Σκέφτομαι τις γυναίκες του Γιάννη Ρίτσου
που παρελαύνουν προς την κουζίνα
στο πρώτο άκουσμα του πολέμου.
Σκέφτομαι τους χύμα τρόπους
της γιαγιάς μου στο Jersey City
που δεν θα μπορούσα ποτέ να αναπαράξω
καθώς προχωράω ανάλαφρα στο πάτωμα
για να τρίψω λίγο γλυκό βασιλικό
από την περσινή σοδειά, να βουρτσίσω την γάτα
να κόψω λίγο σκόρδο για να συνοδεύσω την σαλάτα
Ασχολίες σκοπίμως ήσυχες
παρόλο που θα μπορούσα να πετάω τις κατσαρόλες
τριγύρω όπως η μητέρα μου.
Mπορώ να σου πω που θα έκανα έναν τέτοιο χαλασμό
και εσύ θα απορούσες ποιος τρελάθηκε
και είναι ο κόσμος των φωτογραφιών
που δεν θα κουβαλήσω στο σπίτι
Kι είναι η λάγνα και χλευαστική στάση
ενός απατεώνα πολιτικού
τοποθετημένου εκεί από εταιρείες αρπακτικά.
Θα μπορούσα να σου δείξω πως ο κλαυθμός
έσκαψε τα θεμέλια της καρδιάς τόσο βαθιά
σαν τα σανδάλια που βύθιζε τα πόδια της
ένα κρύο πρωινό στην Πολωνία
΄Εγινα σαν εκείνη την γυναίκα μέσα στην γυναίκα
που είδε με τα μάτια της το μακελειό,
κάθε αστείο είναι άτοπο
για τις μανάδες που αντίκρυσαν με κραυγές
τα κακοποιημένα τους παιδιά
οι νεκροί στρατιώτες είναι κι αυτοί παιδιά
΄Οχι αστεία για τα παιδιά, τα παιδιά του καθενός
Δεν θα συγχωρήσω την σφαγή τους
για το πετρέλαιο, τα όπλα, τον χρυσό
στοιβαγμένα σε σωρούς ψηλούς όσο το σπίτι αυτό
δεν θα αγοράσουνε το γέλιο τους
δεν θα θάψουν τις κραυγές τους την νύχτα
Εγώ κατηγορώ τους γηραιούς λευκούς άντρες
που είναι πνιγμένοι στην απληστία του φόνου
Θα χτυπήσω κάθε κατσαρόλα και τηγάνι που έχω
για έναν κόσμο ελεύθερο από τα χέρια τους.
Janine Pommy Vega (Willow, NY, April 2003)
Mετάφραση: Στέφανος Μουταφτσής
Janine Pommy Vega (5 Φεβρουαρίου 1942 –23 Δεκεμβρίου 2010)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου