Κυλούν του Νείλου ορμητικά τα θρεψερά νερά
και τα χωράφια μας γυμνά τη νέα σπορά γυρεύουν,
μα εμάς τα χέρια μας αργά μνέσκουνε και δετά
τι είναι λιγότερη η ζημιά σα δε δουλεύουν.
Τη μάνα γης κατάντησαν να μη μας θέλει πια
μας διώχνει σάμπως νά 'μαστε γι' αυτήνα ξένοι
και δεν ξανοίγουν γύρω τους τα μάτια μας καμιά
ελπίδα έστω μακρινή. Δεν απομένει
παρά το τρένο της νυχτός που πάει στην πόλη.
Μας έκλεψε το ύπνο μας το σφύριγμά του.
Και μας συμβαίνει, ξαφνικά, να σηκωθούμεν όλοι
και να κοιτούμε σιωπηλοί στο σκότος, κάπου...
Πηγή: Από τη συλλογή Φελάχοι, Αλεξάνδρεια 1937 και τώρα στον τόμο Τα ποιήματα, Κέδρος 1981.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου