Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2025

Charles Baudelaire-Οι μεταμορφώσεις της αιματορουφήχτρας

 Les Métamorphoses du vampire

La femme cependant, de sa bouche de fraise,

En se tordant ainsi qu’un serpent sur la braise,

Et pétrissant ses seins sur le fer de son busc,

Laissait couler ces mots tout imprégnés de musc:


— «Moi, j’ai la lèvre humide, et je sais la science

De perdre au fond d’un lit l’antique conscience.

Je sèche tous les pleurs sur mes seins triomphants,

Et fais rire les vieux du rire des enfants.


Je remplace, pour qui me voit nue et sans voiles,

La lune, le soleil, le ciel et les étoiles!

Je suis, mon cher savant, si docte aux voluptés,

Lorsque j’étouffe un homme en mes bras redoutés,


Ou lorsque j’abandonne aux morsures mon buste,

Timide et libertine, et fragile et robuste,

Que sur ces matelas qui se pâment d’émoi,

Les anges impuissants se damneraient pour moi!»


Quand elle eut de mes os sucé toute la moelle,

Et que languissamment je me tournai vers elle

Pour lui rendre un baiser d’amour, je ne vis plus

Qu’une outre aux flancs gluants, toute pleine de pus!


Je fermai les deux yeux, dans ma froide épouvante,

Et quand je les rouvris à la clarté vivante,

À mes côtés, au lieu du mannequin puissant

Qui semblait avoir fait provision de sang,


Tremblaient confusément des débris de squelette,

Qui d’eux-mêmes rendaient le cri d’une girouette

Ou d’une enseigne, au bout d’une tringle de fer,

Que balance le vent pendant les nuits d’hiver.


Οι μεταμορφώσεις της αιματορουφήχτρας


Τότε η γυναίκα με τ’ αβρά χείλη τα φραουλένια

σα φίδι από σε κάρβουνα άναφτα στριφογυρνώντας,

και μέσα στο στηθόδεσμο τα στήθια της ζουλώντας,

άφινε τέτοια να κυλούν λόγια μοσχομελένια:


-«Έχω τα χείλη εγώ υγρά, και ξέρω τρόπους, κάτι

που σβήνει θύμησες παλιές μέσ’ το βαθύ κρεβάτι.

Στεγνώνω όλα τα δάκρυα στα ορθά μου στήθια πάνω,

και να γελούνε σαν παιδιά τους γέρους εγώ κάνω.


Κ’ έχω γι’ αυτόν που θα με δει ολόγυμνη, τη χάρη.

να γίνουμαι ήλιος κι ουρανός κι αστέρια και φεγγάρι!

Και τόση, αγαπητέ σοφέ, γλύκα και τέχνη βάζω,

άντρα στα βελουδένια μου μπράτσα σαν αγκαλιάζω.


ή σα μου δίνουν δαγκωνιές στα στήθη μου τα ωραία, που

ντροπαλή κι αδιάντροπη, αδύναμη ή γενναία,

πάνω σ’ αυτά τα στρώματα τα ποθοπλανταγμένα,

θα ’κανα να κολάζουνται κ’ οι Άγγελοι για μένα!»


Και το μεδούλι ως βύζαξεν όλο απ’ τα κόκκαλά μου.

και λαγγεμένος έστρεψα σ’ εκείνη τη ματιά νευρόσπαστο

που σειόταν

και λες πως αίμα μέσα του πολύ προμηθευόταν.


κάτι ξεσκλείδια σκελετού τρέμανε τιποτένια,

που τρίζανε στριγγά καθώς ανεμοδούρα, μόνα,

ήσαν ταμπέλα κρεμαστή σε βέργα σιδερένια

που την κουνούν οι αγέριδες στις νύχτες του χειμώνα.


μετάφραση: Γιώργος Σημηριώτης

[έχει παραλείψει μία στροφή]


Θάνος Ανεστόπουλος - Οι μεταμορφώσεις της αιματορουφήχτρας (Σαρλ Μπωντλαίρ) (19-11-2013)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου