Ο Φρίμαν ήταν τριάντα δύο χρονών με σώμα λεπτό, αλλά αγύμναστο. Πρόσωπο χωρίς ρυτίδες, γιατί ποτέ του δε γελούσε ούτε μόρφαζε. Ήταν συγκρατημένος γενικά στις εκδηλώσεις του, από μια έμφυτη αποστροφή στις έντονες καταστάσεις. Του άρεσε ένα ήσυχο περιβάλλον, ένα δωμάτιο χωρίς κανέναν ήχο –εκτός βέβαια από τη μουσική– κι αυτή όμως στα χαμηλά. Του άρεσε η σιωπή, η μυστική απόλαυση του βιβλίου, που σ’ οδηγεί σε περιπέτειες πάντα μέσα σε σιωπή. Κοσμογονίες γίνονται μέσα στα βιβλία, εσωτερικές αλλά και εξωτερικές συγκρούσεις και συ καθισμένος μέσα στη σιωπή του ειρηνικού σου δωματίου τις απολαμβάνεις, με το χέρι σου να ψαχουλεύει τυφλά για το φλιτζάνι του καφέ που τον πίνεις γουλιά γουλιά. Του άρεσε μια συζήτηση με λεπτές αποχρώσεις, χωρίς οξύτητες, η προσέγγιση σε κάποιο θέμα χωρίς προσβλητική οικειότητα. Διαφωνίες σε επίπεδο ανταλλαγών και χωρίς επιθετικότητα. Δυσπιστούσε στις λέξεις. Είναι θανατηφόρα όπλα, έλεγε. Θέλουν μεγάλη προσοχή. Μοιάζουν με νάρκες θαμμένες σ’ ένα καταπράσινο λιβάδι που ξαφνικά, όπως αμέριμνα περνάς σιγοτραγουδώντας, σε τινάζουν στον αέρα. Οι λέξεις, έλεγε, σε υπονομεύουν, διεισδύουν με πλοκάμια στο σώμα, κυκλοφορούν μέσα στο αίμα και τελικά σε κυριεύουν. Στο τέλος δεν είσαι τίποτα άλλο παρά λέξεις, η σάρκα σου δεν είναι παρά ένας ασκός που περικλείει τις λέξεις, που σ’ εκπροσωπούν, που διαμορφώνουν το χαρακτήρα σου και πεθαίνουν μαζί σου. Έτσι προσεκτικός στις εκφράσεις του μιλούσε σαν χειρουργός που φοβάται το νυστέρι. Χαμογελούσε συχνά όταν μιλούσε, σαν να ήθελε να δώσει θάρρος στο συνομιλητή του, σαν να τον προειδοποιούσε να μην πάρει στα σοβαρά αυτά που έλεγε, πως δεν ήταν παρά μια φιλική επικοινωνία χωρίς αξιώσεις. Αυτό όμως το ευγενικό του χαμόγελο είχε πολλές φορές παρεξηγηθεί. Τον θεωρούσαν είρωνα. Η ευγένειά του, η λεπτότητα στη συμπεριφορά του περνούσε για δειλία – η αλήθεια όμως είναι πως δεν ήταν δειλός, αλλά απέφευγε τις ευθύνες. Ακόμα αυτό το μειδίαμα στο μάθημά του έδινε στους ακροατές την εντύπωση πως δεν τους έπαιρνε στα σοβαρά ή πως θα μπορούσε με καλύτερο ακροατήριο να πει περισσότερα. Έτσι έμοιαζε κάπως σαν να μονολογούσε.
Πέτρος Αμπατζόγλου, Τι θέλει η κυρία Φρίμαν, Εκδόσεις Κέδρος, 1995
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου