Από το 1972 που πρωτοεκδώσατε, μέχρι σήμερα, 50 και παραπάνω χρόνια μετά, τι άλλαξε στο γράψιμό σας και τι παρέμεινε το ίδιο; Υπάρχουν κοινά σημεία αναφοράς στα βιβλία σας;
- Όσο κι αν φαίνεται απλή, είναι στ’ αλήθεια μια δύσκολη ερώτηση. Ο χρόνος είναι αμετακίνητος, εμείς κινούμαστε μέσα σ’ αυτόν. Είναι δυνατόν να μην έχει αλλάξει η θέασή μου του κόσμου μέσα σε περισσότερο από 50 χρόνια; Και πάλι, γίνεται να έχει μεταμορφωθεί τόσο ο ψυχισμός μου, ώστε οι αναφορές στα γεγονότα και τις εμπειρίες να διαφοροποιούνται τόσο, έτσι που το αποτέλεσμα, στη συγκεκριμένη περίπτωση η γραφή, να μην έχει καμία σχέση με ό,τι αποτυπώθηκε τότε; Μην ξεχνάτε πως μιλάτε σε κάποιον που δεν πιστεύει στην ελευθερία της βούλησης. Οι όποιες αλλαγές είναι απλώς αισθητικής μορφής. Ο υπερρεαλισμός σε συνδυασμό με τον συμβολισμό στα πρώτα βιβλία, ο ερμητισμός, γιατί προοδευτικά υπήρξε έντονη η επιθυμία να κρυφτώ, στα επόμενα. Βέβαια, δεν πρέπει να παραβλέψουμε τις διάφορες αναγνώσεις, την ανακάλυψη καινούργιων πηγών έμπνευσης και την προσπάθεια να είμαι εγώ δίχως όμως να αποκαλύψω τα πρόσωπα που μέσα από τον έρωτα ή την φιλία, χωρίς να μεταβάλουν τον πυρήνα της ύπαρξής μου, επέδρασαν καθοριστικά σ’ αυτό που είμαι. Και μέσα απ’ αυτό το είμαι η ενηλικίωση ακολούθησε την νεότητα, η ωρίμανση θα συναντήσει τα γηρατειά. Ως σημεία αναφοράς σ’ αυτές τις προσπάθειες, γιατί έτσι βλέπω τα ποιήματά μου, παραμένει η μνήμη, ακόμη κι αν από αυτό το Κάτι που με ώθησε να γράψω, να το αποτυπώσω, ( πολύ εγωιστικά για μένα πρώτα και μετά για τον αναγνώστη) μεσολαβούν κάποια λεπτά ή ένα υπερβολικά μεγάλο διάστημα.
Και όσον αφορά την γλώσσα; Τι ρόλο παίζει στα γραπτά σας;
-Μα τι θεωρούμε «γλώσσα»; Αν εννοούμε την έκφραση σε καλά ελληνικά, ίσως απέτυχα αφού δεν είμαι άμεση και «κατανοητή». Αν εννοούμε τον τρόπο, την φόρμουλα, πειραματίζομαι συνέχεια. Στο τελευταίο βιβλίο στο οποίο αναφέρεστε, η "Ευφροσύνη – Ποιήματα για μικρά παιδιά" πρόκειται για ένα όνομα, ένα κύριο όνομα, ενός αγαπημένου πλάσματος, της ανηψιάς μου που έχασα με τρόπο τραγικό. Παιδιά μας δεν είναι μόνον οι υπάρξεις που γεννήθηκαν από το σώμα μας. Ευτυχώς έχω, τύχη αγαθή, και μία κόρη, της οποίας το όνομα «Λητώ» δεν παραπέμπει μόνο σε μια θεότητα της μυθολογίας, αλλά και στον Λίθο, σε υλικό στέρεο, συμπαγές, δυνατό. Η "Ευφροσύνη" σε αντίθεση με το όνομά της που σημαίνει χαρά, αίσθημα ευφρόσυνο, χαροποιό, απέδειξε με την γεμάτη πόνο ύπαρξή της ότι η γλώσσα δεν είναι παρά ένα παιχνίδι, η αφορμή να πλάσουμε ένα σύμπαν που από μόνο του είναι φθαρτό και φθοροποιό. Από όλα αυτά μαθαίνουμε, όμως η μάθηση, δεν έχει πάντοτε σχέση με την γνώση: σπάνια πλησιάζουμε την τελευταία, αυτό συνήθως συμβαίνει προς το τέλος του επίγειου βίου. Και για να προλάβω την –καλή τη πίστει- επόμενη ερώτησή σας, ας παραπέμψω στη δική μου θέση: παρόλο που βωμολοχώ συχνά, κυρίως μέσα από το γράψιμο όπου η τολμηρότητα εκλαμβάνεται ως πρόκληση, αυτό δεν είναι παρά η έκφραση της αιρετικής και ίσως βλάσφημης πλευράς μου: ναι- πιστεύω. Η προσέγγιση της συμπαντικής πίστης και του Πόνου βαραίνει όλα τα έμβια∙το βιβλίο δεν γράφτηκε μόνο για κείνην, την "Ε[ε]υφροσύνη" , αλλά και για τους γονείς, τα αδέλφια της, κυρίως για τον αδελφό μου ο οποίος και έζησε την θανατηφόρα πτώση. Ο Ιάκωβος, ο αδελφόθεος Ιάκωβος, δεν ήταν μαθητής του Ιησού, αλλά σε κείνον πρώτα εμφανίστηκε μετά την Ανάσταση. Ο κρυπτικός λόγος των Ευαγγελίων αποδεικνύει, αιώνες πριν η επιστημοσύνη επιχειρήσει να ερμηνεύσει τα πάντα, τις πολλαπλές μορφές της βιολογικής ύπαρξης. Η Ευφροσύνη ακόμη κι αν δεν υπάρχει πλέον ως σώμα το οποίο μπορούμε να αγγίξουμε, οριοθετεί την ευφροσύνη ανάμεσα στο μέλλον και την τωρινή στιγμή της οδύνης." Τα ποιήματα για μικρά παιδιά", γιατί αυτός είναι ο πλήρης τίτλος της μικρής συλλογής, υποδεικνύει πόσο άναρθρος μπορεί να γίνει ο λόγος όταν εκφέρεται με κομμένη την ανάσα σ’ έναν χώρο απόρρητο.
Ποιο είναι λοιπόν το νόημα της γλώσσας όταν πρόκειται για την απώλεια; Οι Μυστικοί ( της Ανατολής) το άγγιξαν με τελειότητα σχεδόν. Ο δυτικός άνθρωπος αγωνίζεται να υπάρξει μέσα από Αυτό το οποίο δεν έχει διδαχτεί να εκφράζει με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη λιτότητα αλλά και σαφήνεια. Γι’ αυτό τον λόγο λοιπόν χαρακτηρίζω τα ποιήματά μου και ό,τι γράφω γενικώς, ως «προσπάθειες». Κι αυτός ο αγώνας, όσον αφορά την ποίηση τουλάχιστον, έφτασε για μένα στο τέλος του.
Ποίηση, πρόζα, μεταφράσεις, διδασκαλία, έρευνα. Πού συναντώνται, ποιος είναι ο συνδετικός κρίκος αυτών των δραστηριοτήτων;
-Θα σας απαντήσω με όσο γίνεται μεγαλύτερη συντομία: ποίηση- πρόζα από τα δεκατέσσερα, μετάφραση από τα είκοσι (μένουν πολλές αδημοσίευτες), διδασκαλία ( απεχθάνομαι την λέξη ) πολύ αργότερα. ΤΕΛ Καλύμνου, Γυμνάσιο Αγίας Βαρβάρας Αιγάλεω, όπου διατήρησα μέχρι τέλους την οργανική θέση, Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας τα τελευταία χρόνια: εκεί έμαθα μαζί με τους ανθρώπους μου. Το γεγονός ότι δεν ήμουν φιλόλογος συνέβαλε να προσεγγίζω τα πάντα μέσα από την λογοτεχνία, κυρίως την Ποίηση. Το θεωρώ μεγάλο δώρο – τουλάχιστον για μένα. Τον ελεύθερο χρόνο έρευνα για τους πρόσφυγες κυρίως του Πόντου. Τώρα, με την ελπίδα ο χρόνος να φανεί ευνοϊκός μαζί μου, τελειώνω μια μελέτη μικρή, - σχετικά με το μέγεθος του ανθρώπου με τον οποίο ασχολούμαι χρόνια τώρα, - τον Ιωάννη Συκουτρή. Μέσα από ένα μέρος του τεράστιου έργου του, συγκεκριμένα άρθρα, μελέτες και διαδρομές, όπως εκείνη της Κύπρου, και τις συμπτώσεις χώρου και χρόνου, προσπαθώ ερευνώντας να διαλευκάνω ό,τι μέχρι τώρα έχει μείνει σκοτεινό. Φοβάμαι πως οποιαδήποτε απλοποίηση, όταν πρόκειται για τον Συκουτρή, δεν οδηγεί πουθενά. Οι παλινδρομήσεις του δεν είναι αποτέλεσμα αμηχανίας, αλλά ενός αγώνα, μιας συμπύκνωσης, πέρα από τ’ ανθρώπινα. Μόνον όσοι τον γνώρισαν προσωπικά και είχα την τύχη να συναντήσω αρκετούς απ’ αυτούς, θα μπορούσαν να δώσουν μια ερμηνεία όσον αφορά σχετικά με τις - εκ πρώτης όψεως - πολιτικά ακραίες απόψεις του οι οποίες όμως -σημειώστε το αυτό- δεν υπήρξαν επιλογές ζωής. Τα υπόλοιπα δε θα απαντηθούν ποτέ. Ο Δημήτρης Δημόπουλος, των εκδόσεων ΚΟΥΚΚΙΔΑ, είχε την γενναιότητα να δεχτεί το μικρό αυτό βιβλίο το οποίο, επιλεκτικά εννοείται, δίνει και κάποιες εικόνες των Αδιεξόδων του Μεσοπολέμου, όπως αποφάσισα να είναι ο υπότιτλος.
Σε μια συνέντευξή σας στον Μισέλ Φάις, λέτε ότι πιστεύετε ".. σ’ αυτό το αόρατο δέσιμο. Το βιβλίο είναι ένα είδος μεσάζοντα και επιπλέον ο τρόπος να έρθουν οι αναγνώστες πιο κοντά ο ένας στον άλλο.» Πείτε μας περισσότερα γι’ αυτό. Ποιοι είναι οι συγγραφείς που σας επηρέασαν; Και πώς αποτυπώθηκε αυτή η επιρροή στα βιβλία σας;
-Χάρη στον Μισέλ, είχα την ευκαιρία, όπως με σας, καληώρα, να μιλήσω για τα βιβλία γενικότερα, αλλά και για τη δική μου βιβλιοθήκη. Εκτός από όσα, συγκεντρωμένα επί χρόνια, βρίσκονται αμετακίνητα δίπλα μου, υπάρχουν και άλλα, πολλά θα έλεγα, τα οποία αποφάσισα μια συγκεκριμένη στιγμή, να χαρίσω. Και όχι μόνον βιβλία, αλλά και σπάνια χειρόγραφα σπάνιων ανθρώπων. Κι αυτό, δίχως να περιμένω καμιά ανταπόδοση ούτε καν αναγνώριση: μου αρκεί, όπως σε κάθε μου χειρονομία, η εκτίμηση της μικρής αυτής προσφοράς. Βέβαια, υπάρχουν και οι εξαιρέσεις, άνθρωποι που εκτιμώντας όχι το «δώρο» αλλά το αίσθημα, την αγάπη που εκφράζει αυτό, πρόθεση δεσμού αόρατου και ισχυρού, στάθηκαν δίπλα μου σε πολύ δύσκολες στιγμές. Αναφέρω τον συνάδελφο από την Αγία Βαρβάρα, μαθηματικό και συλλέκτη Ιορδάνη Χριστοδούλου, στον οποίο χάρισα το μεγαλύτερο μέρος της αλληλογραφίας μου: επιστολές του Στρατή Δούκα, του Μίλτου Σαχτούρη, του Νίκου- Γαβριήλ Πεντζίκη, του Νίκου Εγγονόπουλου, του Γιώργου Σαββίδη, του Τάκη Σινόπουλου, του Νίκου Σπάνια, του Μιχάλη Κατσαρού, του Γιώργου Χρονά και πολλών άλλων, συμπεριλαμβανομένων και επιστολών ιδιαίτερα προσωπικών.. Και συνεχίζω να δίνω! Δεν λησμονώ τον νεαρό, αγαπημένο φίλο Ποιητή Γιάννη Βιτσαρά, τον Γιάννο μας, όπως τον αποκαλούσε ο πολύκλαυστος φίλος από την εφηβεία, ο Χάρης Μεγαλυνός. Του αξίζουν γράμματα, και σημειώσεις φίλων ποιητών της γενιάς μου. Και βιβλία με αφιερώσεις! Το δέσιμο αυτό, ακόμη κι αν δεν πρόκειται για βιβλιαράκια δικά μου, είναι η φωτογραφία- απεικόνιση μιας χρονικής περιόδου που σιγά σιγά φτάνει, ως προς τον δικό μας περίπατο σ΄αυτήν, στο φυσικό τέλος της. Απόλυτα φυσιολογικό. Ας προσφέρουμε λοιπόν στους νεώτερους.
-Μη με ρωτάτε για επιδράσεις∙ νιώθω δύσκολα, δεν μπορώ να πω ψέμματα. Επηρεάστηκα κυρίως από ξένους ποιητές και συγγραφείς. Με εξαίρεση τους δημιουργούς του Μεσοπολέμου∙ την γνώση τους, εκτός από τον Καρυωτάκη βέβαια και τον Γιώργο Σαραντάρη που διάβαζα από παιδί, οφείλω αποκλειστικά σε Κάποιον, χάρη στον οποίο αγάπησα τον Αναστάσιο Δρίβα, τον Μήτσο Παπανικολάου και τόσους άλλους. Άργησα να γνωρίσω την εξαιρετική Μελισσάνθη. Και με καθυστέρηση θαύμασα την Βικτωρία Θεοδώρου, την μετέπειτα στενή φίλη μας∙ και χαίρομαι όταν νέοι άνθρωποι τους ανακαλύπτουν νωρίτερα από μένα.
Ποια είναι γνώμη σας για την νέα γενιά των Ελλήνων συγγραφέων και ποιητών; Υπάρχει η πιθανότητα να κινηθούν εκτός των ορίων της ελληνικής γλώσσας και η φωνή τους να ακουστεί και να διαδοθεί σε ένα ευρύτερο αναγνωστικό κοινό;
-Αδυνατώ να παρακολουθήσω το πλήθος των καινούργιων βιβλίων τα οποία εκδίδονται. Ό,τι φτάνει στα χέρια μου, πιστέψτε με, το διαβάζω προσεκτικά. Όμως, αν αναφέρω κάποια ονόματα θα αδικήσω κάποιον νεαρό ποιητή ή ποιήτρια – γιατί είναι πολύ περισσότερες οι νέες γυναίκες που γράφουν - από την στιγμή που δεν γνωρίζω το έργο των υπολοίπων. Θα μου επιτρέψετε κάποιες εξαιρέσεις: τα θαυμαστά ποιήματα της Νίκης- Ρεβέκκας Παπαγεωργίου ( 1948-2000) Του Λιναριού τα Πάθη- Ο Μέγας Μυρμηγκοφάγος [ Εκδόσεις ΑΓΡΑ] και το μοναδικό βιβλίο που πρόφτασε να εκδώσει η Πηνελόπη Συρμακέζη ( 1949?- 1994) Πρώτη Χρονιά στο Νηπιαγωγείο με ποιήματα τα οποία γράφτηκαν την δεκαετία του ’70 και εκδόθηκαν από την ίδια το 1989. Επίσης τα βιβλία, όσα υπάρχουν πια στον ΔΙΟΓΕΝΗ του Κώστα και Πέτρου Κουλουφάκου, του Ιωάννη Λεοντακιανάκου ( 1954-1974 ) ∙ το έργο του αξέχαστου, θρυλικού πλάσματος Τάκη Παυλοστάθη (1943-1999) [ ΝΕΦΕΛΗ 2006] και βέβαια τα ποιήματα του αγαπημένου φίλου Χάρη Μεγαλυνού (1951-2024) του οποίου η ποίηση, οι ατέλειωτες συζητήσεις μας γύρω απ’ αυτήν και τα ερωτηματικά που βασάνισαν τα νιάτα μας, επηρέασαν καθοριστικά τις δικές μου πρώτες απόπειρες.
Μια παρατήρηση: παρακολουθώντας, όσο αυτό είναι δυνατό, πρωτότυπα έργα ή/και μεταφράσεις σύγχρονων ξένων ποιητών, διαπιστώνω μια κοινή πορεία με τους δικούς μας του 21ου αιώνα: τάση για εσωτερίκευση των αισθημάτων που οδηγεί σε μία «έκρηξη» της οποίας όμως τα υλικά είναι φτηνά και χιλιοχρησιμοποιημένα όπως των πυροτεχνημάτων∙ προσέγγιση, αλλά μόνον εξωτερική, στοιχείων που δεν έχουν καμία σχέση με τον μοντερνισμό όπως τον βιώσαμε εμείς και όπως αυτός, με όλο το βάρος και την ουσία της λέξης, ήταν και είναι∙ αλλά και αγάπη για την φύση και για ό,τι χάνουμε απ’ αυτήν. Δεν είμαι θεωρητικός της λογοτεχνίας ή κριτικός, για να πω περισσότερα.
-Είχα την τύχη τα ποιήματά μου να μεταφράσει στα αγγλικά, μετά από πολύχρονη εργασία, ο Ποιητής, συγγραφέας και κριτικός John Taylor. Απομένει να ευχηθώ, με κάθε ειλικρίνεια, αυτούς τους περίεργους καιρούς που η επιστροφή στην -με την ευρεία έννοια- παράδοση ( ξεκαθαρίζω: των κινημάτων) θεωρείται ως ένα από τα μεγαλύτερα ελαττώματα της ποίησης, ακόμη και του ποιητικού κειμένου (text) που κάποτε υπήρξε το εφαλτήριο για το πραγματικά μοντέρνο, να υπάρξουν, αργά ή γρήγορα, το ίδιο τυχεροί.
Πηγή: https://www.greeknewsagenda.gr/reading-greece-veroniki-dalakoura-language-is-nothing-but-a-game-the-sparkle-to-create-a-universe-that-is-in-itself-perishable-and-corruptive/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου