτήν δοκιμασίαν ἡ Ἑλλάς θά ὑποφέρη. Ξέρω ὅμως ἐπίσης μέ βεβαιότητα ὅτι τελικῶς θα ἐξέλθη ὅχι μόνον ἔνδοξος, αλλά καί μεγαλύτερη. Θά προσέξατε τό τηλεγράφημα τοῦ κ. Τσῶρτσιλ, τό ὁποῖον ἐδημοσιεύθη σήμερον στάς ἐφημερίδας, ἀνακοινωθέν ἀπό τό ὑπουργεῖον Ἐξωτερικῶν. Λοιπόν ἐπιθυμῶ νά σας τονίσω τοῦτο:Ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι εἰς τό τηλεγράφημα αὐτό δέν βλέπουν γραπτήν τήν ἐπιβεβαίωσιν ἐγγράφου συμφωνίας διά τά Δωδεκάνησα, δέν ξέρουν νά διαβάζουν μέσα ἀπό τίς γραμμές. Καί κάτι ἄλλο ἀκόμη. Τά Δωδεκάνησα προδικάζουν...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου