Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2022

Gioconda Belli - Για τίποτα δεν μετανιώνω


Εκκινώντας από τη γυναίκα που είμαι σήμερα,
πότε-πότε αναλογίζομαι
εκείνες που θα μπορούσα να είχα γίνει—
γυναίκες όλες πρώτης τάξης
δραστήριες, καλές σύζυγοι,
υπόδειγμα αρετής
όπως θα ήθελε η μητέρα μου.

Αγνοώ γιατί
τη ζωή μου όλη πέρασα
επαναστατώντας εναντίον τους.
Μισώ τις απειλές τους στο κορμί μου.
Την ενοχή που οι αναμάρτητες ζωές τους,
σαν παράξενη γητειά,
μου προκαλούνε.
Απαρνούμαι τις ευεργετικές τους λειτουργίες:
τα κλάματα κρυφά απ’ το σύζυγο,
την ντροπή μπροστά στη γύμνια
κάτω απ’ τα πλυμένα και σιδερωμένα εσώρουχα.

Αυτές οι γυναίκες, ωστόσο,
με κοιτάζουνε μέσα απ’ τον καθρέφτη,
το δάχτυλο της κατηγόριας τους σηκώνουν
και, κάποτε, ενδίδω στο όλο επίκριση βλέμμα τους
και επιδιώκω να κερδίσω την παγκόσμια αποδοχή,
το «καλό κορίτσι» να ’μαι και η «γυναίκα η συνετή»
η Τζοκόντα η αψεγάδιαστη.

Αγωγή να επιδεικνύω κοσμιοτάτη,
με το κόμμα, με το κράτος, τις φιλίες,
την οικογένεια, τα παιδιά μου και όλα τα όντα
που σε πλήθη κατοικούν αυτόν τον κόσμο το δικό μας.
Μέσα σ’ αυτήν την αναπόφευκτη αντίφαση,
ανάμεσα σ’ αυτό που θα ’πρεπε να είμαι και αυτό που είμαι,
αμέτρητες έχω δώσει μάχες θνητές,
μάχες με όλες τους παραταγμένες ώμο με ώμο εναντίον μου
—εκείνες που μέσα μου διαμένουν
προσπαθώντας να γίνουν εγώ—.
παρακούοντας μητρικές εντολές,

με πόνο και με βία ξεριζώνω
τις γυναίκες μέσα μου
που, από παιδί, κάνουν τα μάτια μου να γυρίζουν,
αφού δεν χωράω στο άψογο καλούπι των ονείρων τους,
αφού τολμώ να είμαι αυτή η τρελή,
ατελής, τρωτή και απαλή,
που ερωτεύεται σαν μια ψυχή που χρειάζεται
δίκαιους λόγους, άντρες ωραίους
και λέξεις όλο παιχνίδι.
Γιατί, ενήλικη όντας, τόλμησα να ζήσω
την απαγορευμένη παιδική ηλικία,
και έρωτα έκανα πάνω σε γραφεία
—εν ώρα εργασίας—
σπάζοντας δεσμά απαραβίαστα
και τόλμησα να ευχαριστηθώ
ένα σώμα υγιές και αισθησιακό
όπως μου το χάρισαν
τα γονίδια των προγόνων μου.
Κανέναν τους δεν κατηγορώ. Αντιθέτως τους ευχαριστώ για τα δώρα τους.
Για τίποτα δεν μετανιώνω, όπως έλεγε η Εντίτ Πιαφ.
Μα στις πηγές τις σκοτεινές όπου βυθίζομαι
τα πρωινά, σαν ανοίγω τα μάτια,
τα δάκρυα νιώθω να ανεβαίνουν—
αυτές τις άλλες γυναίκες βλέπω να περιμένουνε στην είσοδο,
καταδίκες πλέκοντας ενάντια στην ευτυχία μου.

Αδείλιαστα καλά κορίτσια με κυκλώνουν
χορεύοντας τα παιδικά τραγούδια τους ενάντια σε μένα:
ενάντια σε αυτήν τη γυναίκα
τη γινωμένη και δίκαια,
τη γεμάτη,
αυτή τη γυναίκα με στήθια
και λεκάνη φαρδιά,
αυτήν που, ενάντια στη μητέρα μου και για χάρη της,
είμαι και το απολαμβάνω


μτφρ. Έλενα Σταγκουράκη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου